Αναλυτικά, σύμφωνα με την έκθεση που συνέταξε η Γενική Διεύθυνση Οικονομικών (DGECFIN), η οποία περνάει από Κολέγιο των Επιτρόπων αυτή την ώρα, καταγράφονται οι ακόλουθες ελλείψεις σε σχέση με τα προαπαιτούμενα:
Δεν ολοκληρώθηκε η εργασία για τη μερική επικαιροποίηση των αξιών των ακινήτων ως τα μέσα του 2019, η οποία αποτελούσε ενδιάμεσο σταθμό για την αναμόρφωση των αξιών ως το 2020.
Η πρόοδος για την ολοκλήρωση μικρότερης εμβέλειας φορολογικών μεταρρυθμίσεων όπως η δυνητική ευθύνη των διευθυντών εταιριών για φορολογικές παραβάσεις, εξακολουθεί να βρίσκεται υπό επεξεργασία.
Η πρόσληψη προσωπικού στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσιών Εσόδων παραμένει εξαιρετικά χαμηλή και οι στόχοι για το 2019 δεν θα επιτευχθούν.
Το περιουσιολόγιο δεν έχει ολοκληρωθεί, η προώθηση της ηλεκτρονικής τιμολόγησης προχωρά καλά, αλλά δεν έχει ολοκληρωθεί και ζητείται να συμφωνηθεί πρωτόκολλο συνεργασίας μεταξύ ΑΑΔΕ και Γενική Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων για την αποφυγή αλληλοεπικαλύψεων.
Οι επιδόσεις της ΑΑΔΕ καταγράφονται ως ‘ανάμικτες’, καθώς η συλλογή φόρων είναι πιο αδύναμη από ότι αναμενόταν.
Το πρόγραμμα των 120 δόσεων αλλάζει προηγούμενη μεταρρύθμιση του 2013 και καταγράφεται ότι “η ανακοίνωση αυτού του πλάνου ενδέχεται να συνέβαλε στη μείωση των φορολογικών εισπράξεων και να δημιουργεί κινδύνους στην πειθαρχία επί των πληρωμών”.
Η αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων του δημοσίου “παραμένει απογοητευτική”, με το ρυθμό αποπληρωμής τους να μειώνεται και αυτά παρά τις όποιες κινήσεις παραμένουν στο γενικό επίπεδο του Δεκεμβρίου του 2018.
Η ‘πρόοδος’ σε σχέση με το κτηματολόγιο παραμένει ανάμικτη, οι δασικοί χάρτες προχωράνε, αλλά πρέπει να απαντηθούν με σχετική νομοθεσία και οι ενστάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Η ‘πρόοδος’ σε σχέση με τις μεταρρυθμίσεις στην αγορά ενέργειας έχει επιβραδυνθεί σημαντικά με προβλήματα σχετικά με την αποεπένδυση της ΔΕΗ από το λιγνίτη και κωλύματα στην διασύνδεση της ελληνικής αγοράς με τις γειτονικές χώρες.
Σημαντικές και οι καθυστερήσεις στην αναμόρφωση του συστήματος επιδομάτων αναπηρίας.
Σε ό,τι αφορά το Δημόσιο καταγράφονται τα εξής:
πρέπει να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα και οι καθυστερήσεις στην κινητικότητα των δημοσίων υπαλλήλων,
τα ηλεκτρονικά οργανογράμματα των οργανισμών και υπουργείων έχουν προχωρήσει, βρίσκονται ακριβώς στη μέση και αναμένεται η ολοκλήρωσή τους ως το τέλος του έτους,
η πρόοδος ως προς την αντιστοίχηση των θέσεων εργασίας με την περιγραφή καθηκόντων ανά θέση είναι εξαιρετικά περιορισμένη,
η εργασία για διϋπουργκή συνεργασία έχει σταματήσει,
το δημόσιο δεν έχει σεβαστεί την οροφή για τις προσλήψεις προσωρινού προσωπικού και ζητείται μείωση κατά 1550 άτομα μέσα στο 2019.
πρόσφατες μισθολογικές ρυθμίσεις δημιουργούν κινδύνους στο ενιαίο μισθολόγιο
αναμένεται έγκαιρη ολοκλήρωση της ηλεκτρονικής μετάβασης στη δικαιοσύνη και
δεν μπορεί να καταγραφεί συγκεκριμένη πρόοδος και αποτελέσματα σε σχέση με τον συντονισμό της διαχείριση της καταπολέμηση της διαφθοράς.
Σε ό,τι αφορά το χρηματοπιστωτικό τομέα και τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια:
“Η κατάσταση του χρηματοπιστωτικού τομέα συνεχίζει να ενέχει προκλήσεις, με τις όποιες βελτιώσεις να έρχονται εξαιρετικά αργά και να παραμένουν σημαντικά τρωτά σημεία”, καταγράφει η έκθεση. Τα Μη Εξυπηρετούμενα Δάνεια φτάνουν τα 81.8 δισ. ευρώ με μείωση μόλις 1,8 μονάδες από το προηγούμενο έτος.
Επιπλέον το πρόγραμμα ηλεκτρονικών πλειστηριασμών προχωρά εξαιρετικά αργά, οι επεξεργασία των αιτήσεων αφερεγγυότητας πρέπει να επιταχυνθεί και το πρόγραμμα προστασίας κατοικίας των ευάλωτων δανειοληπτών αποδεικνύεται πιο πολύπλοκο από ότι αναμενόταν.
Σε ό,τι αφορά τις ιδιωτικοποιήσεις καταγράφονται:
καθυστερήσεις σε σχέση με τα ΕΛΠΕ,
σταματημένη διαδικασία για την πώληση του 30% του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών,
αλλά και πρόοδος σε σχέση με τη Μαρίνα του Αλίμου,
πρόοδος σε σχέση με τη ΔΕΠΑ,
την Εγνατία και
τους περιφερειακούς λιμένες.
Προβληματικές και οι νέες “κοινωνικές” δαπάνες και παροχές
Σημειώνεται ότι η έκθεση καταγράφει πως “τα μέτρα της 15ης Μάη θέτουν σε κίνδυνο την επίτευξη του στόχου του πρωτογενούς πλεονάσματος για το 2019 και επέκεινα”. Ωστόσο παραπέμπουν στη έκθεση του φθινοπώρου για τον ακριβή προσδιορισμό του ύψους της απόκλισης.
Επιπλέον η έκθεση αναφέρει: “η ποιότητα των δημοσιονομικών μέτρων που υιοθετήθηκαν στις 15 Μάη είναι πηγή ανησυχίας σε σχέση με το στόχο να γίνουν τα δημόσια οικονομικά πιο φιλικά προς την ανάπτυξη και την αύξηση των κοινωνικών δαπανών προς τις ομάδες του πληθυσμού που είναι πιο κοντά στο όριο της φτώχειας”.
Σε ό,τι αφορά το σχέδιο για μείωση του πρωτογενούς πλεονάσματος η Κομισιόν δηλώνει “αναρμόδια” και παραπέμπει στο eurogroup.
Συγκεκριμένα η έκθεση αναφέρει:
“Οι ελληνικές Αρχές ανακοίνωσαν ακόμη την πρόθεσή τους να επανεξετάσουν τη συμφωνία που επιτεύχθηκε με τους ευρωπαίους εταίρους τον Ιούνιο του 2018 σε σχέση με τους στόχους του πρωτογενούς πλεονάσματος του 3,5% του ΑΕΠ ως το 2022. Συνδεδεμένο ως προς αυτό οι Αρχές σκέφτονται να μεταφέρουν ένα ποσό από τα αποθέματα μετρητών που δημιουργήθηκαν το 2016 ως 2018 και την υπεραπόδοση σε ένα κλειστό λογαριασμό. Κάθε πρόταση που αλλάζει τη συμφωνία που επετεύχθη με του Ευρωπαίους εταίρους τον Ιούνιο του 2019, πρέπει να συζητηθεί στο Eurogroup στο πλαίσιο αναθεωρημένης ανάλυσης βιωσιμότητας χρέους”.
Η έκθεση δεν ασχολείται με τις παροχές και μειώσεις φόρων του 2020 καθώς όπως λέει “προς το παρόν δηλώσεις μελλοντικών πολιτικών” και θα τις εξετάσεις όταν κατατεθούν συγκεκριμένες προτάσεις. Παραθέτει τον υπολογισμό της κυβέρνησης για κόστος 1.2 δισ.
Σε ό,τι αφορά τη 13η σύνταξη και τις συντάξεις χηρείας αναφέρει ότι “θα αυξήσουν την δημόσια δαπάνη για συντάξεις που είναι ήδη η υψηλότερη ως προς το ΑΕΠ στην ΕΕ” και πως “τα μέτρα για το ΦΠΑ και τις συντάξεις είναι προσανατολισμένα στην κατανάλωση και θα εξανεμίσουν σημαντικό δημοσιονομικό χώρο ο οποίος προβλεπόταν στην νομοθεσία του 2017 για ωφέλιμες προς την ανάπτυξη μειώσεις σε φόρους επί της εργασίας και εταιρικούς φόρους”.
Πηγή: Real.gr