«Βλέπεις Σκάι; Ασπάζεσαι τα μνημόνια, το ΔΝΤ και όλους όσους απεργάστηκαν σχέδια για την οικονομική εξόντωση του λαού. Παρακολουθείς το κανάλι του Μητσοτάκη και του συνόλου του παλαιού πολιτικού συστήματος. Είσαι κι εσύ ένας από αυτούς»
Χιλιοειπωμένο, έως και βαρετό, αλλά ταυτόχρονα πολύ επικίνδυνο ακόμη και για αυτούς που αρθρώνουν αυτό το λόγο.
Η πιο πάνω φράση παραλλάσσεται ανάλογα με τις συνθήκες και τον πολιτικό χρόνο, παραμένει όμως αναλλοίωτη σε σχέση με την ουσία της.
Δεν την λένε μόνο πολιτικοί αντίπαλοι των «μεν». Την υιοθετεί και την επαναλαμβάνει σε όλες τις ερμηνείες της μια μεγάλη μερίδα της κοινωνίας που πιστεύει στους «δεν» και αντιπαθεί έως και μισεί τους «μεν».
Δημιουργείται έτσι ένα ανεκτικό υπόβαθρο σε βομβιστές και τρομοκράτες, που θέλουν πρωτίστως να έχουν προσλαμβάνουσες στην κοινωνία, έτσι ώστε μετά την έκρηξη πολλοί να σιγοψιθυρίζουν ή ακόμη και να βροντοφωνάζουν: «καλά τους έκαναν»
Δεν συναντάμε για πρώτη φορά αυτή την πρακτική. Οι κοινωνικοί αυτοματισμοί ενός διόλου ασήμαντου υποσυνόλου, έχουν πάρει θέση «βολής» τα τελευταία χρόνια της κρίσης, η «ανέξοδη ατάκα» είναι έτοιμη στα χείλη και η «πρόθυμη κρίση» που βρίσκει ευήκοα ώτα ακόμη και για τρομοκρατικές ενέργειες όπως αυτή σε βάρος του πρώην πρωθυπουργού Παπαδήμου, μπαίνουν στο τσιγκογραφείο και βγάζουν γρήγορα κλισέ.
Η «μήτρα» της μηχανής είναι άλλωστε έτοιμη από καιρό. «Κομμένη και ραμμένη» στα μέτρα της πόλωσης και του διχασμού. Φτιαγμένη από ψυχρό αντιμόνιο, που δυστυχώς δεν λιώνει αλλά εξακολουθεί να «ψύχεται» και να προκαλεί ανήκεστες βλάβες στην ίδια την κοινωνία και σε εκείνους που την χρησιμοποιούν.
Δεν ήταν (και δεν είναι) μόνο οι απειλές που πολλοί σήμερα πληροφορήθηκαν ότι δεχόταν ο τηλεοπτικός σταθμός Σκάι;
Δεν είναι μόνο η απόλυτα καταδικαστέα και άνανδρη βομβιστική επίθεση κατά ενός μεγάλου ενημερωτικού ομίλου που έθεσε σε κίνδυνο ακόμη και ανθρώπινες ζωές.
Είναι η καθημερινή τρομοκρατία που δέχεται η συντριπτική πλειοψηφία των εκπροσώπων του Τύπου, από το λεγόμενο αντισυστημικό μπλοκ, μέσα από ιστοσελίδες φαντάσματα όπου αρθρογραφούν κουκουλοφόροι χωρίς επίθετα.
Είναι η καθημερινή τρομοκρατία σε βάρος ανθρώπων του Τύπου από μαυροφορεμένες σκιές που περπατούν από κολόνα σε κολόνα μέσα στα σκοτάδια και επιτίθενται μόνο αν η αριθμητική υπεροχή τους… συμφέρει.
Αυτή η τρομοκρατία, αφήνει τις περισσότερες φορές «παγερά αδιάφορες» τις συντεταγμένες Αρχές του Κράτους, που στο όνομα κάποιων δυσεξήγητων ισορροπιών, λειτουργούν «στα χνάρια» μίας παλιάς ξεκαρδιστικής ατάκας του κορυφαίου Θανάση Βέγγου που αναφωνούσε στον ύπνο του: «πού να τρέχω τώρα;»
Αυτή η καθημερινή τρομοκρατία «οπλίζει» και «στοχεύει» κάθε αντίθετη άποψη, κάθε συγκροτημένη επιχειρηματολογία, λατρεύει τους «απίθανους» και ακατανόητους μονολόγους και απαγορεύει με ρόπαλα βόμβες και κάθε μορφής βία τον αντίλογο.
Ταυτίζει τους πάντες με το σύστημα το οποίο (υποτίθεται) ότι αντιμάχεται και χρησιμοποιεί «τηλεχειριστήρια» τρόμου όπως συνέβη στον Σκάι, ή την δύναμη της φωτιάς και του όχλου, όπως συμβαίνει σε άλλες περιπτώσεις.
Δολοφονείται η Δημοκρατία; Η απάντηση στο ερώτημα είναι αυτονόητη.
Όμως εκτός από την Δημοκρατία, δολοφονείται η ίδια η κοινωνία. Οι ιδέες, η διαφωνία, η κριτική, τα ελεύθερα βήματα λόγου, η άποψη, ο πλουραλισμός, «πνίγονται» μέσα «στον βάλτο» της περιρρέουσας ατμόσφαιρας που εξάγει την δυσωδία του μίσους και του φανατισμού.
Και η κοινωνία, που παράγει Δημοκρατία, δηλητηριάζεται μέσα από τα ίδια της τα σπλάχνα από δηλώσεις και συμπεριφορές του ίδιου του συστήματος που (υποτίθεται) πως θα έπρεπε να παρέχει αντίδοτο στο δηλητήριο.
Η βόμβα στον Σκάι και στην Καθημερινή είναι η κορυφή του παγόβουνου. Μπορεί να μην είναι δύσκολο για ένα σύστημα να σπάσει το κομμάτι που βρίσκεται πάνω από την στάθμη του νερού.
Το δύσκολο όμως είναι να πολεμήσει το αόρατο τμήμα του, που είναι το πιο επικίνδυνο!