Ζέτα Μακρυπούλια: «Ο Γιούγκερμαν με κάνει να ονειρεύομαι το μετά»

Έχουν απομείνει λίγες εβδομάδες πριν από την πρεμιέρα της 28ης Νοεμβρίου και η Ζέτα Μακρυπούλιαμιλάει στο «Κ» για την πρόταση-έκπληξη του Δημήτρη Τάρλοου, εξηγεί γιατί δίνει σπάνια συνεντεύξεις και εύχεται ο «Γιούγκερμαν» να είναι μόνο η αρχή.

Για το ραντεβού μας επέλεξε το μεζεδοπωλείο του αδελφού της στον Κεραμεικό. Θα συναντιόμασταν το βράδυ, μετά την πρόβα της στο θέατρο Πορεία, όπου από τις 28 Νοεμβρίου θα υποδύεται την Ντάινα και τη Λίλη στον «Γιούγκερμαν» του Μ. Καραγάτση, που σκηνοθετεί ο Δημήτρης Τάρλοου. Έφτασε πολύ αγχωμένη για τη συνέντευξη – το ομολόγησε με το που κάθισε απέναντί μου. «Μη φοβάστε, μέχρι τώρα δεν έχω δαγκώσει κανέναν συνεντευξιαζόμενο», της είπα. Γελάσαμε. Μου μίλησε για τον «σαρωτικό άνεμο του Γιούγκερμαν» στη ζωή της. Για την προσπάθεια που καταβάλλει. «Κουράζομαι πολύ, λείπω σχεδόν όλη μέρα από το σπίτι, αλλά το περνάω χαρούμενα». «Και ο Μιχάλης (Χατζηγιάννης) το ίδιο χαρούμενα το περνάει;» τη ρώτησα. «Νομίζω πως ναι. Είμαστε πολλά χρόνια μαζί, καταλαβαίνουμε πια καλά ο ένας τον άλλον. Άλλωστε και ο ίδιος ξέρει τι σημαίνει σκληρή δουλειά». Για να χαλαρώσει λίγο και επειδή οι μυρωδιές που έφταναν στο τραπέζι μας από την κουζίνα ήταν πολύ ενδιαφέρουσες, είπα να ξεκινήσουμε την κουβέντα μας από το φαγητό.

Μαγειρεύετε στο σπίτι;

Βεβαίως. Μου αρέσει η μαγειρική και νομίζω ότι τα καταφέρνω καλά. Όταν έρχονται αγαπημένοι μας άνθρωποι στο σπίτι για φαγητό, συνήθως δεν τους σερβίρω μόνο ένα φαγητό.

Ποιο είναι το φόρτε σας;

Τα γεμιστά μου αρέσουν πάρα πολύ. Αλλά έχω μεγάλη γκάμα. Τώρα τελευταία, έφτιαξα για κάποιους vegan φίλους μου παστίτσιο χωρίς κιμά.

Μια γυναίκα στη σόουμπιζ είναι δεδομένο ότι λιμοκτονεί; Τι είναι για σας το φαγητό; Ενοχή ή απόλαυση; 

Σίγουρα απόλαυση, το αγαπώ πολύ. Όμως, δεν έχω ψυχολογική εξάρτηση, όπως συμβαίνει σε μερικούς ανθρώπους που μέσω των γεύσεων αποζητούν τις συγκινήσεις και τις εναλλαγές που δεν έχουν στη ζωή τους. Αν και υπήρξε μια περίοδος, γύρω στα 25 μου, που είχα ξεφύγει: έφαγα πολλά μπέργκερ τότε! Είχα πάρει κάμποσα κιλά. Ίσως ήταν η πρώτη φορά που έκανα δίαιτα για να τα χάσω.

Πόσο σας απασχολεί η εικόνα σας;

Η εικόνα είναι μια παγίδα στην οποία λίγο ή πολύ πέφτουμε όλοι. Μεγάλωσα σε μια λαϊκή οικογένεια, με το άγχος τού τι θα πει ο κόσμος. Οι γονείς μου ήρθαν σε νεαρή ηλικία στην Αθήνα από το χωριό και έφεραν μαζί τους κατάλοιπα αυτής της νοοτροπίας, που ήταν εντονότερη κατά το παρελθόν. Τη μετέδωσαν και σ’ εμένα. Δεν ήταν καθόλου εύκολο να την αποβάλω. Και, για να είμαι ειλικρινής, δεν ξέρω αν έχω καταφέρει να απαλλαγώ εντελώς από αυτήν. Χρειάζεται καθημερινή άσκηση. Προσπαθώ να βάζω τον εαυτό μου σε μια συνθήκη αρμονίας: μόλις το μυαλό μου πάει στο τι θα πουν οι άλλοι, είναι σαν να βγαίνω από το κορμί μου και να γίνομαι παρατηρήτρια του εαυτού μου. Λέω: Ζέτα, αυτό είναι παλιό, δεν το χρειάζεσαι. Έτσι κάνω αυτό που πραγματικά θέλω.

«Σε τι έχω ενοχλήσει;»

Κατά καιρούς έχετε δεχτεί έντονη κριτική από μέρος των μίντια – και μπούλινγκ θα το έλεγα. Πού το αποδίδετε; 

Σε αυτό θα ήθελα να απαντήσετε εσείς, γιατί καμιά φορά οι άλλοι βλέπουν πιο καθαρά τα λάθη μας από εμάς τους ίδιους. Πείτε μου τι δεν έκανα σωστά, σε τι έχω ενοχλήσει; Μπήκα σ’ αυτή τη δουλειά στα δεκατρία μου, συμμετέχοντας σε μια διαφήμιση. Η μία έφερε την άλλη, έτσι προέκυψε η πρώτη μου εκπομπή και σιγά σιγά φτάσαμε στο σήμερα. Είχα παντελή άγνοια για τον χώρο της σόουμπιζ. Ένα κορίτσι σ’ αυτή την ηλικία δεν έχει προλάβει καν να χτίσει την προσωπικότητά του. Ήμουν απόμακρη και φοβισμένη. Όταν έγινα λίγο πιο γνωστή και άρχισαν να ασχολούνται κυρίως με την προσωπική μου ζωή, έκανα ό,τι μπορούσα ώστε να τη διαφυλάξω.

Εδώ υπάρχει το επιχείρημα ότι όποιος θέλει μπορεί…

Δεν είναι τόσο εύκολο, πιστέψτε με. Με τον σύντροφό μου δεν κάνουμε δημόσιες εμφανίσεις – πέρα από το να πάμε μαζί σε μια πρεμιέρα, για παράδειγμα. Στις συνεντεύξεις πάντα έβαζα όρο να μην υπάρξει ερώτηση για τα προσωπικά μου. Και κάποιοι συνάδελφοί σας πήγαιναν πλαγίως. Με ρωτούσαν την άποψή μου για τις σχέσεις ή για τον έρωτα, για παράδειγμα, και μετά έβλεπα τίτλους προσαρμοσμένους στη δική μου ζωή. Ήταν ένας πόλεμος στον οποίο δεν μπορούσα με τίποτα να νικήσω. Οπότε έχω πια σχεδόν κόψει τις συνεντεύξεις, πλην ελαχίστων περιπτώσεων, όπως η δική σας.

Η ομορφιά ανοίγει πόρτες ή τις κλείνει;  Έχετε βγάλει συμπέρασμα;

Όσο εύκολα τις ανοίγει τόσο εύκολα τις κλείνει, γιατί δεν αρκεί. Ειδικά στο θέατρο, μόνο με την ομορφιά δεν μπορείς να σταθείς. Εγώ ποτέ δεν πάτησα πάνω της, γιατί δεν πίστευα ότι είμαι ιδιαίτερα όμορφη.

Σας εξέπληξε η πρόταση του Δημήτρη Τάρλοου να παίξετε στον «Γιούγκερμαν» του Μ. Καραγάτση;

Ναι, ήταν έκπληξη. Δεν τον γνώριζα προσωπικά. Πέρυσι είδα την «Αγριόπαπια» στο θέατρο Πορεία, εκεί συναντηθήκαμε για πρώτη φορά. Και πριν από λίγους μήνες, μου τηλεφώνησε. Αλλά νομίζω ότι ξέρω γιατί με επέλεξε. Διαβάζοντας το βιβλίο, επειδή ο Καραγάτσης κάνει αναλυτική περιγραφή των ηρώων του, συνειδητοποίησα ότι ως φυσιογνωμία και ως προσωπικότητα –όχι βέβαια στα ακραία κομμάτια της– μοιάζω αρκετά στην Ντάινα Σκλαβογιάννη, την οποία υποδύομαι. Αλλά και στη Λίλη: έχω δύο ρόλους στην παράσταση.

Την Ντάινα την έχετε αποκωδικοποιήσει ως ψυχοσύνθεση;

Ο Καραγάτσης την περιγράφει ως παγερά όμορφη, απόμακρη, πονηρή, σχεδόν διαβολική. Στόχος της ήταν να κατακτά τους άνδρες και μετά να τους πετάει. Αυτό ήταν ο έρωτας για εκείνη. Δεν έχω ακόμα καταλάβει ποιος είναι αυτός ο δαίμονας που είχε μέσα της, τι την έκανε να γίνει έτσι. Το δουλεύω όμως.

Αγωνία και καχυποψία

Το φοβηθήκατε αυτό το βήμα στην καριέρα σας;

Όλο το καλοκαίρι είχα τρομερή αγωνία. Πήγαμε με τον Μιχάλη στο σπίτι που έχουμε στην Πάρο και δεν βγήκα ούτε μία βόλτα, μόνο στο σούπερ μάρκετ πήγαινα. Ήθελα να ξεκουραστώ και να συγκεντρωθώ. Είναι ένα άλλο είδος θεάτρου, ένας διαφορετικός κόσμος. Δεν θα πω ψέματα, πολλά με φόβιζαν. Αλλά στην πρώτη κιόλας πρόβα διαλύθηκαν όλοι μου οι φόβοι, γιατί κανένας δεν με αντιμετώπισε με ύφος, δέσαμε αμέσως – και για έναν θίασο δεκαεννιά ατόμων αυτό δεν είναι καθόλου αυτονόητο.

Περιμένατε δηλαδή ότι θα συναντούσατε καχυποψία;

Έχω δουλέψει πολύ σκληρά και είμαι σίγουρη για τον εαυτό μου. Απλώς, σε μερικές περιπτώσεις, βλέπω ακόμα σε κάποια πρόσωπα την απορία, διαβάζω σε βλέμματα τη σκέψη ότι ενδεχομένως δεν θα μπορέσω να αντεπεξέλθω σ’ αυτό που επιχειρώ να κάνω. Στο θέατρο Πορεία τίποτα από αυτά δεν συνέβη. Εγκλιματίστηκα μεμιάς. Βοήθησε, βέβαια, ο Δημήτρης, που έχει αξιοθαύμαστη υπομονή προς τους ηθοποιούς. Κι αυτή η θεατρική διαδικασία που ακολουθεί, η οποία βασίζεται πολύ στον αυτοσχεδιασμό, μου αρέσει πολύ, είναι απελευθερωτική.

Είναι η συγκεκριμένη συνεργασία μια απάντηση σε όσους έχουν αμφισβητήσει την υποκριτική σας δεινότητα; Μια γλυκιά εκδίκηση;

Έχουν πει ότι είμαι κακή ηθοποιός ακόμα και άνθρωποι που δεν με έχουν ποτέ δει να παίζω στο θέατρο. Έχω συνηθίσει πια. Όταν ξέσπασε αυτό το μπουρίνι, πριν από μερικά χρόνια, και στις πρεμιέρες των παραστάσεων έκαναν γκάλοπ ανάμεσα στους καλεσμένους για το αν είμαι ή όχι ηθοποιός, αποφάσισα να μην απαντήσω σε κανέναν. Κίνητρό μου δεν είναι η εκδίκηση, λοιπόν, όσο κι αν αυτό ενδεχομένως σας ακούγεται πολύ… ζεν. Ο «Γιούγκερμαν» είναι για μένα μια ευκαιρία να γίνω καλύτερη, είναι μια πολύτιμη εμπειρία στις αποσκευές μου. Με κάνει να ονειρεύομαι το μετά.

Και μετά το Πορεία, τι; Το Εθνικό Θέατρο ίσως;

Α, γιατί όχι; Σας ευχαριστώ που το λέτε. Θα το ήθελα πολύ!

Ποιους ρόλους ονειρεύεστε;

Δεν θα σας πω συγκεκριμένες ηρωίδες, αλλά υπάρχει ρεπερτόριο το οποίο θα ήθελα να  εξερευνήσω: να δοκιμαστώ στον Τσέχοφ, για παράδειγμα. Πιστεύω ότι μου ταιριάζει και φυσιογνωμικά. Δεν είναι του χαρακτήρα μου να κάνω εγώ τις προτάσεις, αλλά, όπως ήρθε αυτή η συνεργασία, ελπίζω να έρθουν κι άλλες.

Επιφυλακτική, αλλα δοτικη

Υπάρχει κάποια φράση από τον «Γιούγκερμαν» που έχει κολλήσει για κάποιον λόγο στο μυαλό σας;

Κάτι που λέει ο Μιχάλης Καραμάνος, ο καλύτερος φίλος του Γιούγκερμαν: «Η μοίρα όλων των ανθρώπων είναι ο θάνατος». Η ματαιότητα είναι ένα από τα διδάγματα του έργου.

Πώς θα περιγράφατε τον εαυτό σας με λίγες λέξεις;

Αχ, τι δύσκολο που είναι αυτό… Λοιπόν: είμαι εργατική, επιφυλακτική με τους ανθρώπους, αλλά εν τέλει δοτική με όσους εμπιστευτώ και έχω περιέργεια για τα πράγματα.

Κι αν η Ζέτα ήταν τραγούδι, κυρία Μακρυπούλια, ποιο θα ήταν;

Η «Παράκληση» του Αλκίνοου Ιωαννίδη: «Περπάτησα πάρα πολύ / και τα φτερά μου τα ’χω χάσει. / Μα εσύ που δεν πατάς στη γη / κάν’ την ψυχή μου να πετάξει». Πάντα ένιωθα ότι θέλω να πετάξω, αλλά κάτι με γειώνει, με κρατάει στο έδαφος…

Ευκαιρία να «πετάξετε» στη σκηνή του Πορεία.

Μακάρι. Το σίγουρο είναι ότι αυτή την εμπειρία έχω αποφασίσει να τη ζήσω στο 100%.

ΠΗΓΗ: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ- Συνέντευξη στην Τασούλα Επτακοίλη

sinidisi.gr

Διαβάστε επίσης