Στον Ιερό Ναό της Παναγίας Αλεξιωτίσσης στις 11 σήμερα το πρωί, θα τελεστεί η εξόδιος ακολουθία για τον Πατρινό αντιστασιακό - αγωνιστή Σπύρο Λαμπρόπουλο.
Έφυγε το Σάββατο 3 Νοεμβρίου το πρωί, πλήρης ημερών σε ηλικία 97 ετών
Είχε εισαχθεί στο νοσοκομείο σε εμπύρετη κατάσταση και εξαντλημένος από το γήρας η καρδιά του δεν άντεξε άλλο. Ο αείμνηστος είχε πέντε κορίτσια και δύο αγόρια. Επίσης ήταν παππούς είκοσι δύο εγγονιών και δεκαέξι δισεγγονιών. Και όπως λένε οι συγγενείς, η μνήμη του ήταν... ξυράφι. Αξιοσημείωτο είναι πως δεν λάνθανε ποτέ στην προσφώνησή τους. Ήταν γιος του Πατρινού τσαγκάρη Χρήστου Λαμπρόπουλου και της Αμαλιαδίτισσας Αγγελικής, γεννημένος τον Αύγουστο του 1921, στην Αμαλιάδα Ηλείας και από το 1930 μετακομίζει οικογενειακώς στην Πάτρα, όπου μέχρι την έξοδό του σε σύνταξη διατηρούσε μανάβικο στην οδό Παντοκράτορος και απέναντι από αυτό ταβέρνα για να πουλάει το κρασί που έβαζε κάθε χρόνο από το αμπέλι το οποίο διατηρούσε στην Κουρούτα Αμαλιάδας.
Ο αείμνηστος αγωνιστής υπήρξε από τους πρώτους ΕΠΟΝίτες στην οργάνωση της συνοικίας Παντοκράτορα Πάτρας με καθοδηγητή τον Κ. Γαμβέτα και γνώριμος του αμαλιαδίτη κομμουνιστή Νίκου Μπελογιάννη, καθώς κατάγονταν και οι δύο από την Αμαλιάδα. «Τον πρωτογνώρισα το 1930», λέει σε βιντεοσκοπήμενη συνέντευξή του στις 29 Αυγούστου του 2011, στην Κουρούτα που ζούσε με την γυναίκα του Γιαννούλα και την κόρη του Σοφία τα τελευταία χρόνια της ζωής του, «όταν σε ηλικία 14 χρόνων ο Μπελογιάννης στην πλατεία του Αγ. Αθανασίου Αμαλιάδας μιλούσε σε Αμαλιαδέους για την σταφίδα και την εκμετάλλευση των καλλιεργητών, γεγονός για το οποίο τον συνέλαβε η Χωροφυλακή. Κι όταν πήγε η μάνα του να του πει γιατί ασχολείται με αυτά -εσύ είσαι για μόρφωση παιδί μου- του είπε και αυτός της απάντησε: "μάνα σε αγαπώ, αλλά γι αυτά άσε με..."».
Με την επίθεση των Ιταλών φασιστών στην Ελλάδα το 1940 και με τους βομβαρδισμούς που ακολούθησαν, ακολουθεί η οικογένειά του το ρεύμα της αναζήτησης καταφυγίου στην ύπαιθρο. Επιλέγει τον τόπο καταγωγής της μητέρας του και καταφεύγουν στην Αμαλιάδα.
Η πείνα και οι επιπτώσεις της που εμφανίζονται στην χώρα πλήττει και την Αμαλιάδα. Έτσι τον Φεβρουάριο του 1942 επιστρέφει η οικογένειά του στην Πάτρα, όπου ένα δωμάτιο από το σπίτι του πατέρα του -το υπόλοιπο σπίτι είναι ενοικιασμένο- δεν επαρκεί να τους στεγάσει, πέραν του ότι είναι βομβαρδισμένο και λεηλατημένο. Η τότε κυβέρνηση για να προστατεύσει τους ενοικιαστές έβγαλε νόμο, το περίφημο ενοικιοστάσιο, με τον οποίο απαγόρευσε τις εξώσεις για οποιονδήποτε λόγο.
Νοικιάζει άλλο σπίτι στην συνοικία Παντοκράτορα, όπου εκεί κάνει την γνωριμία του με την Αντίσταση ως ΕΠΟΝίτης, συμμετέχοντας στον αγώνα. Κοντά το Πάσχα του 1944 συλλαμβάνεται από τους τσολιάδες του Κουρκουλάκου, με την δικαιολογία ότι θα τον αποτρέψουν για να μην φύγει στο βουνό και να ενταχθεί στον ΕΛΑΣ. Τον κλείνουν στις φυλακές του Παλιού Αρσακείου, στην συμβολή της Ρ. Φερραίου με την πάροδο Παπαρρηγοπούλου, μαζί με περίπου άλλους τριακοσίους πατριώτες.
«Κοντά στην Λαμπρή του 44 ήρθαν οι τσολιάδες, μαζί με τους χωροφύλακες και μας πιάσαν. Εμένα, τον αδελφό μου Παναγιώτη, τον Χαράλαμπο Φωή τον μεγαλύτερο από τα αδέλφια και άλλους και μας έκλεισαν στο παλιό Αρσάκειο. Εκεί, μαζί μας, είχαν φυλακίσει και τον Σίμο», λέει ο ίδιος για τον γνωστό τύπο της Πάτρας.
Ο Σπ. Λαμπρόπουλος κρατείται μέχρι την απελευθέρωση, όπου στις 4 Οκτώβρη του 1994, μπαίνοντας ο ΕΛΑΣ στην πόλη, ομάδα ανταρτών με επικεφαλής τον Αθηναίο ανθυπολοχαγό Ζήση Χατζόπουλο (Ρήγα) και τον Πατρινό Αντ. Βασιλόπουλο (Στραβολαίμη) φθάνοντας βρίσκουν τους χωροφύλακες να κρατούν ακόμη τους φυλακισμένους και απαιτούν την ελευθέρωσή τους.
Οργανωμένος στο ΚΚΕ, κατά τον εμφύλιο δεν ανεβαίνει στο βουνό, αλλά παρέχει υπηρεσία στην πόλη.
Στην βιντεοσκοπημένη συνέντευξή του ο Σπύρος Λαμπρόπουλος δίνει χαρακτηριστικές στιγμές από την κατοχική Πάτρα, όπου κυριαρχεί η πείνα, που επιβλήθηκε από τους καταχτητές και θανάτωσε αρκετό κόσμο απ' όλες τις ηλικίες.
«Τέλη 1941 προς 1942, που από την Κουρούτα, ήρθα στην Πάτρα για λίγο, σε ηλικία είκοσι ετών, φθάνοντας στην οδό Γερμανού, από το Ρωμαϊκό Ωδείο μέχρι την οδό Ηλείας είδα έξη πεσμένους στο χώμα. Πεθαμένους και μισοπεθαμένους, πρησμένους από την πείνα» λέει.
Και διευκρινίζει: «Με έβλεπαν οι γνωστοί μου που δεν ήμουν αδυνατισμένους και μου έλεγαν "εσύ είσαι προπολεμικός". Εκεί στην Αμαλιάδα που μέχρι τότε ζούσαμε, ο πατέρας μου σαν τσαγκάρης έφτιανε τσόκαρα ξύλινα και τα αντάλλασσε με προϊόντα που του έδιναν για πληρωμή οι μαυραγορίτες και έτσι κάτι είχαμε να φάμε.
Η πείνα όμως δεν ήταν μόνον στην Πάτρα. Και στην Αμαλιάδα υπήρχε, όλο το 41, από τον Απρίλη που μπήκαν οι Γερμανοί. Αλλά και η μάνα μου που είχε συγγενείς, τις έδωσαν από μια κότα, ένα κουνέλι και μαζί με το χωραφάκι της, που το σκάψαμε, εικοσάχρονος τότε εγώ, το σπείραμε στάρι και τον επόμενο χρόνο είχαμε να περάσουμε».
Ο Σπ. Λαμπρόπουλος θυμόταν: «Την πρώτη μέρα του πολέμου, που βομβάρδισαν οι Ιταλοί την Πάτρα, ο πατέρας και η μάνα μου μας πήραν και με τα πόδια φτάσαμε στην Αμαλιάδα.
Το 1943, οι ραφτάδες της Πάτρας αδελφοί Μπογόρδου, Τάσος και Κώστας ήσαν οργανωμένοι στο ΕΑΜ. Αυτοί είχαν οργανώσει τον κουμπάρο μου Ανδρέα Σολδάτο τον Μίμη Γιακουμή, που είχε το καφενείο στη Μουριά απέναντι από τον Παντοκράτορα κ.α. Τους έστελνε στο βουνό από το Μιντιλόγλι, που ήταν η έδρα για το ανέβασμα. Το 1944 ήταν να ανέβω με άλλη ομάδα κι εγώ. Μας έπιασαν όμως οι Τσολιάδες με τους Χωροφύλακες και μας έκλεισαν στο Παλιό Αρσάκειο» λέει ο αείμνηστος αγωνιστής.
Ο Σπύρος Λαμπρόπουλος, ανοιχτό βιβλίο Ιστορίας, σαν μιλούσε για τα σκληρά χρόνια της Κατοχής, της εξαθλίωσης και γι αυτούς που συνεργάστηκαν με τους Ναζί είχε να πει πολλά.
Μιλούσε για τον περίφημο συνεργάτη τους τον «Αητό» του Βαρθολομιού, παρόμοιον με τον «Ελπιδοφόρο» της Πάτρας, που από αντάρτης του βουνού ο «Αητός» κατέβηκε στο Βαρθολομιό και με μία ομάδα είκοσι καθαρμάτων της κοινωνίας, δυνάστευε όλη την περιοχή.
Με την ελευθέρωση του Πύργου από τον ανθυπολοχαγό καπετάν Νικήτα Πολυκράτη, τον Σεπτέμβρη του 1944, ο «Αητός» κυνηγημένος από τον ΕΛΑΣ έφθασε στην ακόμη γερμανοκρατούμενη Πάτρα και με κομπορρημοσύνη διάβαινε στην οδό Γερμανού, προκαλώντας τους ανήσυχους πολίτες.
Μιλά ακόμη για γνωστό καταστηματάρχη ταβέρνας στην Πάτρα, που ήταν στην ομάδα του «Αητού», με αδελφό παιδεραστή, τον οποίο αδελφό συνέλαβε ομάδα ΕΠΟΝιτών της Αμαλιάδας και για τιμωρία τον έριξε μέσα σε γούβα με ασβέστη που έβραζε. Και για αντίποινα ο ίδιος συνέλαβε ομήρους και από αυτούς σκότωσε δεκαεφτά άτομα.
Ο Σπύρος Λαμπρόπουλος ήταν από τους ανθρώπους «σημαδούρα» της Ιστορίας για τον καιρό του. Ας είναι αιωνία η μνήμη του, για να τον θυμόμαστε, όσοι τον γνωρίσαμε.