Σαφές μήνυμα προς τις χώρες της ΕΕ που αρνούνται να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους σε ό,τι αφορά το προσφυγικό στέλνει ο αρμόδιος Ευρωπαίος Επίτροπος Δημήτρης Αβραμόπουλος. Ξεκαθαρίζει πως οι εκατοντάδες χιλιάδες που μετακινήθηκαν έως τη 15η Μαρτίου 2017 από την Ελλάδα προς άλλα κράτη-μέλη δεν θα επιστρέψουν και επισημαίνει τη βελτίωση, τόσο σε ευρωπαϊκό επίπεδο όσο και σε ελληνικό, της διαχείρισης της προσφυγικής κρίσης και των μεταναστευτικών ροών αλλά και της φύλαξης των συνόρων με τη δημιουργία και ανάπτυξη της Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής. «Έχουν ήδη επανεγκατασταθεί 17.000 άτομα από την Ελλάδα προς άλλες χώρες της ΕΕ. Η δουλειά που γίνεται πρέπει να ολοκληρωθεί» τονίζει στη συνέντευξή του στο ΑΜΠΕ ο κ. Αβραμόπουλος και προσθέτει: «Πρέπει πλέον να περάσουμε σε μια ομαλή διαχείριση του μεταναστευτικού. Σε αυτό το πλαίσιο, πριν από δυο εβδομάδες παρουσιάσαμε το πρόγραμμα ESTIA, μέσω του οποίου χρηματοδοτούνται ενοικιαζόμενα καταλύματα έως και για 30.000 άτομα και χρηματική βοήθεια στους πρόσφυγες ώστε να καλύπτουν τις βασικές ανάγκες τους, με προφανή οφέλη τόσο για τους ίδιους όσο και για τις τοπικές κοινωνίες στις οποίες ζουν. Όχι μόνο εντάσσονται πιο ομαλά οι οικογένειες προσφύγων αλλά η χρηματική αυτή ενίσχυση διοχετεύεται εκ νέου στην τοπική οικονομία, σε οικογενειακά καταστήματα και σε παρόχους υπηρεσιών».
Αναφορικά με τα κράτη-μέλη που αρνούνται να αναλάβουν το μέρος της ευθύνης που τους αναλογεί όσον αφορά τη μετεγκατάσταση προσφύγων, ο κ. Αβραμόπουλος τονίζει πως οι αποφάσεις σχετικά με τη μετεγκατάσταση βασίζονται στις αρχές της υπευθυνότητας και της αλληλεγγύης και δεν αποτελούν μια ηθική δέσμευση αλλά νομική υποχρέωση όλων των κρατών-μελών. «Βρισκόμαστε στο δεύτερο στάδιο της διαδικασίας επί παραβάσει» σημειώνει, «αυτή η εξέλιξη δεν μου είναι ευχάριστη, αλλά ήταν μια δίκαιη απόφαση, ειδικά προς τις χώρες που με συνέπεια τηρούν τις υποχρεώσεις τους. Η μετεγκατάσταση αποτελεί βασικό στοιχείο για την επιτυχία της στρατηγικής μας για τη μεταναστευτική κρίση και πριν 2 εβδομάδες καλέσαμε ακόμη μια φορά τα κράτη-μέλη να ανταποκριθούν άμεσα στις υποχρεώσεις τους για τη μετεγκατάσταση. Δεν σας κρύβω όμως ότι ελπίζω ότι θα πειστούν όλα τα κράτη-μέλη να συνεργαστούν ώστε να σταματήσει η νομική διαδικασία. Υπάρχει ακόμα χρονικό περιθώριο και εκδηλωμένη βούληση από πλευράς μου για συνεργασία».
Για τη μετεγκατάσταση προσφύγων, ο Έλληνας Επίτροπος εξηγεί πως η συνθήκη του Δουβλίνου βρίσκεται υπό αναθεώρηση αλλά μέχρι να αναθεωρηθεί, είναι σε ισχύ. «Έτσι έχει ξεκαθαριστεί δια παντός ότι οι εκατοντάδες χιλιάδες που μετακινήθηκαν έως τη 15η Μαρτίου 2017 από την Ελλάδα προς άλλα κράτη-μέλη δεν θα επιστραφούν. Όσοι όμως λίγοι έκτοτε εισήλθαν στη χώρα και επιλέγουν να μετακινηθούν παράτυπα -εκτός δηλαδή των προβλεπόμενων διαδικασιών της μετεγκατάστασης και της οικογενειακής επανένωσης- είναι υποψήφιοι προς επιστροφή υπό προϋποθέσεις και σε κατάλληλες συνθήκες, σύμφωνα με τη σύσταση της Επιτροπής. Η μια διαδικασία συμπληρώνει την άλλη και εξασφαλίζει τη νομιμότητα, διασπώντας τις εγκληματικές δραστηριότητες των διακινητών. Η Γερμανία έχει μετεγκαταστήσει 3.712 πρόσφυγες μόνο από την Ελλάδα και έχει επιπλέον, τονίζω, έχει δεχτεί πολλούς στα πλαίσια της οικογενειακής επανένωσης. Έχει αιτηθεί την επιστροφή μόλις 392 που έφτασαν εκτός αυτών των νόμιμων διαδικασιών στη Γερμανία. Γνωρίζουμε ότι η Ελλάδα έχει απαντήσει θετικά για κάποιες από τις περιπτώσεις και οι διαδικασίες θα γίνουν βάσει των κανόνων και της συνεργασίας των δυο χωρών. Και σε αυτό το σημείο να ξεκαθαρίσω ότι είναι απόλυτα λογικό και σύμφωνο προς τους κανόνες της νομοθεσίας Ασύλου να λαμβάνονται υπ’ όψιν διαδικαστικά ζητήματα, που απώτερο στόχο έχουν να εξασφαλίσουν την ομαλή μετακίνηση και υποδοχή των μεταναστών. Αυτό απάντησε η Επιτροπή σε πρόσφατες ερωτήσεις ευρωβουλευτών σχετικά με τον περιορισμένο αριθμό -70 το μήνα- περιπτώσεων οικογενειακής επανένωσης από την Ελλάδα στη Γερμανία κατά τους μήνες Απρίλιο και Μάιο. Η Γερμανία έχει δείξει εμπράκτως την αλληλεγγύη της προς την Ελλάδα, και το γεγονός ότι τώρα μπορούν να επαναρχίσουν οι μεταφορές αιτούντων άσυλο στην Ελλάδα βάσει του κανονισμού του Δουβλίνου, είναι ξεκάθαρη ένδειξη ότι η Ελλάδα έχει επιτύχει σημαντική πρόοδο όσον αφορά στη θέσπιση των βασικών θεσμικών και νομικών δομών για την ομαλή λειτουργία του συστήματος ασύλου. Η Ευρώπη πάντοτε είναι στο πλευρό της Ελλάδας, παρακολουθούμε διαρκώς τις εξελίξεις και είμαστε έτοιμοι να στηρίξουμε τις προσπάθειες με όποιο τρόπο χρειαστεί. Όσον αφορά στην ολοκλήρωση των μετεγκαταστάσεων από την Ελλάδα είναι απολύτως εφικτό να πραγματοποιηθεί μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου για όλους όσοι πληρούν τις προϋποθέσεις. Το ότι το πρόγραμμα μετεγκατάστασης λήγει τον Σεπτέμβριο δεν σημαίνει βέβαια ότι τελειώνουν και οι νομικές υποχρεώσεις των κρατών-μελών. Τα κράτη-μέλη θα συνεχίσουν να έχουν την υποχρέωση να μετεγκαταστήσουν όλους τους επιλέξιμους υποψηφίους που θα φθάσουν στην Ευρώπη πριν το τέλος Σεπτεμβρίου».
Αναφερόμενος, τέλος, στην κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και την κρίση, ο κ. Αβραμόπουλος εκτιμά πως βρισκόμαστε στην αρχή του τέλους της κρίσης, «εφόσον οι μεταρρυθμίσεις και οι διαρθρωτικές αλλαγές συνεχίσουν να εφαρμόζονται. Η συνεχής απορρόφηση και αξιοποίηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων είναι εξίσου σημαντική για να βγει οριστικά η ελληνική οικονομία από την κρίση και αντιμετωπιστεί το μεγάλο πρόβλημα της ανεργίας που δοκιμάζει την ελληνική κοινωνία και ιδιαίτερα τους νέους. Στο σημείο αυτό θα μου επιτρέψετε να τονίσω ότι ο ρόλος του Προέδρου της Επιτροπής Ζαν-Κλωντ Γιούνκερ ήταν καθοριστικός και η θέση του για στήριξη της Ελλάδας σε όλα τα επίπεδα ήταν σαφής και σταθερή εξαρχής. Ο Γιούνκερ είναι ένας εκ των λίγων Μεγάλων Ευρωπαίων πολιτικών αυτής της γενιάς. Η στήριξη προς την Ελλάδα οφειλόταν στην αγάπη που έχει τη χώρα μας, αλλά ήταν και μια συνειδητή πολιτική απόφαση λόγω της προσήλωσής του στην ιδέα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της πολιτικής της ολοκλήρωσης. Έχω την αίσθηση ότι οι Έλληνες πολίτες γνωρίζουν καλά τον καθοριστικό ρόλο που έπαιξε σε όλα τα στάδια αυτής της κρίσης».