Με την κατάθεση του Αθανάσιου Γρίβα, πατέρα της 28χρονης Κυριακής που δολοφονήθηκε άγρια τον Απρίλιο του 2024, έξω από το Αστυνομικό Τμήμα Αγίων Αναργύρων, από τον πρώην σύντροφό της, ξεκίνησε η επί της ουσίας ακροαματική διαδικασία ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Αθηνών.
Ο μάρτυρας, εμφανώς συντετριμμένος, μιλώντας για τον κατηγορούμενο σκιαγράφησε το προφίλ ενός χειριστικού και επικίνδυνου άνδρα, ο οποίος – όπως είπε – «φυλάχτηκε καλά και δεν τον πήρε κανείς είδηση όταν πήγε να τη σκοτώσει».
Ο κ. Γρίβας ανέφερε πώς γνώρισε τον κατηγορούμενο το 2019, όταν η κόρη του τού τον παρουσίασε ως σύντροφό της. Όπως κατέθεσε, ο ίδιος από την πρώτη στιγμή είχε επιφυλάξεις: «Ήταν άνεργος, έλεγε ότι είχε δουλέψει σε καράβια. Ήταν ένας άνθρωπος που δεν μου ενέπνεε εμπιστοσύνη. Τα μάτια του δεν μου άρεσαν. Ήταν σκοτεινά».
Ο μάρτυρας μίλησε για μια σταδιακή διολίσθηση της κόρης του σε μια κακοποιητική σχέση, όπου ο κατηγορούμενος την παρακολουθούσε, της έπαιρνε την τραπεζική κάρτα, παρενέβαινε στις δουλειές της και ασκούσε απόλυτο έλεγχο στη ζωή της. Αποκάλυψε ότι σε κοινωνικές εξόδους δεν την άφηνε ούτε να σηκώσει τα μανίκια της, γιατί φοβόταν να φανούν οι μελανιές.
«Αν ήξερα ότι την εκβιάζει, θα τον είχα καθαρίσει εγώ»
Ο πατέρας της Κυριακής είπε ότι η κόρη του του είχε τηλεφωνήσει αρκετές φορές για να την πάρει από το σπίτι που μοιραζόταν με τον κατηγορούμενο, λέγοντάς του πως χώρισαν, αλλά στη συνέχεια τον ειδοποιούσε πως «τα είχαν ξαναβρεί».
«Ήταν ερωτευμένη. Πίστευε ότι θα αλλάξει. Όπως όλα τα θύματα κακοποιητικών σχέσεων», ανέφερε χαρακτηριστικά. Παράλληλα, σημείωσε πως η κόρη του, ενώ είχε αποφασίσει να προχωρήσει τη ζωή της, δεν μπορούσε να αποκοπεί εύκολα από τον κατηγορούμενο. Ακόμα και την παραμονή του εγκλήματος, πήγε έξω από το νέο της σπίτι και της έκανε φασαρία. «Μου είπε “μπαμπά έφυγε”. Δεν μπήκε μέσα, αλλά ήταν εκεί».
Ο μάρτυρας τόνισε με δάκρυα πως «αν ήξερε ότι η κόρη του εκβιαζόταν, θα είχε πάρει ο ίδιος τον νόμο στα χέρια του».
Ανέφερε επίσης ότι η Κυριακή είχε σταθεί στο πλευρό του κατηγορούμενου σε ψυχιατρικές κλινικές, και ότι για χρόνια προσπαθούσε να τον βοηθήσει να σταθεί στα πόδια του. «Εκείνη τον αγαπούσε πραγματικά, αυτός τη μαχαίρωσε», είπε, υπογραμμίζοντας πως η ίδια η Κυριακή είχε φτάσει στο σημείο να πει: «Μπαμπά, είχες δίκιο. Το μόνο που τον νοιάζει είναι να πίνει μπύρες».
Η υπεράσπιση επικαλείται μειωμένο καταλογισμό
Από την πλευρά του κατηγορουμένου, ο συνήγορός του, Σπύρος Δημητρίου, ζήτησε να του αναγνωριστεί μειωμένος καταλογισμός, υποστηρίζοντας ότι ο εντολέας του «πάσχει από σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα», λαμβάνει ισχυρή φαρμακευτική αγωγή, και βρισκόταν υπό την επήρεια ουσιών κατά τη διάπραξη του εγκλήματος.
«Η Κυριακή είχε απευθυνθεί στην αστυνομία και είχε δηλώσει ότι κινδυνεύει από τον πρώην της. Το τι έκανε η αστυνομία, είναι θέμα άλλης δίκης», δήλωσε ο κ. Δημητρίου, επισημαίνοντας και ότι ο κατηγορούμενος είχε κάνει απόπειρες αυτοκτονίας.
Οι συνήγοροι υποστήριξης της κατηγορίας αντέτειναν πως η εικόνα του ψυχικά ασθενούς είναι ψευδής και προσχηματική. Τόνισαν ότι ο κατηγορούμενος ουδέποτε είχε ακούσια ψυχιατρική νοσηλεία και ότι οι απόπειρες αυτοκτονίας ήταν προσχηματικές, με μοναδικό στόχο τη δημιουργία υπερασπιστικής γραμμής.
«Όταν κάποιος είναι επικίνδυνος, δεν σημαίνει ότι είναι ακαταλόγιστος», τόνισαν χαρακτηριστικά, απορρίπτοντας κάθε ένδειξη για μειωμένο καταλογισμό.
Νωρίτερα, σε διακοπή της δίκης που είχε προηγηθεί ο πατέρας της Κυριακής Γρίβα φώναξε στον κατηγορούμενο: «Πιο κάτω το κεφάλι ρε! Ξέρεις τι κάνει η Κούλα τώρα; Σαπίζει. Την τρώνε τα σκουλήκια. Χαίρεσαι; Καλά τα κανόνισες. Έχεις βάλει να σε φιλάνε τώρα 30. Και όλοι περιμένουμε να δούμε αν είσαι τρελός ή όχι…».