ΕΡΕΥΝΑ TEMPO24.NEWS
Οι περισσότεροι από εμάς ακούγοντας το όνομα της λέπρας ανατρέχουμε συνειρμικά σε παλαιότερες εποχές θεωρώντας ότι η ασθένεια αυτή έχει πλέον αντιμετωπιστεί.
Κάτι που ωστόσο δεν συμβαίνει, όπως προκύπτει μετά και το περιστατικό που νοσηλεύεται στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Πατρών.
Η ασθένεια επιστρέφει ενώ η Ελλάδα έχει ζήσει τον εφιάλτη του κορονοϊού και τις τελευταίες ημέρες "βομβαρδίζεται" από ρεπορτάζ για την ευλογιά των πιθήκων, με αποτέλεσμα να προκαλείται έντονη ανησυχία στον πληθυσμό.
«Είχαμε βρει και πρόπερσι τέτοιο κρούσμα. Είμαστε σε επαγρύπνηση για να μην διασπαρούν», ανέφερε ο καθηγητής Μικροβιολογίας του νοσοκομείου ΑΤΤΙΚΟΝ, Σπυρίδωνας Πουρνάρας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στην Δυτική Ελλάδα τον Μάιο του 2011, σύμφωνα με δημοσιεύματα, τέσσερις περιπτώσεις λέπρας εντοπίστηκαν από τους δερματολόγους του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Ρίου και αφορούσαν κατοίκους της Αιτωλοακαρνανίας. Η οικογένεια, καταγόταν από αλλοδαπή χώρα, αλλά διέμενε στην Ελλάδα και ταλαιπωρείτο επί μήνες με δερματολογικά συμπτώματα.
Τα στοιχεία του ΠΟΥ
ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας δημοσίευσε στοιχεία, τα οποία δεν είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά δεδομένου ότι το 2020 καταγράφηκαν 127.558 νέα κρούσματα βάσει των επίσημων στοιχείων από 139 χώρες . Στα κρούσματα αυτά συμπεριλαμβάνονται και 8.629 παιδιά κάτω των 15 ετών.
Τί είναι η λέπρα
Η λέπρα είναι μια πανάρχαια ασθένεια, που περιγράφεται συχνά και σε βιβλιογραφίες αρχαίων πολιτισμών, με την πρώτη γραπτή αναφορά να χρονολογείται στο 600 Π.Χ. , ενώ όπως είναι ευρέως γνωστό οι νοσούντες συχνά εξοστρακίζονταν από τις κοινότητες και τις οικογένειές τους. Στην Ελλάδα, η Σπιναλόγκα στην Κρήτη ήταν το πιο γνωστό μέρος απομόνωσης των λεπρών.
Η λέπρα ή αλλιώς νόσος του Χάνσεν είναι μια χρόνια μολυσματική νόσος που προκαλείται από ένα ενδοκυττάριο βακτήριο, το μυκοβακτήριο της λέπρας (Mycobacterium leprae) το οποίο επηρεάζει κυρίως το δέρμα, τα περιφερικά νεύρα, τον βλεννογόνο της ανώτερης αναπνευστικής οδού και τα μάτια. Μάλιστα, το όνομα της προέρχεται από το ρήμα της αρχαίας ελληνικής «λέπω» δηλαδή ξεφλουδίζω.
Τα μυκοβακτήρια της λέπρας αναπτύσσονται πολύ αργά και μπορεί να χρειαστούν έως και 20 χρόνια για να εμφανιστούν σημάδια μόλυνσης. Επιτίθενται στα νεύρα, τα οποία μπορεί να διογκωθούν κάτω από το δέρμα, ενώ τα σημεία εκείνα μπορούν να χάσουν την ικανότητα να αισθάνονται την αφή και τον πόνο, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε τραυματισμούς, όπως κοψίματα και εγκαύματα. Συνήθως, το προσβεβλημένο δέρμα αλλάζει χρώμα και γίνεται συχνά ξηρό ή ξεφλουδισμένο, με απώλεια αίσθησης ή μπορεί να είναι κοκκινωπό λόγω της φλεγμονής του δέρματος.
Εάν αφεθεί χωρίς θεραπεία, η βλάβη των νεύρων μπορεί να οδηγήσει σε παράλυση των χεριών και των ποδιών. Σε πολύ προχωρημένες περιπτώσεις, το άτομο μπορεί να έχει πολλαπλούς τραυματισμούς λόγω έλλειψης αίσθησης και τελικά να υπάρξει απώλεια των δακτύλων.
Έλκη κερατοειδούς και τύφλωση μπορεί επίσης να εμφανιστούν εάν επηρεαστούν τα νεύρα του προσώπου. Άλλα σημάδια της προχωρημένης νόσου του Hansen μπορεί να περιλαμβάνουν απώλεια φρυδιών και παραμόρφωση της μύτης ως αποτέλεσμα βλάβης στο ρινικό διάφραγμα.
Πώς μεταδίδεται η λέπρα;
Δεν είναι γνωστό πώς ακριβώς μεταδίδεται η νόσος του Hansen μεταξύ των ανθρώπων. Οι επιστήμονες εικάζουν ότι μεταδίδεται όταν ένα άτομο με τη νόσο του Χάνσεν βήχει ή φτερνίζεται και ένα υγιές άτομο αναπνέει τα σταγονίδια που περιέχουν τα βακτήρια. Πάντως, να τονιστεί πως απαιτείται παρατεταμένη, στενή επαφή κάποιου με μη θεραπευμένο ασθενή για πολλούς μήνες για να κολλήσει τη νόσο. Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι δεν μπορεί κανείς να κολλήσει από μια περιστασιακή επαφή με ένα άτομο που πάσχει από τη νόσο του Hansen , ενώ η νόσος δεν μεταδίδεται ούτε μέσω της σεξουαλικής επαφής, αλλά ούτε από τη μητέρα στο αγέννητο μωρό της κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Δυστυχώς, λόγω της αργής ανάπτυξης των βακτηρίων και του μεγάλου διαστήματος που μεσολαβεί μέχρι να εμφανιστούν σημάδια της νόσου, συνήθως είναι ανέφικτο να βρεθεί η πηγή μόλυνσης.
Υπάρχει θεραπεία για τη λέπρα;
Η έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία συνήθως αποτρέπουν την αναπηρία που μπορεί να προκύψει από τη νόσο και τα άτομα με νόσο του Hansen μπορούν να συνεχίσουν να εργάζονται και να έχουν μια ενεργή ζωή. Μόλις ξεκινήσει η θεραπεία, το άτομο δεν είναι πλέον μεταδοτικό. Τα αντιβιοτικά που χρησιμοποιούνται κατά τη διάρκεια της θεραπείας σκοτώνουν τα βακτήρια που προκαλούν τη λέπρα. Όμως, ενώ η θεραπεία μπορεί να θεραπεύσει την ασθένεια και να την αποτρέψει από την επιδείνωση, δεν μπορεί να αναστρέψει τη νευρική βλάβη ή τη φυσική παραμόρφωση που μπορεί να έχει συμβεί πριν από τη διάγνωση.
Για αυτόν τον λόγο κρίνεται απαραίτητο η νόσος να διαγνωστεί όσο το δυνατόν νωρίτερα, πριν εμφανιστεί οποιαδήποτε μόνιμη βλάβη των νεύρων.
Σπιναλόγκα, το νησί των λεπρών