Δεν εννοώ αυτόν που αφορά στα γενετήσια ήθη και τις πρακτικές. Αναφέρομαι κυρίως σ’ αυτού του τύπου τη λογοκρισία που επιβάλλεται στον σαρκασμό και την ειρωνεία. Οι νεοπουριτανοί, όπως όλοι οι φανατικοί, μπορούν να αντιμετωπίσουν, και να ανεχθούν, ακόμη και τη βρισιά ή τη χυδαιολογία. Διότι μιλούν την ίδια γλώσσα και ξέρουν να απαντήσουν. Αν πεις ας πούμε κάτι που δεν συμφωνεί με τη θέση ότι η Ελλάδα όχι μόνον είναι έτοιμη, αλλά και οφείλει, να δεχθεί όποιον μετανάστη επιθυμεί να διασχίσει τα σύνορά της θα σε πουν «φασίστα», «ξενόφοβο», «ισλαμόφοβο» και ό,τι άλλο βρουν πρόχειρο. Αυτό που δεν ανέχονται είναι οι ρωγμές που προκαλεί η ειρωνεία στο προσωπείο της σοβαροφάνειας.
Υπάρχει και φόβος και υποκρισία στον νεοπουριτανισμό. Oσοι ζούμε σ’ αυτόν τον τόπο ξέρουμε πολύ καλά πού και πώς ξοδεύτηκαν τα δισεκατομμύρια των ευρωπαϊκών επιδοτήσεων. Oταν όμως το λέει ο Ντάισελμπλουμ, επειδή είναι Ολλανδός βγαίνει η κ. Αναγνωστοπούλου να τον κατηγορήσει ότι αποκαλεί τις γυναίκες του Νότου πόρνες, κι ας μην αναφέρθηκε σ’ αυτές. Κάπως πρέπει κι αυτή να δικαιολογήσει την ύπαρξή της. Επεται καταιγίς εθνικής υπερηφανείας την οποία μακάρι να την είχαμε όταν η χώρα ξοδευόταν στα σκυλάδικα. Και βέβαια ο νεοπουριτανισμός, όπως ο πουριτανισμός, θέτει ο ίδιος τα όρια της ανοχής στη σκέψη. Μπορείς να κριτικάρεις το μουσείο του Μπελογιάννη, αλλά μη φτάσεις να τον πεις προδότη επειδή ήθελε να επιβάλλει κομμουνιστικό ολοκληρωτισμό. Γιατί; Γιατί αγωνίστηκε για τις ιδέες του στις συνθήκες του καιρού του. Μα κι ο Στάλιν για τις ιδέες του αγωνίστηκε στις συνθήκες του καιρού του. Λογοκρισία; Οχι, προς Θεού, απλή ορθότης. Είσαι ελεύθερος να σκέφτεσαι, αρκεί να μην ξεγυμνώνεις τον αστράγαλο της κυρίας.
Με ελάχιστες εξαιρέσεις η σύγχρονη Ελλάδα δεν έχει παράδοση ειρωνικού λόγου. Είναι μία από τις επινοήσεις της κλασικής ελληνικής σκέψης που χάθηκε μέσα στη σοβαροφάνεια και την υποκρισία μας. Το δικό μας κωμικό στηρίζεται στην πλάκα, στο καλαμπούρι. Η ειρωνεία τρομάζει γιατί ακυρώνει με μία μόνον αποστροφή την επίφαση της σοβαρότητάς μας. Κι όταν εσύ ο ίδιος δεν είσαι σίγουρος για τη σοβαρότητά σου τότε απεχθάνεσαι όσους στο δείχνουν. Οταν ειρωνεύεσαι κάποιον είναι ένας τρόπος να απαλύνεις το δυσάρεστο αίσθημα που προκαλεί η υποκρισία ή η καθαρή βλακεία.
Μας παίρνουμε πολύ στα σοβαρά. Τόσο που δεν μας αντέχουμε ούτε οι ίδιοι.
ΠΗΓΗ: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ