Η σημασία της στοματικής υγείας αποδεικνύεται ακόμη μεγαλύτερη, καθώς νέα ευρήματα ενισχύουν τις ήδη υπάρχουσες ενδείξεις για τη σύνδεση μεταξύ ουλίτιδας και καρδιαγγειακών νοσημάτων. Μελέτη του Πανεπιστημίου της Χιροσίμα στην Ιαπωνία, διαπίστωσε πως το βακτήριο Porphyromonas gingivalis (P. gingivalis) που σχετίζεται με την ουλίτιδα, μπορεί να εισχωρήσει στην κυκλοφορία του αίματος, να φτάσει μέχρι την καρδιά και να συμβάλει στην ανάπτυξη ουλώδους ιστού. Η κατάσταση αυτή, γνωστή ως ινώδης εκφύλιση (fibrosis), παραμορφώνει τη δομή της καρδιάς, διαταράσσει τα ηλεκτρικά της σήματα και αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης κολπικής μαρμαρυγής— μιας επικίνδυνης καρδιακής αρρυθμίας που συνδέεται με εγκεφαλικά επεισόδια, καρδιακή ανεπάρκεια και άλλες απειλητικές για τη ζωή καταστάσεις.
Ορισμένες μελέτες έχουν συνδέσει την περιοδοντίτιδα με τα καρδιαγγειακά νοσήματα. Μια πρόσφατη μετα-ανάλυση έδειξε ότι τα άτομα με περιοδοντίτιδα διατρέχουν 30% υψηλότερο κίνδυνο να εμφανίσουν κολπική μαρμαρυγή. Τα περιστατικά της συγκεκριμένης πάθησης αυξήθηκαν παγκοσμίως από 33,5 εκατομμύρια το 2010 σε σχεδόν 60 εκατομμύρια το 2019. Αυτό ώθησε τους επιστήμονες να εξετάσουν τον ρόλο των στοματικών βακτηρίων στην πρόκληση καρδιολογικών προβλημάτων.
Προηγούμενες μελέτες έχουν εντοπίσει τη φλεγμονή ως βασικό παράγοντα. Όταν τα κύτταρα του ανοσοποιητικού αντιδρούν στη μόλυνση των ούλων, απελευθερώνουν χημικά σήματα που μπορεί να κυκλοφορήσουν στο αίμα, προκαλώντας φλεγμονή σε άλλα όργανα. Επιπλέον, έχει εντοπιστεί DNA στοματικών βακτηρίων —όπως το P. gingivalis— σε καρδιακό ιστό, βαλβίδες και αρτηριακές πλάκες, ή αλλιώς αθηρωματικές πλάκες. Το βακτήριο αυτό έχει επίσης συνδεθεί με τη νόσο Αλτσχάιμερ, τον διαβήτη, καθώς και ορισμένες μορφές καρκίνου.
«Η αιτιώδης σχέση μεταξύ περιοδοντίτιδας και κολπικής μαρμαρυγής είναι ακόμη άγνωστη, αλλά η εξάπλωση των περιοδοντικών βακτηρίων μέσω της κυκλοφορίας του αίματος μπορεί να συνδέει αυτές τις παθήσεις», δήλωσε ο πρώτος συγγραφέας της μελέτης Σουνσούκε Μιγιότσι, επίκουρος καθηγητής στη Μεταπτυχιακή Σχολή Βιοϊατρικής και Επιστημών Υγείας του πανεπιστημίου της Χιροσίμα.
Η μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Circulation» είναι η πρώτη που αποδεικνύει με σαφήνεια ότι το βακτήριο P. gingivalis μπορεί να μεταναστεύσει από τα ούλα, στον αριστερό κόλπο της καρδιάς, τόσο σε ζώα όσο και σε ανθρώπους, υποδεικνύοντας μια πιθανή μικροβιακή οδό που συνδέει την περιοδοντίτιδα με την κολπική μαρμαρυγή.
Πώς συνδέεται η περιοδοντίτιδα με την κολπική μαρμαρυγή
Για να μελετήσουν πώς το P. gingivalis μπορεί να διαφύγει από τη στοματική κοιλότητα και να προκαλέσει βλάβες σε άλλα όργανα, οι ερευνητές ανέπτυξαν ένα πειραματικό μοντέλο ποντικιού, χρησιμοποιώντας το εξαιρετικά παθογόνο στέλεχος W83 του βακτηρίου. Αρσενικά ποντίκια ηλικίας 13 εβδομάδων κατανεμήθηκαν σε δύο βασικές ομάδες: στην πρώτη ομάδα, το βακτήριο εισήχθη στον οδοντικό πολφό, ενώ η δεύτερη ομάδα δεν εκτέθηκε στο P. gingivalis. Στη συνέχεια, κάθε ομάδα διαιρέθηκε σε υποομάδες, οι οποίες παρακολουθήθηκαν για διάστημα 12 ή 18 εβδομάδων, ώστε να αξιολογηθούν οι καρδιαγγειακοί κίνδυνοι που απορρέουν από τη μακροχρόνια έκθεση στο μικρόβιο.
Η ενδοκαρδιακή διέγερση – μια διαγνωστική τεχνική για την αρρυθμία – δεν αποκάλυψε καμία διαφορά στον κίνδυνο κολπικής μαρμαρυγής μεταξύ μολυσμένων και μη μολυσμένων ποντικών στις 12 εβδομάδες. Αλλά μέχρι την 18η εβδομάδα, οι δοκιμές έδειξαν ότι τα ποντίκια που εκτέθηκαν στο βακτήριο είχαν έξι φορές περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν μη φυσιολογικούς καρδιακούς ρυθμούς, με ποσοστό επαγωγής κολπικής μαρμαρυγής 30% σε σύγκριση με μόλις 5% στην ομάδα ελέγχου.
Για να διαπιστώσουν αν το πειραματικό τους μοντέλο αναπαριστά με ακρίβεια την περιοδοντίτιδα, οι ερευνητές εξέτασαν τις βλάβες στη γνάθο και εντόπισαν τα χαρακτηριστικά της σημάδια. Κατέγραψαν φθορά στον οδοντικό πολφό και την παρουσία μικροαποστημάτων, τα οποία είχαν προκληθεί από το P. gingivalis. Ωστόσο, η βλάβη δεν περιοριζόταν μόνο στο στόμα. Το βακτήριο εντοπίστηκε και στον αριστερό κόλπο της καρδιάς, όπου ο προσβεβλημένος ιστός είχε γίνει σκληρός και ινώδης. Χρησιμοποιώντας την τεχνική ισοθερμικής ενίσχυσης μέσω βρόχου για την ανίχνευση συγκεκριμένων γενετικών υπογραφών, η ομάδα επιβεβαίωσε την παρουσία του στελέχους του P. gingivalis στην καρδιά. Αντιθέτως, τα ποντίκια που δεν είχαν εκτεθεί στο βακτήριο διατηρούσαν υγιή οδοντικό ιστό και δεν παρουσίαζαν καμία ένδειξη παρουσίας του P. gingivalis στον καρδιακό ιστό.
Δώδεκα εβδομάδες μετά τη μόλυνση, τα ποντίκια που είχαν εκτεθεί στο βακτήριο παρουσίαζαν ήδη περισσότερες ουλές στην καρδιά σε σύγκριση με εκείνα που δεν είχαν μολυνθεί. Στις 18 εβδομάδες, η ουλοποίηση στα μολυσμένα ποντίκια είχε φτάσει το 21,9%, έναντι 16,3% στην ομάδα ελέγχου — ένα ποσοστό που αποδίδεται πιθανότατα στη φυσιολογική γήρανση. Αυτό υποδηλώνει ότι το P. gingivalis όχι μόνο προκαλεί πρώιμη καρδιακή βλάβη, αλλά πιθανόν να επιταχύνει και την εξέλιξή της με την πάροδο του χρόνου.
Ωστόσο, αυτή η ανησυχητική σύνδεση δεν περιορίζεται μόνο στα ποντίκια. Σε ξεχωριστή μελέτη σε ανθρώπους, οι ερευνητές ανέλυσαν ιστό από τον αριστερό κόλπο της καρδιάς 68 ασθενών με κολπική μαρμαρυγή που υποβλήθηκαν σε χειρουργική επέμβαση. Το P. gingivalis ανιχνεύθηκε και εκεί — σε μεγαλύτερες ποσότητες μάλιστα σε άτομα με σοβαρή περιοδοντική νόσο.
Όπως επισημαίνουν οι ερευνητές, το συγκεκριμένο βακτήριο φαίνεται να διαθέτει την ικανότητα να «κρύβεται» στο εσωτερικό των ανθρώπινων κυττάρων, αποφεύγοντας έτσι την εξουδετέρωση από τους φυσικούς αμυντικούς μηχανισμούς του οργανισμού και προκαλώντας παρατεταμένη φλεγμονώδη αντίδραση.ποντίκια εμφάνισαν αυξημένα επίπεδα του δείκτη galectin-3 και του γονιδίου Tgfb1, που σχετίζεται με την ινώδη εκφύλιση και τις φλεγμονώδεις διεργασίες.
Τα ευρήματα ενισχύουν την ανάγκη για καλή στοματική υγιεινή. Το βούρτσισμα, η χρήση οδοντικού νήματος και οι τακτικοί έλεγχοι στον οδοντογιατρό δεν προστατεύουν μόνο τα δόντια αλλά ενδέχεται να μειώνουν τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιακής αρρυθμίας.
ΠΗΓΗ: SciTechDaily