Toν τρόπο με τον οποίο δρούσε το κύκλωμα με τα εικονικά τιμολόγια και την επιστροφή ΦΠΑ περιγράφει στην ανακοίνωσή της η αστυνομία, ενώ εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι τα κέρδη της σπείρας ήταν πάνω από 5 εκατ. ευρώ, ενώ είχαν φτιάξει περίπου 370 εικονικές εταιρείες. Μάλιστα, η σπείρα αποκόμιζε τεράστια κέρδη κρύβοντας τα χρήματα ακόμα και σε πλαστικές σακούλες.
Στο πλαίσιο εξάρθρωσης του κυκλώματος με τις απάτες επιστροφής ΦΠΑ συνελήφθησαν 18 άτομα, ενώ φέρονται να εμπλέκονται περίπου τα 54 άτομα. Ανάμεσα τους πρόεδρος ΠΑΕ, πρόεδρος ερασιτεχνικού αλλά και γνωστός παρουσιαστής.
Σύμφωνα με την αστυνομία κατασχέθηκαν μεταξύ άλλων, τραπεζικές επιταγές, πλήθος τιμολογίων, βιβλιάρια τραπεζικών συναλλαγών, -2- περίστροφα, μαχαίρι τύπου στιλέτο, κυνηγετικό τυφέκιο, 652 δολάρια, 32 λίρες Αγγλίας, πλήθος σφραγίδων και το ποσό των 499.940 ευρώ.
Σε βάρος των 18 συλληφθέντων σχηματίσθηκε δικογραφία κακουργηματικού χαρακτήρα – κατά περίπτωση – για σύσταση εγκληματικής οργάνωσης, απάτη σχετικά με επιχορηγήσεις, νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, παράβαση του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας και παράβαση των νομοθεσιών για τα ναρκωτικά και τις φωτοβολίδες και τα πυροτεχνήματα, ενώ για την ίδια υπόθεση κατηγορούνται ακόμη 54 άτομα.
Όπως προέκυψε από την πολύμηνη έρευνα της Υποδιεύθυνσης Δίωξης Οικονομικών Εγκλημάτων, οι ανωτέρω είχαν συστήσει και ενταχθεί σε εγκληματική οργάνωση με διαρκή δομή και οργάνωση, η οποία δραστηριοποιούνταν στη διάπραξη συστηματικών φορολογικών απατών σε βάρος του Δημοσίου με διαφορετική μεθοδολογία ανά χρονική περίοδο δράσης, προκειμένου τα μέλη να αιτούνται επιστροφές μεγάλων χρηματικών ποσών από τις φορολογικές Αρχές της Χώρας, οι οποίες αφορούσαν είτε τον Φ.Π.Α., είτε παρακρατηθέντα φόρο εισοδήματος, ενώ χρησιμοποιούσαν γι’ αυτό ανύπαρκτες εταιρείες.
Συγκεκριμένα, για να πετύχουν τον σκοπό τους, τα μέλη της οργάνωσης:
δήλωναν ανά περίπτωση κοινές έδρες στις «εικονικές» εταιρείες ή ανά διαχειριστή, διευθύνσεις σε όμορες περιοχές,
δήλωναν διευθύνσεις για την έδρα των «εικονικών» εταιρειών, στις οποίες όμως ουδέποτε εγκαθίσταντο και δεν ανέπτυσσαν πραγματική δραστηριότητα, δεν δήλωναν μισθωτήρια επαγγελματικών χώρων, δεν απασχολούσαν εργαζόμενους, δεν είχαν τραπεζικούς λογαριασμούς στις περισσότερες περιπτώσεις και δεν εμφανίζονταν σε αναζητήσεις στο Διαδίκτυο,
χρησιμοποιούσαν «αχυρανθρώπους» ως διαχειριστές/εκπροσώπους των εταιρειών,
καταχωρούσαν τα στοιχεία στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο,
αναρτούσαν «εικονικά» παραστατικά στις ηλεκτρονικές εφαρμογές και
προχωρούσαν σε μερικές περιπτώσεις σε άνοιγμα εταιρικών τραπεζικών λογαριασμών και συνδεόμενων με αυτούς τραπεζικών καρτών και εξέδιδαν κωδικούς ηλεκτρονικής τραπεζικής.
Μάλιστα, για να αποφύγουν την αποκάλυψη της δράσης τους από τις διωκτικές Αρχές, προέβησαν στην ίδρυση μεγάλου αριθμού «εικονικών» εταιρειών, όπου ανά διαστήματα άλλαζαν τους διαχειριστές αυτών και, αφού κατάρτιζαν «εικονικά» τιμολόγια, με τη βοήθεια λογιστών, οι οποίοι είχαν ποινικό παρελθόν, τα αναρτούσαν στην ηλεκτρονική εφαρμογή «MyData» ώστε να προσδίδουν νομιμοφάνεια στην οικονομική δραστηριότητα των ανύπαρκτων εταιρειών τους.
Δήλωναν ανύπαρκτες συναλλαγές, ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, μεταξύ των εταιρειών και υπέβαλαν ψευδείς φορολογικές δηλώσεις, ώστε να αιτούνται επιστροφές χρηματικών ποσών από τις φορολογικές Αρχές της χώρας που αφορούσαν είτε Φ.Π.Α. είτε παρακρατηθέντα φόρο εισοδήματος.
Στην πραγματικότητα όμως, οι «εικονικές» εμπορικές συναλλαγές μεταξύ αυτών των ανύπαρκτων εταιρειών δεν λάμβαναν χώρα, καθώς τα «εικονικά» τιμολόγια δεν επαληθεύονταν από αντίστοιχες τραπεζικές συναλλαγές.
Η εγκληματική οργάνωση προέβαινε στην ίδρυση μεγάλου αριθμού «εικονικών» εταιρειών, ώστε σε περίπτωση ελέγχου ορισμένων εξ’ αυτών να τις αδρανοποιούν και να συνεχίζουν το έργο τους με τις υπόλοιπες, ενώ μοναδικός σκοπός ύπαρξης όλων αυτών των εταιρειών ήταν η χρήση τους με σκοπό την εμφάνιση «εικονικών» εμπορικών συναλλαγών και συγκεκριμένα «εικονικών» τιμολογίων πώλησης και παροχής υπηρεσιών μεγάλης αξίας.

Χαρακτηριστική είναι η ύπαρξη «εικονικής» εταιρείας, η οποία χρησιμοποιήθηκε ως εκδότρια τιμολογίων εμπορικών συναλλαγών προς υπαρκτές εταιρείες με νόμιμη δραστηριότητα, οι οποίες εμφανίζονται ως λήπτριες «εικονικών» τιμολογίων, προκειμένου να εμφανίζουν αυξημένα έξοδα και ζημίες, για σκοπούς φοροδιαφυγής.
Συνολικά, κατά τα έτη 2023-2025 ο αριθμός των «εικονικών» εταιρειών, που διαχειριζόταν η οργάνωση, ξεπερνά τις 370, ενώ το συνολικό παράνομο περιουσιακό όφελος που αποκόμισε ανέρχεται στο ποσό των 4.957.276,27 ευρώ.
Μάλιστα, μέχρι στιγμής εκκρεμεί η απόδοση παρακρατούμενου φόρου του ποσού των 3.771.005,32 ευρώ, ενώ το συνολικό ποσό των 12.132.695,20 ευρώ είναι αυτό που αντιστοιχεί στην ακύρωση της διαδικασίας είσπραξης παρακρατούμενου φόρου εισοδήματος από το ελληνικό Δημόσιο λόγω εντολών ελέγχου που εκδόθηκαν για τις «εικονικές» εταιρείες της εγκληματικής οργάνωσης.
Από τις έρευνες που πραγματοποιήθηκαν σε οικίες, λογιστικά γραφεία, κελί κράτησης εντός σωφρονιστικού καταστήματος, γραφεία σε ποδοσφαιρικό γήπεδο και οχήματα, με τη συνδρομή Επιχειρησιακών Ομάδων της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος, καθώς και εξειδικευμένων στελεχών της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών, βρέθηκαν μεταξύ άλλων και κατασχέθηκαν:
τραπεζικές επιταγές,
πλήθος τιμολογίων,
βιβλιάρια τραπεζικών συναλλαγών,
2 περίστροφα,
μαχαίρι τύπου στιλέτο,
κυνηγετικό τυφέκιο,
652 δολάρια,
32 λίρες Αγγλίας,
πλήθος τραπεζικών καρτών,
πλήθος σφραγίδων και
το ποσό των 499.940 ευρώ.
Οι συλληφθέντες οδηγήθηκαν στην αρμόδια εισαγγελική Αρχή, ενώ τα ψηφιακά πειστήρια θα αποσταλούν στη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών για περαιτέρω εργαστηριακή εξέταση.