Του Θέμη Μπάκα
Η μεγάλη αποχή στις πρόσφατες φοιτητικές εκλογές, οι οποίες κάποτε ήταν ένα εμβληματικό σημείο πολιτικής αναφοράς, δεν (πρέπει να) εκπλήσσει κανένα. Κι αυτό διότι η εικόνα των σχεδόν άδειων εκλογικών τμημάτων στα πανεπιστήμια είναι πλέον μια… κανονικότητα, απολύτως συνυφασμένη με ένα γενικότερο κλίμα απαξίωσης της πολιτικής.
Φοιτητικές εκλογές, λοιπόν, χωρίς φοιτητές, κάλπες χωρίς ουρές, και παρατάξεις να απευθύνονται σε ένα ακροατήριο που δεν έρχεται ποτέ. Εάν κάποτε η αποχή προκαλούσε ανησυχία, σήμερα μοιάζει σχεδόν με την αποδοχή μιας παγιωμένης αδιαφορίας. Όμως, η απουσία αυτή μόνο δεν είναι τυχαία. Είναι μια κραυγή.
Οι περισσότεροι φοιτητές αγνόησαν τις φετινές εκλογές, σε μια σαφή ένδειξη που δεν ήταν, απλώς, μια πράξη διαμαρτυρίας, αλλά μια κίνηση έμπρακτης απαξίωσης. Δεν καταδέχτηκαν να προσέλθουν στις κάλπες, γιατί δεν πιστεύουν πως η συμμετοχή τους θα αλλάξει κάτι. Δεν εμπιστεύονται το σύστημα, δεν αναγνωρίζουν εκπροσώπους, δεν βλέπουν προοπτική.
Και αυτό το απόσταγμα πολιτικών και πρακτικών δεκαετιών, που υποτίμησαν τη φωνή τους και διάβρωσαν την εμπιστοσύνη τους. Επομένως, η νεολαία δεν απέχει επειδή δεν ενδιαφέρεται. Απέχει επειδή πληγώθηκε. Από τις πολιτικές λιτότητας που διέλυσαν τα όνειρά της. Από τις κομματικές παρατάξεις που αναπαράγουν τα ίδια φθαρμένα πρότυπα εξουσίας και διαχωρισμού, αντί να εμπνέουν συμμετοχή και ελπίδα.
Μια γενιά μεγαλωμένη μέσα στην κρίση, με φόντο οικονομικές καταρρεύσεις, πανδημίες και υποσχέσεις χωρίς αντίκρισμα, δεν έχει πια ούτε την αφέλεια να πιστεύει, αλλά ούτε και την «πολυτέλεια» να περιμένει. Οι νέοι πια δεν ελπίζουν. Δεν επενδύουν στα σπασμένα θεμέλια του χθες, ενώ προετοιμάζονται σιωπηλά να φύγουν.
Κι αυτό καθώς βλέπουν το πανεπιστήμιο, όχι ως πεδίο δημιουργίας, αλλά ως έναν ενδιάμεσο σταθμό πριν από την έξοδο. Είναι κάτι πολύ παραπάνω από μια έξοδο γεωγραφική. Είναι μια έξοδος υπαρξιακή.
Γιατί δεν καταφέραμε να χτίσουμε τις υποδομές που θα τους κρατήσουν. Δεν τους δώσαμε έδαφος να παράξουν, να δημιουργήσουν, να ονειρευτούν εδώ. Δεν τούς προσφέραμε τις συνθήκες για να ανθίσουν οι δεξιότητες, οι ιδέες και οι φιλοδοξίες τους μέσα στη χώρα τους. Και όταν ένα κράτος αδυνατεί να εμπνεύσει τους νέους του, τούς εξωθεί με τον πιο ήσυχο, αλλά βαθύ τρόπο, στην έξοδο.
Όμως, πίσω από την αδιαφορία διαφαίνεται ο σπόρος της αλλαγής. Η νεολαία δεν είναι ανίκανη. Είναι προδομένη. Και αυτή η αποχή, όσο κι αν πονά, είναι ένα δυνατό μήνυμα: «Δεν μας εκφράζετε. Δεν μας ακούτε. Δεν ανήκουμε εδώ». Ίσως, αυτή η ηχηρή σιωπή να είναι και η τελευταία ευκαιρία για να αναστοχαστούν όλοι όσοι ισχυρίζονται ότι εκπροσωπούν τους νέους.
Ήρθε η ώρα να σταματήσουμε να κατηγορούμε τους φοιτητές για την απουσία τους και να αναρωτηθούμε τι κάναμε για να τους κάνουμε να θέλουν να επιστρέψουν.
Γιατί η δημοκρατία δεν υπάρχει χωρίς συμμετοχή. Και χωρίς τη νεολαία, είναι απλώς, ένας απόηχος του παρελθόντος…
ΣΣ: Ο Θέμης Μπάκας είναι πολιτευτής Αχαΐας.