Η συμπαιγνία είναι πλέον ορατή δια γυμνού οφθαλμού και τα κίνητρά της δεν επιδέχονται καμμίας αμφισβητήσεως. Ο κ. Αλέξης Τσίπρας και οι περί αυτόν καιροσκόποι της πολιτικής προκάλεσαν τις πρόωρες εκλογές του Ιανουαρίου 2015 για έναν και μόνο λόγο: για να εμποδίσουν οποιαδήποτε μεταρρύθμιση θα αποδυνάμωνε το πελατειακό κράτος, αποτρέποντας την τοποθέτηση στις διάφορες αρθρώσεις του ημετέρων οι οποίοι έτσι θα έμεναν χωρίς απασχόληση.
Ήταν ζωτική, συνεπώς, η ανάγκη για την λαϊκιστική αριστερά και την άκρα δεξιά να αναρριχηθούν στην εξουσία και να καταλάβουν όσες θέσεις και ευκαιρίες η τελευταία μπορούσε να τούς προσφέρει. Έστω και με μειωμένες αποδοχές. Στην αναβροχιά καλό και το χαλάζι, λέει η λαϊκή σοφία. Στο πλαίσιο, λοιπόν, αυτής της επιδιώξεως, οι πρωτεργάτες της επιστράτευσαν όλα τα εργαλεία του λαϊκισμού και της πολιτικής εξαπατήσεως, όντες βέβαιοι ότι μία μεγάλη μερίδα του ελληνικού λαού –η κρατικοδίαιτη– θα ήταν στο πλευρό τους. Από τον Ιανουάριο 2015, έτσι, η χώρα ενεπλάκη σε μία τραγική για το μέλλον της φαρσοκωμωδία, η οποία συνεχίζεται και που σήμερα πλέον κανείς δεν γνωρίζει ποιο θα είναι το τελικό υπέρογκο κόστος της.
Το τελευταίο, ωστόσο, δεν φαίνεται να απασχολεί ιδιαιτέρως την κυβέρνηση. Με περισσή γενναιοδωρία διορίζει τα δικά της παιδιά στο Δημόσιο, μονιμοποιεί μετακλητούς υπαλλήλους, συζητά την καθιέρωση επιδομάτων ανθυγιεινών διακοπών(!!!), βάζει χέρι στα ραδιοτηλεοπτικά και διαδικτυακά μέσα μαζικής ενημερώσεως και, τελικά, προσπαθεί να κρατικοποιήσει την οικονομία μέσω εξοντωτικής φορολογήσεως του ιδιωτικού τομέα και όλων αυτών που ακόμα έχουν κάποια εισοδήματα από την εργασία τους.
Την ίδια στιγμή, όμως, η οικονομία βυθίζεται στην ύφεση, οι μεταρρυθμίσεις αποτελούν ανέκδοτο, τα ληξιπρόθεσμα χρέη τραβούν την ανηφόρα και η ανεργία καλά κρατεί. Ακόμα χειρότερα, όσο η διαπραγματευτική φαρσοκωμωδία συνεχίζεται, με μοναδικό κριτήριο την συσκότιση της πραγματικότητας και την διαρκή εξαπάτηση της κοινής γνώμης, οι επενδυτές παραμένουν όνειρο απατηλό και οι δυναμικότερες επιχειρήσεις της χώρας οδεύουν προς …Βουλγαρία.
Από την άλλη πλευρά, οι προνομιούχοι του κρατισμού και των επιδοτήσεών του, δηλαδή οι αγρότες, έχουν χωρίσει την χώρα στα δύο, με τεράστιο κόστος για την οικονομία και τα κοινωνικά αυτά στρώματα που συντηρούν ανέργους, δημοσίους υπαλλήλους, συνταξιούχους και φορείς της διαφθοράς και της οργανωμένης ασυδοσίας.
Αυτή είναι η πραγματικότητα στην χώρα της φαιδράς πορτοκαλέας. Ένα εκατομμύριο και κάτι ζωντανοί και δυναμικοί Έλληνες συντηρούν με τον μόχθο τους όλους τους άλλους. Τροφοδοτούν, δηλαδή, με εισόδημα τα πιο αντιπαραγωγικά και σκοταδιστικά στρώματα του πελατειακού κράτους, το οποίο κάθε μέρα που περνά τίθεται όλο και πιο βαθειά στο περιθώριο της πραγματικότητας, όπως αυτή προβάλλει εντός και εκτός Ελλάδος.
Όμως, στη παρούσα διεθνή συγκυρία και τις προεκτάσεις της στην περιοχή μας, ο ορίζοντας των διεθνών σχέσεων της χώρας είναι προ πολλού σκοτεινός. Χωρίς συγκεκριμένη πολιτική και άνευ στρατηγικής προετοιμασίας, η ελληνική κυβέρνηση, δια του άπειρου περί την διεθνή διπλωματία και πολιτική πρωθυπουργού της, χειρίζεται με εμφανώς εσωστρεφή ανάγνωση σοβαρά θέματα που σαρώνουν κυριολεκτικά τις γεωγραφικές μας συντεταγμένες και τα οποία, τελικά, ενώ μάς αφορούν άμεσα, τείνουν να διαμορφωθούν χωρίς εμάς!
Προοιωνίζεται έτσι μία θεσμική απομόνωση της χώρας από τον φυσικό στρατηγικό της χώρο, που είναι ο ευρωπαϊκός, με παράλληλη βίαιο κατακλυσμό της από κύματα προσφύγων. Με άλλα λόγια, η Ελλάδα του 21ου αιώνα απειλείται με μία χωρίς προηγούμενο δημογραφική ανατροπή και με κοινωνικό διεμβολισμό ο οποίος μπορεί να προκαλέσει ανήκεστες υποτροπές. Παράλληλα, οι εκβιαστικές απαιτήσεις της Άγκυρας και οι μεθοδεύσεις της, δεν αποκλείεται να μάς φέρουν μπροστά σε γεωπολιτικά τετελεσμένα –με ό,τι αυτά θα συνεπάγονται για την θέση της χώρας μας στην ΝΑ Ευρώπη.
Μέσα σε αυτή την ρευστή συγκυρία, ό,τι και να συμβαίνει, η εμμονή της κυβερνήσεως σε διαπραγματευτικές παραστάσεις είναι ενδεικτική μίας εθνικής ελαφρότητας που παραπέμπει στην έκφραση «τα ίδια Παντελάκη μου, τα ίδια Παντελή μου». Είναι καιρός, όμως, μπροστά στις ραγδαίες εξελίξεις, οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας να αναλάβουν ιστορικές ευθύνες, παρά την πνευματική οκνηρία και την βαθύτατη απαιδευσία που χαρακτηρίζουν τον «πιο έξυπνο λαό του κόσμου». Το εθνικώς δέον προέχει οποιασδήποτε άλλης ιδιοτελούς σκοπιμότητας.