Πριν τρεις μέρες ο Άρειος Πάγος, απέρριψε το αίτημα των τουρκικών αρχών για έκδοση των οκτώ στρατιωτικών που είχαν φτάσει στη χώρα μας τον Ιούλιο 2016, μετά το πραξικόπημα που εκδηλώθηκε κατά του Ερντογάν. Οι αρχικές δηλώσεις και οι διαβεβαιώσεις στελεχών της ελληνικής κυβέρνησης υπέρ της έκδοσης, αποδείχθηκαν λανθασμένες, καθόσον αφορούσαν την τύχη μιας απόφασης με προφανείς πολιτικές συνέπειες, η οποία θα εκδικαζόταν από την ανεξάρτητη ελληνική δικαιοσύνη, την οποία όμως εκ των προτέρων κανείς δεν μπορούσε να προσδιορίσει.
Αυτές κατά την άποψή μου οφείλονταν: Πρώτον στην αναβίωση των αριστερών αντανακλαστικών από τα μέλη της κυβέρνησης καθόσον οι συγκεκριμένοι στρατιωτικοί δεν ήταν πολίτες που εδιώκοντο για τα πολιτικά τους φρονήματα, αλλά στρατιωτικοί κινηματίες και δεύτερον στη στρατηγική του κατευνασμού που εφαρμόζει επί σειρά ετών η χώρα μας απέναντι στη νεοθωμανική αναθεωρητική Τουρκία.
Το ζήτημα της μη έκδοσης δεν έχει σχέση με τη συμμετοχή τους στο πραξικόπημα, αλλά με την αμφισβήτηση της μεταχείρισής τους στην Τουρκία με βάση τους διεθνείς κανόνες, δηλ. του κινδύνου να υποστούν βασανισμούς ακόμη και να χάσουν τη ζωή τους και να μην έχουν δίκαιη δίκη. Μετά την εξέλιξη αυτή, είχαμε σειρά εχθρικών δηλώσεων από Τούρκους αξιωματούχους, που κατηγόρησαν τη χώρα μας για υπόθαλψη εγκληματιών και τρομοκρατών. Ο τούρκος υπουργός εξωτερικών μίλησε για απόφαση που έχει ως στόχο τη δημοκρατική τάξη στην Τουρκία και έκανε λόγο για συνολική επαναξιολόγηση των διμερών μας σχέσεων.
Όπως γίνεται αντιληπτό, το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα θα υπάρξει μια περίοδος έντονων πιέσεων για τη χώρα μας, που θα εκδηλωθούν από την πλευρά της Τουρκίας. Αυτές θα περιλαμβάνουν αφ΄ ενός μεν ενέργειες για το προσφυγικό – μεταναστευτικό αλλά το πραγματικό διακύβευμα θα είναι η κλιμάκωση των προκλήσεων στο χώρο του Αιγαίου (γκρίζες ζώνες, παραβιάσεις - παραβάσεις του εθνικού εναερίου χώρου, δεσμεύσεις περιοχών, κ.λπ).
Αυτές τις μέρες συμπληρώνονται 21 χρόνια από την κρίση των Ιμίων, όταν η Άγκυρα πέρασε στην εφαρμογή της καινοφανούς θεωρίας των «γκρίζων ζωνών» με την κατάληψη ελληνικού εδάφους και αμφισβήτησης εθνικού χερσαίου χώρου επί του οποίου η Ελλάδα απολαμβάνει πλήρη και αποτελεσματική κυριαρχία εδώ και δεκαετίες. Την Κυριακή 29 Ιανουαρίου 2017, στο χώρο των Ιμίων υπήρξε πρωτοφανής πρόκληση από την πλευρά της Τουρκίας, καθόσον υπήρξε παραβίαση των ελληνικών χωρικών υδάτων από φουσκωτά σκάφη και μια πυραυλάκατο στην οποία επέβαιναν ο Τούρκος Αρχηγός ΓΕΕΘΑ Χουλουσί Ακάρ και οι Αρχηγοί Στρατού, Ναυτικού, και Αεροπορίας. Τέτοιου είδους ενέργειες όπως είναι φυσικό αυξάνουν τον κίνδυνο «ατυχήματος» και της δημιουργίας θερμού επεισοδίου στο χώρο του Αιγαίου.
Τα διδάγματα του 96 παραμένουν επίκαιρα
Το κυρίαρχο στοιχείο που προέκυψε από την κρίση ήταν το έντονο αίσθημα εθνικής ταπείνωσης και η πίκρα για τα παλληκάρια που χάθηκαν στα νερά του Αιγαίου (Χριστόδουλος Καραθανάσης, Παναγιώτης Βλαχάκος και Έκτορας Γιαλοψός). Λίγες μέρες μετά, στις 4 Φεβ. 1996, ο καθηγητής φιλοσοφίας Χρήστος Γιανναράς με άρθρο του στην εφημερίδα “Καθημερινή”, σκιαγραφώντας την τακτική και τη νοοτροπία του Έλληνα, έγραψε : «Το δικό μας κράτος τρέμει μπροστά στους χουλιγκάνους καταληψίες του Πολυτεχνείου, πού να βρει ανάστημα για να το υψώσει απέναντι στην ευφυέστατη στρατηγική των Τούρκων;…
Γι’ αυτό και φτάσαμε στον ανήκουστο διασυρμό. Κράτος που να πατούν εισβολείς το έδαφός του και αυτό να μαζεύει τις σημαίες και τα όπλα του και να αποχωρεί, με τον όρο να αποχωρήσουν και οι εισβολείς, έστω κι αν θριαμβολογούν για ιδιοποίηση των καταπατημένων...Ως νάνος τανυόμενος επ’ άκρων ονύχων ρητόρευσε, απείλησε και ύστερα υπάκουσε στα αμερικανικά κελεύσματα αποχώρησε γυμνώνοντας τα οπίσθιά του». Αν κάποιος συμφωνεί με τις επισημάνσεις αυτές, νομίζω θα αναρωτηθεί: Ποιους άραγε αφορούν αυτές, τον απλό Έλληνα ή αυτούς που ήταν υπεύθυνοι για τη διαχείριση της κρίσης;
Έχει χαθεί πράγματι η πολεμική αρετή από το οικοδόμημα του αξιακού συστήματος του ελληνισμού, ο οποίος βιώνει τον επιθανάτιο ρόγχο του; Τι διδαχτήκαμε από αυτή την κρίση και τι διορθώσαμε από τότε μέχρι τώρα ; Ίσως κάποιοι να μην συμφωνούν με τα προαναφερόμενα επειδή λόγω άγνοιας ή εμμονικής εθνομηδενιστικής αντίληψης πιστεύουν ότι δεν υπάρχουν θαλάσσια εθνικά σύνορα, αλλά μόνο ταξικά. Ίσως πάλι ενθυμούμενοι το επαναστατικό τους παρελθόν ενστερνίζονται το σύνθημα που έγραφαν στους τοίχους : «Το Αιγαίο ανήκει στα ψάρια του». Θα πρέπει όμως να αντιληφθούν ότι σύνορα υπάρχουν και ότι αυτά τα σύνορα υπερασπίστηκαν γενιές Ελλήνων, που κατέβαλλαν και συνεχίζουν να καταβάλλουν ακόμα και σε περίοδο ειρήνης βαρύ φόρο αίματος. Είναι οι οπλίτες και τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων (Ε.Δ.).
Είναι αυτοί που δεν κατεβαίνουν σε πορείες, δεν κάνουν απεργίες και δεν καταλαμβάνουν δρόμους και υπουργεία Είναι αυτοί, που κάποιοι από τους πολιτικούς ταγούς της χώρας χαρακτήρισαν αντιπαραγωγικούς. Είναι o Παύλος Κουρούπης, o Στυλιανός Καλμπουρτζής, o Γιώργος Κατσάνης, o Σωτήρης Σταυριανάκος και εκατοντάδες ακόμα αξιωματικοί και οπλίτες που έπεσαν ηρωικά το 1974, πολεμώντας τον Τούρκο εισβολέα στην Κύπρο. Είναι o Νίκος Σιαλμάς, o Κώστας Ηλιάκης και δεκάδες ακόμα πιλότοι μας, που έχασαν τη ζωή τους αναχαιτίζοντας τουρκικά αεροσκάφη στο Αιγαίο.
Είναι οι 3 ήρωες του πολεμικού ναυτικού μας που χάθηκαν το βράδυ των Ιμίων.Είναι τα στελέχη και οι οπλίτες που χάνουν τη ζωή τους σε περίοδο ειρήνης ερευνώντας και εκκαθαρίζοντας ναρκοπέδια, κάνοντας βολή με όλμους ή οδηγώντας ΤΟΜΠ Μ113, για να διατηρηθεί το αξιόμαχο των Ε.Δ. Θα πρέπει λοιπόν να γίνει κατανοητό όλοι αυτοί υπερασπίζονται τα σύνορα που καθημερινά αμφισβητεί με κάθε τρόπο η Τουρκία, προκειμένου να εξυπηρετήσει τις νεοθωμανικές φιλοδοξίες της.
Επεκτατισμός μέσω αλλεπάλληλων κρίσεων
Μια ιστορική αναδρομή γεγονότων μεταξύ αυτών και η κρίση των Ιμίων, υπενθυμίζουν ότι η βούληση της Άγκυρας να αλλάξει το status quo της περιοχής, είναι συνεχής και δεδομένη. Η διαφοροποίηση που υπάρχει σ΄ αυτή, σε σχέση με προηγούμενες, είναι ότι η Τουρκία έθεσε επίσημα για πρώτη φορά θέμα εδαφικής διεκδίκησης επί της ελληνικής επικράτειας, με την αμφισβήτηση εθνικού χερσαίου χώρου. Η προσπάθειά της όμως επί σειρά ετών, είναι να διατηρήσει ψηλά τη στρατιωτική της ικανότητα και να μετουσιώσει την αναθεωρητική της πολιτική σε πράξη, όποτε της δοθεί ευκαιρία.
Η ακολουθούμενη τακτική της τουρκικής πλευράς, για την υλοποίηση των στόχων και των επιδιώξεων της, πραγματοποιείται μέσω αλλεπάλληλων κρίσεων ποικίλης μορφής και εντάσεως, με σκοπό τη δημιουργία ενός συνολικού καταλόγου διμερών διαφορών (γκρίζες ζώνες, υφαλοκρηπίδα, FIR, χωρικά ύδατα, κ.λπ). Η συνεχής υποχωρητικότητα και η στρατηγική του κατευνασμού της δικής μας πλευράς, ενθαρρύνει την αδιαλλαξία και εξυπηρετεί την εκπλήρωση επιμέρους τουρκικών επιδιώξεων, οι οποίες μακροχρόνια θα ισοδυναμούν με την επίτευξη του συνόλου των στόχων, που έχει θέσει η γείτονα χώρα. Κεντρικός άξονας της στρατιωτικής μας στρατηγικής είναι η αποτροπή οποιασδήποτε στρατιωτικής απειλής, σε συνδυασμό με την πολιτική αποκλιμάκωσης των εντάσεων.
Η στόχευση αυτή, προϋποθέτει απαραίτητα μια αξιόπιστη αποτρεπτική ικανότητα, η οποία υλοποιείται με τη διατήρηση και επαύξηση της στρατιωτικής ισχύος της χώρας μας. Μια απλή καταγραφή αριθμών στους συντελεστές που συνθέτουν τη στρατιωτική ισχύ, όπως: αριθμός και ποιότητα προσωπικού ενόπλων δυνάμεων, οπλικά συστήματα και μέσα, δομή δυνάμεων, οργάνωση, ετοιμότητα, ηθικό, κ.λπ., δεν είναι δυνατόν να αποτελεί ασφαλή μέθοδο εξαγωγής συμπερασμάτων. Κάποιοι από τους συντελεστές αυτούς, δεν είναι ποσοτικά μετρήσιμοι ή είναι δυνατόν να μην μπορούν να διατεθούν σε «τόπο και χρόνο».
Τι διδάσκει η ιστορία
Είναι γεγονός, ότι οι συνεχείς μειώσεις του αμυντικού προϋπολογισμού των τελευταίων ετών, επηρεάζουν τη στρατιωτική ισχύ και απειλούν σε μεγάλο βαθμό το αξιόμαχο των Ε.Δ. Παρ΄ όλα αυτά, με σωστή συντήρηση και εξασφάλιση της αποτελεσματικότητας των υπαρχόντων μέσων (ανταλλακτικά, πυρομαχικά, κ.λπ), οι ένοπλες δυνάμεις είναι σε θέση να εκτελέσουν με τον καλύτερο τρόπο την αποστολή τους. Θεωρώ όμως σκόπιμο να θυμηθούμε τι συνέβη πριν 120 χρόνια περίπου, διότι σύμφωνα με το Θουκυδίδη : «Τα έθνη πρέπει να θυμούνται για να διδάσκονται». Το 1897 κηρύσσεται από την Οθωμανική αυτοκρατορία εναντίον της Ελλάδας ο πόλεμος των τριάντα ημερών, ως απόρροια της τότε έκβασης του «κρητικού» προβλήματος.
Η σημασία του πολέμου αυτού υπήρξε τεράστια, παρότι κατέληξε σε ήττα της Ελλάδας και στην υποβολή της σε διεθνή οικονομικό έλεγχο ύστερα από απαίτηση της Γερμανίας. Η Ελλάδα παρά τη δεδομένη από τετραετίας, κήρυξη πτώχευσης του Χ. Τρικούπη καθώς και των απειλών των μεγάλων δυνάμεων περί επιβολής ναυτικών αποκλεισμών, παρέμεινε σθεναρά ανυποχώρητη στην απόφασή της για ενίσχυση του στρατού, μη φειδόμενη των όποιων οικονομικών συνεπειών.
Παράλληλα προχώρησε η αναδιοργάνωση των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων, αλλά και η επαύξηση της εκπαίδευσης με παράλληλο εκσυγχρονισμό των διατιθέμενων μέσων. Το αποτέλεσμα αυτής της απόφασης ήταν η άριστη προετοιμασία και άμεση ανταπόκρισή της Ελλάδας στους Βαλκανικούς πολέμους το 1912-1913, που κατέληξαν νικηφόρα, με την προσάρτηση της Ηπείρου, της Μακεδονίας, της Κρήτης και το μεγαλύτερο μέρος των νησιών του Αιγαίου.
Ο ανθρώπινος παραγοντας
Ο σημαντικότερος παράγοντας όμως στρατιωτικής ισχύος, από τον οποίο εξαρτάται η αποτελεσματικότητα των οπλικών συστημάτων, είναι το προσωπικό. Από τον ανθρώπινο παράγοντα και τους σχετικούς με αυτό συντελεστές, όπως η ποιότητα και το ηθικό που διαθέτει, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό η υλοποίηση μιας αξιόπιστης στρατηγικής εθνικής άμυνας. Η ιστορία έχει αποδείξει, ότι η επιθυμία για ελευθερία ήταν αυτή που έδωσε πάντα τη νίκη στους Έλληνες και όχι η υπεροπλία και η αριθμητική υπεροχή.
Αυτό εκφράζεται απόλυτα μέσα από τα λόγια του εθνικού ποιητή Κωστή Παλαμά : «Η μεγαλοσύνη στα έθνη δεν μετριέται με το στρέμμα, αλλά με της καρδιάς το πύρωμα μετριέται και με το αίμα». Μια ιστορική αναδρομή στην πορεία του Ελληνικού Έθνους, μόνο δέος προκαλεί όταν αναλογίζεται κάποιος τις πράξεις αυτοθυσίας των Ελλήνων σε κρίσιμες ιστορικές στιγμές, που το διακύβευμα ήταν ακόμα και η ίδια η ύπαρξη του ελληνισμού.
Έκθαμβος μένει μπροστά στα τεράστια ψυχικά αποθέματα που διαθέταμε οι Έλληνες, όπως : Οι μαχητές στις Θερμοπύλες και στο Μαραθώνα, οι τελευταίοι υπερασπιστές της Πόλης και του Μεσολογγίου, αλλά και σύγχρονοι ήρωες όπως οι μαχητές των οχυρών κατά τη Γερμανική επίθεση το 1941 και οι οπλίτες και αξιωματικοί που πολέμησαν τον Τούρκο εισβολέα στην Κύπρο και υπερασπίστηκαν με απαράμιλλη αυτοθυσία το στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ. Ο επικεφαλής των ΟΥΚ που ήταν πάνω στα Ίμια αφηγείται : «Να μην κατεβάσουμε τη σημαία, είπαν κάποια από τα παιδιά. Όλοι κλαίγαμε. Ο ένας κράταγε τον άλλον.
Με βαριά καρδιά, λίγο πριν αποχωρήσουμε έδωσα παράγγελμα: “Προσοχή”. Είπαμε τον εθνικό ύμνο και στις 8.30 πή¬ραμε τη σημαία και φύγαμε». Έχοντας ζήσει επί 35 σχεδόν χρόνια, δίπλα στον Έλληνα στρατιώτη και αξιωματικό και έχοντας βιώσει από διοικητικές θέσεις, τόσο την κρίση των Ιμίων όσο και την κρίση του 1987, που επί 1 1/2 σχεδόν μήνα ήμασταν αναπτυγμένοι στους χώρους τελικού προορισμού, διαπίστωσα το απαράμιλλο θάρρος και την υπέρβαση «εαυτών» για την εκτέλεση της αποστολής. Συμπεριφορές και πράξεις υπευθυνότητας, πρωτοβουλίας και αυταπάρνησης από απλούς στρατιώτες και στελέχη συμπεριλαμβανομένων των επιστρατευθέντων εφέδρων, μου δημιούργησαν τη βαθειά πεποίθηση, ότι ο σημερινός Έλληνας διατηρεί αναλλοίωτα τα χαρακτηριστικά του αρχέγονου γονιδίου των προγόνων μας και αν απαιτηθεί θα τα ξεδιπλώσει και θα το αποδείξει αυτό περίτρανα.
Αίσθημα καθήκοντος απέναντι σε δυσμενείς συνθήκες
Το μοναδικό που απαιτείται, είναι η απόδοση της οφειλόμενης τιμής από την πολιτεία σ΄ αυτούς που έχει αναθέσει την προάσπιση της εθνικής ανεξαρτησίας, της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας. Δεν είναι δυνατόν να υλοποιηθεί οποιαδήποτε στρατηγική εθνικής άμυνας, με ένοπλες δυνάμεις τα στελέχη των οποίων αισθάνονται ότι αποτελούν πολίτες δεύτερης κατηγορίας, όταν: Καθημερινά αγρυπνούν στα φυλάκια της προκάλυψης, από τον Έβρο μέχρι το Καστελόριζο και η πολιτεία δεν έχει επιλύσει βασικά βιοποριστικά τους προβλήματα.
Περιπολούν στο Αιγαίο κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες και πλήττονται από μνημονιακά μέτρα, αλλά εξαιρούνται από αυτά οι υπάλληλοι της βουλής. Παίζουν τη ζωή τους κορώνα-γράμματα αναχαιτίζοντας εχθρικά αεροσκάφη προασπιζόμενα τον εναέριο χώρο της πατρίδας μας και η πολιτεία τους εξισώνει με έναν ανειδίκευτο εργάτη. Συμβάλλουν σε δραστηριότητες κοινωνικής αρωγής για την αντιμετώπιση εκτάκτων αναγκών (αεροδιακομιδές, πλημμύρες, σεισμούς, δασοπυροσβέσεις, κ.λπ) και αναγκάζονται να αναζητούν 2η εργασία γιατί αντιμετωπίζουν προβλήματα επιβίωσης. Μέρες εορτών δεν μπορούν να είναι με τις οικογένειές τους, αλλά βρίσκονται επιφυλακή readiness σε κάποιο αεροδρόμιο του Αιγαίου και την ίδια στιγμή οι ινστρούχτορες της οικονομίας ανακοινώνουν ότι δεν μπορεί να γίνει οποιαδήποτε «επιλεκτική» διάκριση σε οικονομικά θέματα που αφορούν τα στελέχη των Ε.Δ., στο όνομα του δόγματος ότι όλοι οι εργαζόμενοι είναι ίσοι.
Παρ΄ όλα αυτά το αίσθημα του καθήκοντος παραμένει σε ψηλά επίπεδα και αν απαιτηθεί θα εκπληρώσουν την αποστολή τους με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Θα πρέπει όμως να κατανοήσουν κάποιοι από τους πολιτικούς μας, που ίσως δεν αντιλαμβάνονται τη σημασία του φρονήματος ή λόγω ιδεοληψιών αισθάνονται αντιπάθεια για τη στολή, ότι η προάσπιση της ελευθερίας αποτελεί πρώτιστη προτεραιότητα και η αποδόμηση των Ε.Δ. είναι η χειρότερη υπηρεσία που θα μπορούσαν να προσφέρουν στην πατρίδα. Σε μια άλλη κατηγορία πολιτικών που μέσω εξαγγελιών και υποσχέσεων παραπλανούν για ευνόητους λόγους τα στελέχη των Ε.Δ., θα πρέπει να γίνει αντιληπτό, ότι οι στρατιωτικοί δεν είναι πλέον δεδομένοι και το «σαλπίσατε νομή» δεν αρκεί. (Μπορείς να τους ξεγελάς όλους για λίγο καιρό, λίγους όλο τον καιρό, αλλά όχι όλους όλο τον καιρό - Αβραάμ Λίνκολν).
Το θέμα της ηθικής και υλικής καταξίωσης των στελεχών των Ε.Δ. θα πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο προτεραιότητας εκ μέρους της πολιτείας και να εκδηλώσει τις απαραίτητες ενέργειες, ώστε να διατηρήσει την αξιοπρέπεια, το κύρος και το επίπεδο διαβίωσής τους. Τα οικονομικά θέματα που αφορούν στις Ε.Δ. δεν αντιμετωπίζονται με καθαρά τεχνοκρατική αντίληψη και δεν πρέπει να εξετάζονται από την οικονομική, αλλά κυρίως από την ηθική τους διάσταση.
Οι ευθύνες της στρατιωτικής ηγεσίας
Η πολιτεία θα πρέπει να αποδείξει έμπρακτα το ενδιαφέρον για τις Ε.Δ. και να απορρίψει νοοτροπίες και πρακτικές που υπονομεύουν τη μαχητική ισχύ και την αξιοκρατία. Μια αναδρομή στις κρίσεις των αξιωματικών των Ε.Δ. καταδεικνύει τον ευτελισμό της θεσμικής διαδικασίας και την έλλειψη σεβασμού από την πολιτεία γι΄ αυτούς που την υπηρετούν (ΚΥΣΕΑ διά περιφοράς, συνεχείς αντικαταστάσεις Αρχηγών, καρατομήσεις ηγεσιών με φανταστικά σενάρια περί πραξικοπήματος, λίστες, κ.λπ).
Είναι απαραίτητο να γίνει κοινή συνείδηση, ότι οι Ε.Δ. αποτελούν έναν από τους βασικούς πυλώνες ασφάλειας και σταθερότητας της πατρίδας μας και για το λόγο αυτό η διατήρηση και ανύψωση του αξιόμαχου των Ε.Δ. προϋποθέτει την εμπέδωση του αισθήματος αξιοκρατίας και εμπιστοσύνης από τα στελέχη, στην ακολουθούμενη από την πολιτική ηγεσία διαδικασία των κρίσεων. Το ζήτημα της θητείας, αποτελεί επίσης ένα πεδίο παρεμβάσεων και εξυπηρέτησης πελατειακών σχέσεων των εκάστοτε κυβερνώντων.
Οι μειώσεις της θητείας σε συνδυασμό με την από ετών μηδενική πρόσληψη επαγγελματιών οπλιτών, έχει ως αποτέλεσμα την υποστελέχωση των μονάδων Έβρου και νήσων, θέμα που επηρεάζει την ετοιμότητα και μαχητική ικανότητα σχηματισμών πρώτης γραμμής του στρατού ξηράς. Η διάρκεια της θητείας πρέπει να καθορίζεται σε σχέση με τις υπηρεσιακές – επιχειρησιακές ανάγκες και σε καμιά περίπτωση δεν θα πρέπει να εντάσσεται σε οποιεσδήποτε μικροπολιτικές σκοπιμότητες.
Πρέπει όμως να επισημανθούν και οι ευθύνες της στρατιωτικής ηγεσίας σε τόσο σοβαρά θέματα επιχειρησιακής φύσεως, που πλήττουν το αξιόμαχο των Ε.Δ., όταν προτιμά την αφωνία και επιτρέπει παρεμβάσεις, προκειμένου να εξασφαλίσει την παραμονή ενός έτους στην καρέκλα της εξουσίας.
Θα πρέπει να γίνει κατανοητό απ΄ όλους, ότι η διατήρηση και επαύξηση της απαιτούμενης στρατιωτικής ισχύος, δεν εξυπηρετεί απλά τα εθνικά μας συμφέροντα, αλλά είναι κρίσιμη για την ίδια την εθνική μας επιβίωση. Γιατί σύμφωνα με τη θεωρία του πολιτικού ρεαλισμού όπως αυτή διατυπώθηκε από το Θουκυδίδη στο διάλογο Αθηναίων – Μηλίων το 416 π.χ. «O ισχυρός επιβάλλει ότι του επιτρέπει η δύναμη του και ο αδύνατος υποχωρεί, όσο του επιβάλλει η αδυναμία του».
Του Λάμπρου Τζούμη
Αντιστρατήγου ε.α.
Πηγή: onalert.gr