Δεν είναι μόνο οι ενήλικες στρεσαρισμένοι – Στα παιδιά, το άγχος μπορεί να προκληθεί από αυξημένες απαιτήσεις ή κοινωνικές πιέσεις…
Αν νομίζατε ότι η «κρίση μέσης ηλικίας» είναι προνόμιο των 40άρηδων, ξανασκεφτείτε το. Σήμερα, όλο και περισσότερα παιδιά 11, 12 και 13 ετών εμφανίζουν ανησυχητικά σημάδια άγχους, εσωτερικής πίεσης και υπερβολικής αυτοκριτικής.
Οι παρακάτω φράσεις δεν ακούγονται πια από μαθητές λυκείου, αλλά από παιδιά δημοτικού και πρώτων τάξεων του γυμνασίου:
- «Κι αν δεν έχω καλή ζωή;»
- «Κανείς δεν πατάει like στις αναρτήσεις μου.»
- «Με ενοχλεί που τα δημοφιλή παιδιά τα συμπαθούν όλοι.»
- «Αν απογοητεύσω τους γονείς μου;»
- «Αν δεν μπω σε καλό πανεπιστήμιο;»
Τι συμβαίνει στα σημερινά παιδιά;
Μεγαλώνουν σε μια κουλτούρα συνεχούς σύγκρισης
Τα παιδιά βλέπουν καθημερινά στο κινητό τους εικόνες συνομηλίκων τους που «ζουν την καλύτερη ζωή». Συγκρίνουν τα σώματά τους, τις διακοπές τους, τα ρούχα τους και φυσικά τον αριθμό των likes και των followers. Αντί να παίζουν και να ονειρεύονται, ο εσωτερικός τους κόσμος γεμίζει με τοξικές σκέψεις και αυτοϋποτίμηση.
Η σύγκριση, ακόμη και με φίλους ή συμμαθητές, δεν έχει πια φυσικά όρια. Είναι παντού – στα stories, στα YouTube shorts, στα TikToks, ακόμα και στις κουβέντες στο διάλειμμα. Ένα παιδί σήμερα δυσκολεύεται να δει τον εαυτό του μέσα από τον δικό του «καθρέφτη».
Δεν είναι ενήλικες, αλλά αισθάνονται την πίεση των ενηλίκων
Το μήνυμα «καλοί βαθμοί = καλή ζωή» το ακούν παντού. Όχι μόνο από τους γονείς, αλλά και από συγγενείς, καθηγητές, ακόμη και συνομήλικους. Ένα παιδί μπορεί να συμμετέχει σε προσκοπικές δράσεις όχι γιατί το χαίρεται, αλλά επειδή θα «γράψει καλά στο βιογραφικό» του.
Κι αν ρωτήσεις αυτά τα παιδιά τι πραγματικά θέλουν, συχνά δεν ξέρουν. Ξέρουν μόνο ότι πρέπει να επιτύχουν. Να αποδώσουν. Αυτή η πίεση οδηγεί σε εσωτερική σύγκρουση, άγχος, ακόμη και επιθετική ή αρνητική συμπεριφορά. Γιατί να νιώθει ένα παιδί 12 ετών πως «χάνει το τρένο», πριν καν μάθει πού πηγαίνει;
Είναι συνεχώς «συνδεδεμένα» αλλά νιώθουν μόνα
Ζούμε στην εποχή της ψηφιακής εγγύτητας, αλλά και της συναισθηματικής αποστασιοποίησης. Τα παιδιά έχουν συχνά περισσότερη επικοινωνία μέσω chat παρά από κοντά. Νιώθουν πιο άνετα να στείλουν emoji παρά να πουν πώς νιώθουν. Όταν ζορίζονται, καταφεύγουν σε παιχνίδια, βίντεο ή scrollάρισμα για να «μουδιάσουν» τα συναισθήματά τους.
Η ωριμότητα τους επαινείται, αλλά αυτή η «ώριμη» συμπεριφορά –που μοιάζει με πειθαρχία– πολλές φορές κρύβει φόβο: φόβο μήπως αποτύχουν, μήπως δεν φτάσουν τις προσδοκίες. Και όσο πιο «ώριμα» φέρονται, τόσο λιγότερο χώρο τους δίνεται για να ξεσπάσουν, να είναι απλώς παιδιά.
Αντί να τους δώσουμε εργαλεία διαχείρισης συναισθημάτων και επίλυσης προβλημάτων, τους γεμίσαμε με υπερβολικές προσδοκίες και στρεσογόνες εικόνες «τέλειας ζωής». Και το χειρότερο: τους στερήσαμε την παιδικότητα.