Μια πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Thorax αποκάλυψε μια σημαντική συσχέτιση μεταξύ της κατανάλωσης υπερ-επεξεργασμένων τροφίμων (UPFs) και του αυξημένου κινδύνου εμφάνισης καρκίνου του πνεύμονα. Τα ευρήματα έρχονται να προστεθούν στις αυξανόμενες ανησυχίες σχετικά με τις επιπτώσεις υγείας που φαίνεται να έχουν τα σύγχρονα διαιτολόγια, που συχνά παρουσιάζουν υψηλή περιεκτικότητα σε βιομηχανικά επεξεργασμένα τρόφιμα.
Ο καρκίνος του πνεύμονα παραμένει η πιο συχνή και θανατηφόρα μορφή καρκίνου παγκοσμίως. Αν και το κάπνισμα αποτελεί κυρίαρχο παράγοντα κινδύνου, οι αναδυόμενες έρευνες δείχνουν ότι η διατροφή μπορεί επίσης να διαδραματίσει κρίσιμο ρόλο στην ανάπτυξη της νόσου.
Τα υπερ-επεξεργασμένα τρόφιμα είναι τρόφιμα που υποβάλλονται σε πολλαπλά στάδια βιομηχανικής επεξεργασίας και, συνήθως, περιέχουν έναν μακρύ κατάλογο πρόσθετων, συντηρητικών, αρωματικών και χρωστικών ουσιών. Συχνά είναι έτοιμα για κατανάλωση ή για ζέσταμα και περιλαμβάνουν είδη όπως συσκευασμένα αρτοσκευάσματα, κατεψυγμένα γεύματα, αναψυκτικά, σακχαρούχους χυμούς φρούτων, δημητριακά, στιγμιαία ζυμαρικά, επεξεργασμένα κρέατα και fast food.
Η μελέτη
Οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα από την αμερικανική μελέτη διαλογής για τον καρκίνο του προστάτη, του πνεύμονα, του παχέος εντέρου και των ωοθηκών (PLCO), η οποία παρακολούθησε πάνω από 155.000 άτομα ηλικίας 55 – 74 ετών. Η εν λόγω μελέτη επικεντρώθηκε σε 101.732 συμμετέχοντες, ηλικίας 62 ετών κατά μέσο όρο, οι οποίοι συμπλήρωσαν λεπτομερή ερωτηματολόγια, απαντώντας πόσο συχνά κατανάλωναν συγκεκριμένες κατηγορίες τροφίμων. Οι συμμετέχοντες παρακολουθήθηκαν για διαγνώσεις καρκίνου έως το 2009 και για θανάτους που σχετίζονται με τον καρκίνο έως το 2018.
Η πρόσληψη τροφίμων ταξινομήθηκε σε 4 κατηγορίες:
- μη επεξεργασμένα/ελάχιστα επεξεργασμένα,
- επεξεργασμένα μαγειρικά συστατικά,
- επεξεργασμένα τρόφιμα και
- εξαιρετικά επεξεργασμένα τρόφιμα.
Από τις απαντήσεις των συμμετεχόντων προέκυψε ότι τα τρόφιμα που καταναλώνονταν συχνότερα ήταν τα έτοιμα κρέατα (11%), τα αναψυκτικά διαίτης ή καφεϊνούχα αναψυκτικά (7%) και τα αναψυκτικά χωρίς καφεΐνη (7%). Κατά μέσο όρο, οι συμμετέχοντες κατανάλωναν σχεδόν 3 μερίδες UPFs την ημέρα, με την πρόσληψη να κυμαίνεται από 0,5 έως 6 μερίδες ημερησίως.
Βασικά ευρήματα
Κατά τη διάρκεια μιας μέσης περιόδου παρακολούθησης 12 ετών, οι ερευνητές κατέγραψαν 1.706 περιπτώσεις καρκίνου του πνεύμονα, συμπεριλαμβανομένων 1.473 μη μικροκυτταρικών και 233 μικροκυτταρικών περιστατικών. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ξεκάθαρα ότι οι συμμετέχοντες που κατανάλωναν τις υψηλότερες ποσότητες UPF είχαν σημαντικά υψηλότερη συχνότητα εμφάνισης καρκίνου του πνεύμονα σε σύγκριση με εκείνους που κατανάλωναν τις λιγότερες (495 περιπτώσεις έναντι 331 περιπτώσεων από συγκρίσιμες ομάδες συμμετεχόντων).
Ακόμη και μετά την προσαρμογή επιδραστικών παραγόντων όπως το κάπνισμα και η συνολική ποιότητα της διατροφής, τα άτομα που κατανάλωναν τις υψηλότερες ποσότητες UPFs αντιμετώπιζαν:
- 41% περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν καρκίνο του πνεύμονα συνολικά
- 37% περισσότερες πιθανότητες διάγνωσης μη μικροκυτταρικού καρκίνου πνεύμονα
- 44% περισσότερες πιθανότητες διάγνωσης μικροκυτταρικού καρκίνου πνεύμονα
Η έρευνα αντιμετώπισε περιορισμούς, με τους ερευνητές να τονίζουν, ωστόσο, ότι οι κίνδυνοι είναι πραγματικοί. Επισημαίνουν, επιπλέον, ότι τα UPF τείνουν να εκτοπίζουν πιο υγιεινά τρόφιμα, όπως τα δημητριακά ολικής αλέσεως, τα φρούτα και τα λαχανικά, τα οποία είναι γνωστό ότι μειώνουν τον κίνδυνο καρκίνου. Επιπλέον, η βιομηχανική επεξεργασία μπορεί να μεταβάλει τη δομή και το θρεπτικό περιεχόμενο των τροφίμων, ενώ παράλληλα εισάγει επιβλαβείς ουσίες, όπως η ακρολεΐνη – μια τοξική ένωση που βρίσκεται στον καπνό του τσιγάρου και σε ορισμένα επεξεργασμένα τρόφιμα.
Τα υλικά συσκευασίας που χρησιμοποιούνται στα προϊόντα UPF μπορεί επίσης να συμβάλλουν στους κινδύνους για την υγεία, προσθέτουν οι ερευνητές.
Συμπέρασμα
Οι συγγραφείς ζητούν περαιτέρω μελέτες μεγάλης κλίμακας σε διάφορους πληθυσμούς, για να επιβεβαιώσουν τα ευρήματά τους. Παρ’ όλα αυτά, προειδοποιούν ότι η παγκόσμια αύξηση της κατανάλωσης UPF τις τελευταίες δύο δεκαετίες μπορεί να συμβάλλει στην αύξηση των ποσοστών παχυσαρκίας, μεταβολικών διαταραχών, καρδιαγγειακών παθήσεων και διαφόρων μορφών καρκίνου.
«Εάν διαπιστωθεί η αιτιώδης συνάφεια, ο περιορισμός της πρόσληψης UPF σε παγκόσμιο επίπεδο θα μπορούσε να συμβάλει στη μείωση της επιβάρυνσης από τον καρκίνο του πνεύμονα», καταλήγουν οι ερευνητές.
ygeiamou.gr