Η σεξουαλική βία κατά των παιδιών και η ενδοοικογενειακή βία κατά των γυναικών είναι δύο από τις πιο καταστροφικές — και ταυτόχρονα υποτιμημένες — παγκόσμιες προκλήσεις δημόσιας υγείας, και συγκαταλέγονται πλέον στους σημαντικότερους κινδύνους για θνησιμότητα και νοσηρότητα παγκοσμίως, σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό The Lancet.
Για πρώτη φορά, ερευνητές του Ινστιτούτου Μετρήσεων και Αξιολόγησης της Υγείας (IHME) της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον χαρτογράφησαν συνολικά το εύρος των επιπτώσεων στην υγεία που συνδέονται με τη σεξουαλική βία κατά των παιδιών (SVAC) και με την ενδοοικογενειακή βία από σύντροφο (IPV) σε γυναίκες, σε 204 χώρες και περιοχές. Η νέα ανάλυση αποτελεί μέρος της μελέτης Global Burden of Disease (GBD) 2023, η οποία παρέχει πιο ακριβείς εκτιμήσεις επικράτησης και αποκαλύπτει πολύ μεγαλύτερη επιβάρυνση για την υγεία από ό,τι ήταν μέχρι σήμερα γνωστό.
«Τα ευρήματα ανατρέπουν την επίμονη αντίληψη ότι η SVAC και η IPV αποτελούν κυρίως κοινωνικά ή ποινικά ζητήματα, και υπογραμμίζουν τον χαρακτήρα τους ως μείζονες προτεραιότητες δημόσιας υγείας», δήλωσε η επικεφαλής συγγραφέας Δρ. Λουίζα Σόριο Φλορ, αναπληρώτρια καθηγήτρια στο IHME.
Επιπτώσεις στην υγεία
Οι ερευνητές ενσωμάτωσαν νέα δεδομένα στη μελέτη GBD 2023, δείχνοντας ότι η SVAC και η IPV συνδέονται με πολύ ευρύτερο φάσμα επιβλαβών επιπτώσεων στην υγεία απ’ ό,τι αναγνωριζόταν μέχρι σήμερα — γεγονός που οδηγεί σε σημαντικά υψηλότερες εκτιμήσεις για την απώλεια υγιών ετών ζωής. Η SVAC συνδέθηκε με 14 παθήσεις, ενώ η IPV σχετίστηκε με οκτώ αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία.
«Επεκτείνοντας το αναγνωρισμένο εύρος των επιπτώσεων από σεξουαλική και σωματική βία, φωτίζουμε βαθύτερα μια κρίση που παρέμενε για χρόνια στη σκιά», σημείωσε η Δρ. Φλορ. «Η επιβάρυνση είναι τεράστια — και έχει συστηματικά παραγνωριστεί στη δημόσια υγεία παγκοσμίως» τόνισε.
Μια «κρυφή» επιδημία
Το 2023, περισσότερο από 1 δισ. άτομα ηλικίας 15 ετών και άνω υπολογίζεται ότι είχαν υποστεί σεξουαλική επίθεση κατά την παιδική ηλικία, ενώ 608 εκατ. κορίτσια και γυναίκες είχαν υποστεί σωματική ή σεξουαλική βία από σύντροφο. Αυτά τα περιστατικά οδήγησαν στην απώλεια πάνω από 50 εκατομμύρια χαμένων ετών υγιούς ζωής (DALYs) παγκοσμίως — 32,2 εκατ. από SVAC και 18,5 εκατ. από IPV. Τα DALYs αποτυπώνουν το σύνολο των χαμένων ετών υγιούς ζωής λόγω πρόωρου θανάτου και αναπηρίας.
Οι κίνδυνοι αυτοί αποδείχθηκαν ιδιαίτερα καταστροφικοί για νέους και μεσήλικες. Στις γυναίκες 15–49 ετών, η IPV και η SVAC ήταν ο τέταρτος και πέμπτος σημαντικότερος παράγοντας απώλειας υγιούς ζωής παγκοσμίως — υπερβαίνοντας γνωστούς κινδύνους όπως τα αυξημένα επίπεδα γλυκόζης ή η υψηλή αρτηριακή πίεση, και πλησιάζοντας την αναιμία από έλλειψη σιδήρου (δεύτερη αιτία), μια μακρόχρονη προτεραιότητα στη γυναικεία υγεία.
«Οι περισσότερες άλλες καταστάσεις που επηρεάζουν πάνω από ένα δισεκατομμύριο ανθρώπους και κατατάσσονται στις πέντε κορυφαίες απειλές για την υγεία βρίσκονται στο επίκεντρο της παγκόσμιας ατζέντας υγείας», δήλωσε η συν-συγγραφέας της έρευνας Εμμανουέλα Γακίδου από το IHME.
«Τα ευρήματα αυτά δεν αφήνουν περιθώρια αμφισβήτησης: η βία δεν είναι απλώς ένα κοινωνικό πρόβλημα με περιστασιακές επιπτώσεις στην υγεία — αποτελεί κορυφαία αιτία θανάτου και αναπηρίας που απαιτεί συντονισμένη δράση δημόσιας υγείας» τόνισε.
Για τους άνδρες, η SVAC ήταν ο ενδέκατος σημαντικότερος παράγοντας κινδύνου. Στην Ευρώπη, τη Λατινική Αμερική, τη Βόρεια Αμερική και την Ωκεανία, η SVAC κατετάγη τέταρτη ως προς την επιβάρυνση της υγείας, συγκρίσιμη με το κάπνισμα (πέμπτη θέση), έναν κίνδυνο που έχει μειωθεί θεαματικά τις τελευταίες δεκαετίες χάρη σε ισχυρές πολιτικές και παγκόσμιες προσπάθειες.
Το 2023, η SVAC συνδέθηκε με 290.000 θανάτους παγκοσμίως, κυρίως από αυτοκτονία, HIV/AIDS και διαβήτη τύπου 2. Από τις 14 σχετιζόμενες παθήσεις, οι ψυχικές διαταραχές — ιδιαίτερα το άγχος στις γυναίκες και η σχιζοφρένεια στους άνδρες — συνέβαλαν περισσότερο στα χαμένα έτη υγιούς ζωής. Οι διαταραχές χρήσης ουσιών αποτέλεσαν επίσης σημαντική συνέπεια, ιδίως στους άνδρες σε χώρες υψηλού εισοδήματος.
Η IPV ευθυνόταν για πάνω από το 20% των χαμένων υγιών ετών ζωής λόγω άγχους και αυτοτραυματισμού στις γυναίκες και συνδέθηκε με 145.000 θανάτους, κυρίως από ανθρωποκτονία, αυτοκτονία και HIV/AIDS. Οι ερευνητές εκτιμούν ότι σχεδόν 30.000 γυναίκες δολοφονήθηκαν από συντρόφους τους μόνο το 2023, στοιχείο που υπογραμμίζει την επείγουσα ανάγκη ενισχυμένης προστασίας των ευάλωτων ατόμων.
Από τις οκτώ παθήσεις που συνδέονται με την IPV, το άγχος και η μείζων καταθλιπτική διαταραχή αποτελούσαν τις μεγαλύτερες πηγές επιβάρυνσης για τις γυναίκες στις περισσότερες περιοχές του κόσμου, με εξαίρεση την υποσαχάρια Αφρική, όπου κυριαρχούσε η επιβάρυνση από HIV/AIDS.
«Δεδομένου του εύρους των παθήσεων που συνδέονται με SVAC και IPV, οι επιζώντες θα χρειάζονται τόσο άμεση όσο και μακροπρόθεσμη φροντίδα από τα συστήματα υγείας διεθνώς», εξήγησε η Δρ. Φλορ.
«Η πρόληψη της βίας δεν αρκεί: πρέπει επίσης να εντοπίζουμε, να προστατεύουμε, να αποκαθιστούμε και να υποστηρίζουμε τα θύματα — και ο τομέας της υγείας έχει κεντρικό ρόλο σε αυτά» τόνισε.
Ηθική και δημόσια υγειονομική επιταγή
Η μελέτη υπογραμμίζει το γεγονός ότι η βία μπορεί να προληφθεί μέσω αποτελεσματικών παρεμβάσεων, όπως η ολοκληρωμένη νομοθεσία και η επιβολή της, η υγειονομική περίθαλψη με γνώμονα το τραύμα, η πρόληψη στα σχολεία, η συμμετοχή της κοινότητας, η οικονομική ενδυνάμωση και η συντονισμένη δράση σε όλους τους τομείς. Παρά τις μεθοδολογικές βελτιώσεις, η πραγματική έκταση της IPV και SVAC πιθανόν εξακολουθεί να υποεκτιμάται, λόγω κοινωνικού στίγματος και υποαναφοράς.
«Τα αυστηρά, τεκμηριωμένα δεδομένα αποκαλύπτουν με καθαρό τρόπο την κλίμακα και τις συνέπειες της βίας που υφίστανται γυναίκες και παιδιά», δήλωσε η Δρ. Ανίτα Ζάιντι, πρόεδρος του προγράμματος Gender Equality στο Ίδρυμα Gates.
«Τα στοιχεία είναι αδιαμφισβήτητα: οι βλάβες αυτές είναι πολύ πιο εκτεταμένες και πολύ πιο καταστροφικές για την υγεία από ό,τι πιστεύαμε. Η δράση των κυβερνήσεων αποτελεί άμεση ανάγκη. Η ανάλυση δείχνει ξεκάθαρα πού είναι μεγαλύτερες οι ανάγκες — και η ανταπόκριση είναι κρίσιμη για τη διακοπή ενός κύκλου τραύματος που μεταφέρεται από γενιά σε γενιά» κατέληξε η Δρ. Ζάιντι.
ΠΗΓΗ: Medicalxpress
