Η αξιοπιστία της 26χρονης παραπονούμενης αλλά και ο εντοπισμός σπέρματος σε σεντόνι, το οποίο ταυτοποιήθηκε μαζί του, δεν άφηναν περιθώρια ανατροπής της καταδίκης ιερέα χωριού της επαρχίας Λευκωσίας, ο οποίος βίασε την κόρη του αδελφού του.
Το ειδεχθές έγκλημα διαπράχθηκε τον Μάιο του 2013 και η υπόθεση εκδικάστηκε από το Κακουργιοδικείο Λευκωσίας το οποίο, αφού έκρινε ένοχο τον ρασοφόρο κατηγορούμενο, του επέβαλε ποινή φυλάκισης δέκα ετών.
Όπως γράφει ο Πολίτης η παραπονούμενη διέμενε στη Λευκωσία και μετακόμισε στο χωριό όταν ο ιερέας της τηλεφώνησε και την παρακάλεσε να μεταβεί στην κοινότητα για να βοηθήσει τον πατέρα της στην επιχείρηση που είχε, επειδή ήταν άρρωστος. Η νεαρή ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα του θείου της, ο οποίος της παραχώρησε ένα καραβάνι που είχε για να διαμένει προσωρινά.
Σύμφωνα με τα γεγονότα, όπως αυτά παρατίθενται στην απόφαση του Εφετείου, «ένα βράδυ, περί τα τέλη Μαΐου 2013, που η παραπονούμενη πήγε στο καραβάνι για να κοιμηθεί αισθανόμενη μεγάλη σωματική και ψυχολογική κούραση, ήρθε στο δωμάτιό της ο ιερέας, κάθισε στο κρεβάτι της και άρχισε να της μιλά. Στην πορεία άρχισε να της κάνει μασάζ στην πλάτη ενώ αυτή φορούσε τα ρούχα της, με αποτέλεσμα να αποκοιμηθεί.
Σε εκείνο το στάδιο η παραπονούμενη άρχισε να διερωτάται κατά πόσο ο θείος της δεν την έβλεπε ως κόρη του -όπως η ίδια πίστευε- και αν προσπαθούσε στην πραγματικότητα να την προσεγγίσει ως άντρας. Το μεσημέρι της επόμενης μέρας η παραπονούμενη πήγε στο καραβάνι για να κάνει ντους, σκοπεύοντας στη συνέχεια να επιστρέψει στη δουλειά της. Βγαίνοντας από το ντους και φορώντας μπουρνούζι, είδε τον ιερέα θείο της μπροστά της, στο σαλόνι. Αμέσως επέστρεψε στο δωμάτιό της.
Μόλις φόρεσε το νυχτικό της, ο ιερέας εισήλθε στο δωμάτιο, φορώντας μποξεράκι και ένα πουκάμισο μισάνοιχτο. Κάθισε δίπλα της στο κρεβάτι και άρχισε να της μιλά για γυναίκες και φιλενάδες που είχε και γενικώς να της λέει κουβέντες σεξουαλικού περιεχομένου. Προτού προλάβει να αντιδράσει η παραπονούμενη, την έπιασε από τα χέρια, την έριξε στο κρεβάτι ανάσκελα και πέφτοντας ολόκληρος πάνω της άρχισε να τη φιλά στα χείλη και να την αγγίζει με τα χέρια του στο στήθος, στα οπίσθια και σε ολόκληρο το σώμα της. Η παραπονούμενη, αντιδρώντας, τον έσπρωχνε, λέγοντάς του να φύγει. Αυτός εξακολουθούσε να είναι από πάνω της, να τη χαϊδεύει και να τη φιλά στο πρόσωπο και στο λαιμό με λυσσαλέο τρόπο». Ακολούθησε ο κτηνώδης βιασμός της από τον ιερέα θείο της.
Η καταγγελία στην Αστυνομία έγινε μερικές ημέρες μετά και προς τούτο δόθηκαν επαρκείς εξηγήσεις. Στο πλαίσιο της καταγγελίας, η 26χρονη παρέδωσε και ένα σεντόνι. Σε αυτό εντοπίστηκε το σπέρμα του ιερέα.
Επί του προκειμένου, στην απόφαση του Εφετείου σημειώνεται ότι «υπό το όλο πρίσμα των γεγονότων, η κρίσιμη μαρτυρία στο συγκεκριμένο ζήτημα αφορούσε το γενετικό υλικό και μόνο, ήτοι, τα σπερματικά κύτταρα του καταδικασθέντος. Ήταν, από τη φύση της, μαρτυρία ανεξάρτητη και ενίσχυε, με βάση τα γεγονότα που καλύπτουν την παρούσα περίπτωση, την εκδοχή του θύματος για διάπραξη του αδικήματος και βεβαίως συνέδεε άρρηκτα τον ιερέα με την εγκληματική συμπεριφορά. Υπό τις συνθήκες αυτές, συνιστούσε ενισχυτική μαρτυρία αυτής της παραπονούμενης, αναφορικά με τη σεξουαλική επαφή και την ταυτότητα του δράστη».
Το Εφετείο απέρριψε ομόφωνα όλους τους λόγους έφεσης και επικύρωση την καταδικαστική απόφαση του Κακουργιοδικείου.
Αρχικά ο ιερέας άσκησε έφεση και εναντίον της 10ετούς φυλάκισης που του επιβλήθηκε θεωρώντας πως ήταν έκδηλα υπερβολική αλλά στην πορεία την απέσυρε.