Σε προσωρινό αποκλεισμό από οποιαδήποτε αιμοδοσία βρίσκονται οι κάτοικοι, εργαζόμενοι αλλά και επισκέπτες περιοχών 12 δήμων της χώρας.
Ο λόγος για τον οποίο οι περιοχές αυτές τέθηκαν σε «συναγερμό» από τους υπευθύνους του Εθνικού Κέντρου Αιμοδοσίας και του Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων είναι ο εντοπισμός κρουσμάτων ελονοσίας, μιας νόσου που από το 2009 και μετά απασχολεί όλο και πιο συχνά τις υγειονομικές αρχές, καθώς σε ετήσια βάση καταγράφονται περιστατικά εγχώριας μετάδοσής της.
Σύμφωνα με τα επιδημιολογικά στοιχεία που συλλέγει το ΚΕΕΛΠΝΟ, από τις αρχές του έτους έως τα μέσα Αυγούστου είχαν δηλωθεί στο Κέντρο 65 κρούσματα ελονοσίας, εκ των οποίων τα 61 έχουν χαρακτηρισθεί εισαγόμενα - που σημαίνει ότι οι ασθενείς είχαν προσβληθεί σε χώρα του εξωτερικού. Από τα 61 εισαγόμενα κρούσματα ελονοσίας, τα 50 αφορούσαν σε μετανάστες από ενδημικές χώρες (43 από χώρες της Ινδικής χερσονήσου και επτά από χώρες της Αφρικής), και τα 11 κρούσματα αφορούσαν σε ταξιδιώτες που επέστρεψαν από ενδημική χώρα της Αφρικής. Από τα 50 κρούσματα σε μετανάστες, τα 8 καταγράφηκαν σε κέντρα φιλοξενίας προσφύγων και μεταναστών σε νησιά του Βορείου Αιγαίου.
Από το σύνολο των κρουσμάτων που είχαν δηλωθεί εφέτος έως τα μέσα Αυγούστου, σε τέσσερις ασθενείς υπάρχουν ενδείξεις εγχώριας μετάδοσης. Καθ' όλη τη διάρκεια του 2015, οπότε δηλώθηκαν 85 κρούσματα, ενδείξεις ότι ο ασθενής προσβλήθηκε «εντός των τειχών» είχαν εντοπιστεί σε έξι περιστατικά, ενώ οι χρονιές όπου είχε σημάνει στην Ελλάδα «κόκκινος» συναγερμός λόγω εγχώριας μετάδοσης της νόσου ήταν το 2011 και το 2012 (42 και 20 περιστατικά, αντίστοιχα), σύμφωνα με την kathimerini.
Οπως αναφέρεται στην έκθεση επιδημιολογικής επιτήρησης του ΚΕΕΛΠΝΟ, στην Ελλάδα η νόσος εκριζώθηκε το 1974, έπειτα από εντατικό και επίπονο πρόγραμμα καταπολέμησης. Μέχρι και το 2008 καταγράφονταν στην Ελλάδα περίπου 20 - 50 κρούσματα ετησίως, που σχετίζονταν στη μεγάλη τους πλειονότητα με ταξίδι ή παραμονή σε ενδημική για την ελονοσία χώρα.
Εως το 2008 δηλώθηκαν στο ΚΕΕΛΠΝΟ μόνο λίγα σποραδικά κρούσματα ελονοσίας, χωρίς ιστορικό ταξιδιού τα έτη 1991, 1999 και 2000. Από το 2009 και μετά, ωστόσο, κρούσματα ελονοσίας με ενδείξεις εγχώριας μετάδοσης καταγράφονται σχεδόν κάθε έτος σε διάφορες περιοχές της χώρας, κυρίως ως σποραδικά, αλλά και σε συρροές.
Για την περίοδο αυτή ως «επηρεαζόμενες» από ελονοσία περιοχές έχουν χαρακτηρισθεί από τις υγειονομικές αρχές και άρα έχουν τεθεί σε περιορισμούς σχετικά με την αιμοδοσία περιοχές των δήμων Φαρκαδόνας και Τρικκαίων (Περιφερειακή Ενότητα Τρικάλων), Παλαμά (Π.Ε. Καρδίτσας), Ευρώτα (Π.Ε. Λακωνίας), Χαλκιδέων (Π.Ε. Ευβοίας), Θηβαίων (Π.Ε. Βοιωτίας), Τεμπών (Π.Ε. Λάρισας), Μαραθώνος (Π.Ε. Ανατολικής Αττικής), Δυτικής Αχαΐας (Π.Ε. Αχαΐας), Ανδραβίδας - Κυλλήνης (Π.Ε. Ηλείας) και Λαγκαδά και Πυλαίας (Π.Ε. Θεσσαλονίκης).
Ως μέτρα πρόληψης για την ασφάλεια του αίματος είναι ο αποκλεισμός από την αιμοδοσία όσων κατοικούν και εργάζονται σε αυτές τις περιοχές, καθώς και όσων τις έχουν επισκεφθεί (τουλάχιστον μία διανυκτέρευση).