Για οικονομική εξόντωση των συνταξιούχων δικαστών και βάναυση προσβολή του κύρους και της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης κάνουν λόγο τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Ένωσης Συνταξιούχων Δικαστικών Λειτουργών και Λειτουργών του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και ζητούν συνάντηση με τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα.
Σε ανακοίνωση τους υπογραμμίζουν πως παρά τις διαβεβαιώσεις που είχαν λάβει από την Κυβέρνηση ότι δεν θα θιγούν οι κύριες συντάξεις των συνταξιούχων δικαστών, όπως και όλων των συνταξιούχων του Ελληνικού Δημοσίου, «τα καταβαλλόμενα ποσά των συντάξεων, που θα υπολογίζονται πλέον με βάση τα 2.000 ευρώ ακαθάριστα, να μειωθούν σε ποσοστό άνω του 40% από αυτά που ήδη καταβάλλονται». Όπως επισημαίνουν «σε σχέση με τις συντάξεις που καταβάλλονταν το έτος 2010 η σωρευτική μείωσή τους ανέρχεται σε 80% περίπου» . Και σαν παράδειγμα αναφέρουν την καταβαλλόμενη πριν από τη ρύθμιση σύνταξη του Προέδρου του Α.Π. και των αντιστοίχων του, που ήταν 2.274 ευρώ. Όπως λένε με τις πρόσφατες ρυθμίσεις «περιορίζεται στα 1.380 ευρώ. Αντίστοιχες, επισημαίνουν, θα είναι οι περικοπές για τους κατώτερους βαθμούς. Αυτό σημαίνει ότι ο Πρόεδρος του Αρείου Πάγου, ισότιμο και ισόκυρος, κατά το Σύνταγμα, του Πρωθυπουργού (εκτελεστική εξουσία) και του Προέδρου της Βολής (νομοθετική εξουσία) θα λαμβάνει στο εξής μηνιαία σύνταξη 1.380 ευρώ περίπου, αντί 2.274 ευρώ που ελάμβανε μέχρι τώρα (μείωση 894 ευρώ)».
Ολόκληρη η ανακοίνωση έχει ως εξής:
Το Διοικητικό Συμβούλιο της Ένωσης Συνταξιούχων Δικαστικών Λειτουργών και Λειτουργών του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους συνήλθε εκτάκτως την 1η Ιουνίου 2016 μέρα Τετάρτη και διαπίστωσε τα εξής:
Κατά την επίσκεψη του Δ.Σ. στις 29 Μαρτίου 2016 στον Υπουργό Εργασίας, Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Κοινωνικής Αλληλεγγύης Γεώργιο Κατρούγκαλο, ο τελευταίος, παρουσία του Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης Γιάννη Δραγασάκη, διαβεβαίωσε κατηγορηματικά τα μέλη του Δ.Σ. ότι με τις ρυθμίσεις του υπό ψήφιση τότε ασφαλιστικού νομοσχεδίου δεν επρόκειτο να θιγούν οι κύριες συντάξεις των συνταξιούχων δικαστών, όπως και όλων των συνταξιούχων του Ελληνικού Δημοσίου, αφού, πλην των άλλων, το ανώτατο όριο καταβολής σε περίπτωση μίας σύνταξης θα οριζόταν στο ποσό των 2.300 ευρώ καθαρά και σε περίπτωση περισσοτέρων συντάξεων θα οριζόταν στο ποσό των 3.000 ευρώ καθαρά. Με την τελική όμως διατύπωση του άρθρου 13 του Ν. 4387/2016 οι κύριες συντάξεις περικόπτονται άνω του 40% με την μορφή της αναστολής καταβολής του ποσού της σύνταξης που υπερβαίνει το ποσό των 2.000 ευρώ των ακαθάριστων συντάξιμων αποδοχών. Αυτό σημαίνει ότι οι ακαθάριστες συντάξεις των Δικαστών, δηλαδή με τον συνυπολογισμό της εισφοράς υπέρ ΕΟΠΠΥ, της εισφοράς Αλληλεγγύης Συνταξιούχων και του αναλογούντος φόρου, που υπερβαίνουν το ποσό των 2.000 ευρώ, θα υποστούν μείωση και θα περιοριστούν στο ποσό των 2.000 ευρώ, με αποτέλεσμα τα καταβαλλόμενα ποσά των συντάξεων, που θα υπολογίζονται πλέον με βάση τα 2.000 ευρώ ακαθάριστα, να μειωθούν σε ποσοστό άνω του 40% από αυτά που ήδη καταβάλλονται. Σε σχέση δε με τις συντάξεις που καταβάλλονταν το έτος 2010 η σωρευτική μείωσή τους ανέρχεται σε 80% περίπου. Για παράδειγμα η καταβαλλόμενη πριν από τη ρύθμιση σύνταξη του Προέδρου του Α.Π. και των αντιστοίχων του, που ήταν 2.274 ευρώ, περιορίζεται στα 1.380 ευρώ. Αντίστοιχες θα είναι οι περικοπές για τους κατώτερους βαθμούς. Αυτό σημαίνει ότι ο Πρόεδρος του Αρείου Πάγου, ισότιμο και ισόκυρος, κατά το Σύνταγμα, του Πρωθυπουργού (εκτελεστική εξουσία) και του Προέδρου της Βολής (νομοθετική εξουσία) θα λαμβάνει στο εξής μηνιαία σύνταξη 1.380 ευρώ περίπου, αντί 2.274 ευρώ που ελάμβανε μέχρι τώρα (μείωση 894 ευρώ).
Τις ίδιες σαρωτικές μειώσεις υφίστανται και οι συντάξεις των χιλιάδων συνταξιούχων του Δημοσίου των οποίων οι ακαθάριστες αποδοχές υπερβαίνουν τα 2.000 ευρώ. Το γεγονός αυτό, εκτός από την οικονομική εξόντωση των συνταξιούχων δικαστών, αποτελεί και βάναυση προσβολή του κύρους και της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης.
Κατόπιν αυτών, το Δ.Σ. της ένωσης Συνταξιούχων Δικαστικών Λειτουργών και Λειτουργών του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
ΑΠΦΑΣΙΖΕΙ ΟΜΟΦΩΝΑ
1) 1) Να ζητήσει συνάντηση με τον Πρωθυπουργό της Χώρας.
2) 2) Να συγκαλέσει έκτακτη συνέλευση των Μελών της Ένωσης προς ενημέρωση και λήψη αποφάσεων».