Τον κύριο Ντίνο Παπασπύρου δεν τον έχω ακόμη γνωρίσει δια ζώσης. Είναι η ακινησία του και η δική μου αδυναμία να καταγράψω τα απίστευτα χιλιόμετρα μέχρι την Θεσσαλονίκη, σε εποχή οικονομικής κρίσης. Νοιώθω όμως πως τον έχω δει χιλιάδες φορές. Άλλωστε το να αισθάνεται κανείς τα δημιουργήματα ενός καλλιτέχνη - και δεν μιλώ μόνο για το ζωγραφικό του έργο αλλά και τα βιβλία του - είναι η ασφαλέστερη οδός μιας επικοινωνίας ουσίας, που επισκιάζει όποια άλλη μορφή. Έτσι αισθάνομαι οικείος μαζί του. Επιπλέον το διαδίκτυο μας προσφέρει μια ανέξοδη και καθημερινή επαφή. Εκεί βλέπω ξανά και ξανά εικόνες και ζωγραφιές του και διαβάζω τα σχόλια και τις σκέψεις του. Αν είχαμε βρει χορηγό θα είχαμε κάνει και μαζί ένα βιβλίο(τα "Ενδο- ταξιδιωτικά", δεκαπέντε μικρές ιστορίες μου και εικονογράφηση δική του). Είναι όμως οι καιροί δύσκολοι και η στοχοποίηση έμεινε μάλλον για το απώτερο μέλλον...
Πρόσφατα άκουσα για την έκθεση "Έλληνες ναΐφ ζωγράφοι" που παρουσιάζεται στην Ύδρα (μέχρι τις 2 Μαΐου) και ο Ντίνος Παπασπύρου θα είναι παρών με έργα του. Δεν υπήρχε καλύτερη στιγμή για μια δημόσια συνομιλία μεταξύ μας. Σας την παραθέτω αυτούσια:
Ζωγράφος ή συγγραφέας, κύριε Παπασπύρου;
Και τα δύο, το ένα συμπληρώνει το άλλο, με βιωματική πάντοτε γραφή.
Εκτός από τα δικά σας βιβλία έχετε εικονογραφήσει και άλλων συγγραφέων;
Πολλά, όχι όμως κατά παραγγελία. Αν ζωγραφιές, που έχω κάνει κατά καιρούς, δένουν με τα κείμενα των άλλων συγγραφέων, φίλων και μη, τους τις παραχωρώ αφιλοκερδώς με μεγάλη χαρά.
Τι είναι η ζωγραφική για εσάς;
Τρόπος ζωής και ισορροπίας.
«Ναΐφ» ζωγράφος, λοιπόν;
Αναπόφευκτα ως αυτοδίδακτος, με ζωγραφιές όχι λαϊκές, όπως του Θεόφιλου, αλλά λαϊκότροπες. Και είναι φυσικό, διαφορετικός ο τρόπος ζωής του Θεόφιλου, διαφορετικός ο δικός μου.
Μποστ, Πεντζίκης, Σπαθάρης, έντονες οι επιδράσεις τους ή παράλληλοι βίοι ;
Ο ζωγράφος, αυτοδίδακτος ή μη, δέχεται, θέλει δεν θέλει, επιδράσεις από προγενέστερους. Το πολύ σημαντικό είναι να καταφέρει να δημιουργήσει το δικό του προφίλ, ώστε ο θεατής να μπορεί να τον επισημαίνει βλέποντας την ζωγραφιά του, πριν διαβάσει την υπογραφή. Πιστεύω ότι το έχω καταφέρει αυτό.
Στα έργα σας υπάρχει μόνο η βόρειος Ελλάδα ως τοπίο;
Ναι, διότι ζωγραφίζω βιωματικά. Αν δεν βιώσω κάτι δεν μπορώ να το αποδώσω, θα είναι ψόφιο.
Υπάρχει τέχνη με τέτοια δυστυχία γύρω μας;
Στις οκτώ δεκαετίες τις ζωής μου έχω γευτεί πολλές απογοητεύσεις. Η τέχνη όμως δεν απογοητεύει ποτέ, ομορφαίνει την ζωή μας και μας ισορροπεί.
Αποτυπώνεται το σύγχρονο προσφυγικό δράμα στα νεώτερα έργα σας;
Όχι ακόμη. Παλαιότερα έχω κάνει μερικές ζωγραφιές της προσφυγικής οικογένειας του παππού μου.
Διαχρονικό το πρόβλημα της προσφυγιάς. Οι καταβολές μου είναι προσφυγικές. Ο παππούς, από την μεριά της μητέρας μου, με την εξαμελή του οικογένεια, ήρθαν το 1914 στην Θεσσαλονίκη γυμνοί, από το Τσανάκ Καλέ (Νεοχώριον Τρωάδος). Πέρα από τις κακουχίες είχαν εδώ και την απόρριψή τους από τους ντόπιους. Γνωστή η ρήση των ντόπιων «ένας άνθρωπος και ένας πρόσφυγας». Διαφορετικά τα πράγματα σήμερα, κάποιοι ισχυροί κατέστρεψαν, συνεχίζουν να καταστρέφουν, τις πατριδούλες αυτών των ανθρώπων και τους αφήνουν μόνη λύση την φυγή προς το άγνωστο. Οι Έλληνες τους συμπαρίστανται όσο μπορούν μέσα στην τοπική κρίση που βιώνουν, αλλά αυτό δεν είναι λύση, είναι συναίσθημα. Πολύ σοβαρό πρόβλημα με άγνωστη κατάληξη.
Δυο σκέψεις για την έκθεση στην Ύδρα και τη δική σας συμμετοχή.
Θα ήθελα πολύ να δω την έκθεση «Έλληνες ναΐφ ζωγράφοι» που παρουσιάζεται στην Ύδρα μέχρι 2 Μαΐου. Όμως, καλώς ή κακώς, είμαι της ακινησίας, δεν οδηγώ και φυσικά δεν έχω αυτοκίνητο. Δεν γνωρίζω ποια έργα μου εκτίθενται, όμως πιστεύω ότι θα είναι από τα καλύτερά μου καθώς επιλέχθηκαν από την Συλλογή Χρήστου και Πόλλυς Κολλιαλή, που από παλιά με εντόπισαν και εκτίμησαν την δουλειά μου.
Μια συμβουλή σε νεώτερους δημιουργούς.
Ο καθένας μας έχει μια δωρεά μέσα του, που άνωθεν του δόθηκε, αρκεί να την εντοπίσει ή να του δοθεί η ευκαιρία να την καλλιεργήσει. Πίστευα και εξακολουθώ να πιστεύω ότι η τύχει παίζει μεγάλο ρόλο στην διαδρομή καθενός. Προσωπικά, αν στις αρχές’70 δεν έβλεπε τυχαία κάποιες πρόδρομες ζωγραφιές μου ο γιατρός και εξαίρετος ζωγράφος, αείμνηστος Πάνος Παπανάκος, που ήρθε σπίτι να με κουράρει, δεν θα είχε ξεκινήσει αυτή η διαδρομή των 40 και πλέον χρόνων. Όλα όμως με πολλή δουλειά, υπομονή και επιμονή. «Ο καιρός, εδώ, δεν μετράει, ένας χρόνος δε λογαριάζεται, δέκα χρόνια είναι ένα τίποτα. Καλλιτέχνης θα πει: να μη μετράς, να μη λογαριάζεις, να ψηλώνεις όπως το δέντρο, που δε βιάζει τον χυμό του, που αδείλιαστο αψηφάει τις ανοιξιάτικες μπόρες, χωρίς να φοβάται μη δεν έρθει το καλοκαίρι. Το καλοκαίρι έρχεται. Έρχεται, όμως, μονάχα για κείνους που ξέρουν να προσμένουν ξένοιαστοι και γαλήνιοι, σα να ’χανε μπροστά τους την αιωνιότητα. Κάθε μέρα που’ ρχεται και φεύγει μου φέρνει τούτη τη διδαχή – διδαχή πληρωμένη με πόνους, που τους χρωστώ ωστόσο χάρη: Υπομονή, αυτό είναι το μεγάλο μυστικό». Μεγάλη δύναμη να προχωρήσω, και πώς, μου έδωσε στη νιότη μου αυτό το απόσπασμα, από τα «Γράμματα σε ένα νέο ποιητή», του Rainer Maria Rilke.