Η τριτοβάθμια εκπαίδευση ως μοχλός ανάπτυξης της χώρας

του γιώργου Δουκίδη, καθηγήτη του οικονομικού πανεπιστημίου αθηνων

Τα κορυφαία Πανεπιστήμια στο εξωτερικό πέραν της προσφοράς ποιοτικής εκπαίδευσης και της παραγωγής νέας γνώσης μέσω σοβαρής έρευνας, παίζουν σημαντικό ρόλο στην κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη σε εθνικό, περιφερειακό ή παγκόσμιο επίπεδο. Αντίστοιχα, μεμονωμένα και αποσπασματικά παραδείγματα είχαμε κατά καιρούς και στην Ελλάδα –όπως η ουσιαστική προσφορά εδώ και δεκαετίες του ΕΜΠ στα μεγάλα έργα υποδομής και η αντίστοιχη της ΑΣΟΕΕ στην υποστήριξη μεγάλων και μικρών επιχειρήσεων καθώς και ευρύτερων αναπτυξιακών πρωτοβουλιών.

Υπάρχουν βέβαια και χώρες (ΗΠΑ, Σιγκαπούρη, Ηνωμένο Βασίλειο κλπ.) όπου η τριτοβάθμια εκπαίδευση είναι αναπόσπαστο κομμάτι της εθνικής οικονομικής στρατηγικής, αφού δημιουργεί (άμεσα ή έμμεσα) πολλές θέσεις εργασίας και συμβάλλει ουσιαστικά στο ΑΕΠ της χώρας. Για παράδειγμα, στο Ηνωμένο Βασίλειο τα ΑΕΙ προσφέρουν £73 δισ. στην εθνική οικονομία (που αντιπροσωπεύει το 2,8% του ΑΕΠ), δημιουργούν συνολικά 760.000 θέσεις εργασίας και μέσω των ξένων φοιτητών οι εξαγόμενες υπηρεσίες ξεπερνούν τα £11 δισ. Σε όλα τα παραπάνω νούμερα δεν περιλαμβάνονται η επίδραση στην εθνική και διεθνή οικονομία από τις συνέργιες των ΑΕΙ με την επιχειρηματική κοινότητα και τις νέες επιχειρήσεις που δημιουργούνται από ερευνητές και φοιτητές/αποφοίτους.

Το ζητούμενο είναι τί θα μπορούσε τώρα να προσφέρει συνολικά η ελληνική τριτοβάθμια εκπαίδευση στην εθνική πλέον προσπάθεια για την οικονομική ανάπτυξη με συστηματικό και οργανωμένο τρόπο. Παρότι η λειτουργία των ελληνικών ΑΕΙ διέπεται από μία συντηρητική και απαρχαιωμένη άποψη του ρόλου των ΑΕΙ, υπάρχει σημαντικό έμψυχο υλικό και τεχνογνωσία που θα μπορούσε να αξιοποιηθεί σε μία συλλογική πανεθνική προσπάθεια μονόδρομο για την οικονομική ανάπτυξη. Υπάρχουν ήδη κάποιες αποσπασματικές δράσεις που πρέπει να συστηματοποιηθούν και βέλτιστες πρακτικές από το εξωτερικό που είναι εύκολο να μεταφερθούν και υλοποιηθούν. Για παράδειγμα:

*Ανάπτυξη εξειδικευμένων προγραμμάτων (προπτυχιακών ή/και μεταπτυχιακών) σε ανερχόμενους διεθνώς επιστημονικούς κλάδους και σε επαγγελματικές ειδικότητες που η Ελλάδα έχει στρατηγικό πλεονέκτημα, όπως π.χ. η επιστήμη των δεδομένων (data science), η αγροδιατροφική επιστήμη, η πολιτισμική κληρονομιά και η τουριστική ανάπτυξη, η ναυτιλία,  κλπ. Βραχυπρόθεσμα αυτό θα αποσυμφορήσει την ανεργία σε αποφοίτους ακαδημαϊκών σχολών που δεν έχουν επαγγελματική προοπτική και μακροπρόθεσμα θα βοηθήσει την αναπτυξιακή πορεία αυτών των κλάδων μέσω της δημιουργίας εξειδικευμένων επιστημόνων/στελεχών.

*Αξιοποίηση των ερευνητικών αποτελεσμάτων Ελλήνων ερευνητών. Παρότι η ακαδημαϊκή έρευνα στην Ελλάδα είναι ιδιαίτερα υψηλού επιπέδου, υπάρχει δυστοκία στην αξιοποίησή της για την επίλυση σημαντικών προβλημάτων και την δημιουργία νέων, καινοτόμων υπηρεσιών/προϊόντων. Η αναβάθμιση της αξιοποίησης  θα μπορούσε να επιτευχθεί μέσω εξειδικευμένων κέντρων στα ΑΕΙ και ερευνητικά κέντρα (σε συνεργασία με κοινωνικούς και επιχειρηματικούς φορείς) για χρηματοδότηση της μεταδιδακτορικής εφαρμογής της έρευνας, διευκόλυνση  δημιουργίας πατεντών, διεθνή δικτύωση για συνέργειες και εξωστρέφεια, δημιουργία νέων καινοτόμων εταιρειών κλπ.

*Υποστήριξη των ερευνητικών ομάδων αριστείας. Υπολογίζεται ότι στα ελληνικά ΑΕΙ λειτουργούν τουλάχιστον 150 ερευνητικά εργαστήρια/ομάδες με ουσιώδες  επιστημονικό  έργο και σημαντική  διεθνή αναγνώριση. Με σχετική στοχευμένη υποστήριξη και χρηματοδότηση θα μπορούσαν αυτές οι ομάδες να δώσουν επαγγελματική προοπτική σε περισσότερους Έλληνες ερευνητές/ επιστήμονες, μειώνοντας έτσι το brain drain. Επίσης, θα μπορούσαν να εξελιχθούν σε διεθνείς κόμβους καινοτομικής και τεχνολογικής ανάπτυξης, σε υποδομές για διεθνείς συνεργασίες με κέντρα αριστείας του εξωτερικού και σε δομές προσέλκυσης υψηλού επιπέδου ερευνητών απ' όλο τον κόσμο.

*Συνέργιες με μεγάλες εθνικές αναπτυξιακές πρωτοβουλίες. Υπάρχουν πολλά παραδείγματα σε προηγμένες οικονομίες όπου μεγάλα εθνικά έργα συνδυάστηκαν και υποστηρίχθηκαν από αντίστοιχες εκπαιδευτικές/ ερευνητικές πρωτοβουλίες. Για παράδειγμα, η ανάπλαση του Ελληνικού θα μπορούσε να συνδυασθεί με την ανάπτυξη ενός ολοκληρωμένου διεθνούς κέντρου ερευνητικής καινοτομίας, ενώ η αναβάθμιση του Πεδίου του Άρεως με την ίδρυση ενός πρότυπου διεθνούς ευρωπαϊκού κέντρου φιλοξενίας Ευρωπαίων φοιτητών στο πλαίσιο του προγράμματος ERASMUS.  

*Δημιουργία κοινών ερευνητικών και εκπαιδευτικών προγραμμάτων με κορυφαία ΑΕΙ και ερευνητικά κέντρα του εξωτερικού. Ήδη αυτό γίνεται αποσπασματικά, αλλά η συστηματική υλοποίηση απ' όλες τις Σχολές των ελληνικών ΑΕΙ θα δημιουργήσει ένα υγιές περιβάλλον κινητικότητας για φοιτητές/ερευνητές, αναβάθμιση του εγχώριου εκπαιδευτικού προσωπικού, προσέλκυση Ελλήνων ακαδημαϊκών αλλά και χιλιάδων φοιτητών από το εξωτερικό και βέβαια υψηλότερη ποιότητα στην ήδη παρεχόμενη εκπαίδευση.

*Σύνδεση των ελληνικών ΑΕΙ με την κοινωνία και την αγορά εργασίας. Αυτό είναι αυτονόητο αλλά και πάλι δεν συμβαίνει στον βαθμό που θα έπρεπε λόγω ατολμίας, καχυποψίας και ανικανότητας μερικές φορές και από τις δύο πλευρές.  Σε μία χώρα με τεράστια ποσοστά ανεργίας, ειδικά στους νέους, και σε σοβαρή οικονομική κρίση, τα ΑΕΙ θα πρέπει να παράγουν γνώση που να είναι άμεσα υλοποιήσιμη και αξιοποιήσιμη για τις ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας,  να προσφέρουν δωρεάν ειδική κατάρτιση σε κοινωνικές ομάδες με προβλήματα και να έχουν σχέση με επιχειρηματικούς και κοινωνικούς φορείς και την αγορά εργασίας μέσω ειδικών σεμιναρίων, ημερών καριέρας, υποχρεωτικής πρακτικής άσκησης, κλπ.

Τέλος, στις σημερινές συνθήκες, προέχει η δημιουργία αγγλόφωνων προπτυχιακών προγραμμάτων αποκλειστικά για ξένους φοιτητές που μπορούν να προσφερθούν από όλα τα ελληνικά ΑΕΙ, αλλά και από υψηλής  ποιότητας μη-κερδοσκοπικά μη-κρατικά ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα σε συνεργασία με γνωστά πανεπιστήμια του εξωτερικού. Ήδη αντίστοιχα παραδείγματα σε χώρες όπως η Κύπρος, η Τουρκία, η Τσεχία κ.α. έχουν βοηθήσει την προσπάθεια εξωστρέφειας των εθνικών οικονομιών, έχουν αυξήσει γενικότερα την ποιότητα σπουδών λόγω ανταγωνισμού με τα ήδη λειτουργούντα ΑΕΙ και έχουν προσελκύσει διεθνείς εταιρείες για την δημιουργία τοπικών υποδομών έρευνας και ανάπτυξης.

 

 

 

Διαβάστε επίσης