Ήταν μόλις 4 μηνών το κοριτσάκι, όταν διαγνώσθηκε με «ωχρότητα, κυάνωση, υποτονία, έντονη αναπνευστική δυσχέρεια και πιθανή εισρόφηση» στο νοσοκομείο της Κέρκυρας όπου και μεταφέρθηκε. Λίγες ώρες αργότερα, «έσβησε» εξαιτίας νοσοκομειακών παραλείψεων και διαγνωστικών λαθών.
Παρά τη σοβαρότητα της κατάστασής του, έμεινε όλο το βράδυ να το παρακολουθεί, μία ειδικευόμενη γιατρός στον πρώτο χρόνο της Ιατρικής, ενώ οι αρμόδιες εφημερεύουσες επιμελήτριες είχαν φύγει και η μία έδωσε τηλεφωνικές οδηγίες από το σπίτι της.
Η ποινική δικαιοσύνη αθώωσε τις τρεις γιατρούς, τις δύο επιμελήτριες λόγω του προβληματικού προγράμματος εφημεριών, ενώ την ειδικευόμενη λόγω απειρίας, καθώς με βάση τα όσα γνώριζε έκανε ό,τι μπορούσε.
Ωστόσο, τα διοικητικά δικαστήρια δέχτηκαν ότι υπάρχουν ευθύνες της καθεμιάς γιατρού, και 18 ολόκληρα χρόνια μετά το τραγικό περιστατικό, το Συμβούλιο της Επικρατείας επικύρωσε την υποχρέωση του νοσοκομείου να καταβάλει σε επτά συγγενικά πρόσωπα του άτυχου βρέφους, αποζημίωση που φτάνει τα 300.000 ευρώ, μαζί με τους νόμιμους τόκους.
Τα συμπτώματα του μωρού- Το χρονικό
Το κοριτσάκι είχε παρουσιάσει απώλεια των αισθήσεων, κυάνωση (το δέρμα της είχε την απόχρωση του μπλε) και έκανε εμετό.
Έγιναν εξετάσεις αίματος και ούρων, όπως και ακτινογραφία θώρακος και σύμφωνα με τον ακτινολόγο δεν υπήρχαν παθολογικά ευρήματα. Μετά τις εξετάσεις έγινε ανάνηψη με χορήγηση οξυγόνου και συνδέθηκε με monitor για παρακολούθηση.
Το απόγευμα της ίδιας μέρας το βρέφος παρουσίασε κυάνωση γύρω από το στόμα και μεταφέρθηκε σε τέντα οξυγόνου, καθώς η μάσκα οξυγόνου το ενοχλούσε.
Δύο ώρες μετά τα μεσάνυκτα, η ειδικευόμενη γιατρός του νοσοκομείου, καθώς οι δύο εφημερεύουσες παιδίατροι είχαν αποχωρήσει, διαπίστωσε ότι το βρέφος παρουσίασε έντονη ταχύπνοια, υποδιαφραγματικές εισολκές και η όλη κατάστασή του επιδεινώθηκε.
Τις πρώτες πρωινές ώρες το βρέφος παρουσίασε άπνοια, κυάνωση γύρω από το στόμα και ασυστολία (ανεπαρκής συστολή της καρδιάς). Ξεκίνησε ανάνηψη από αναισθησιολόγο. Όμως, το βρέφος δεν ανατάχθηκε και στις 6.30 π.μ. εξέπνευσε.
Η νεκροψία
Η έκθεση της νεκροψίας αναφέρει ότι ο θάνατος δεν ήταν ακαριαίος και προκλήθηκε από πνευμονικό οίδημα μη διαγνώσιμης αιτιολογίας.
Να σημειωθεί ότι από τα ποινικά δικαστήρια οι δύο παιδίατροι κρίθηκαν αθώες του αδικήματος της ανθρωποκτονίας εξ αμελείας. Η μεν πρώτη γιατί ήταν σε «εφημερία ετοιμότητας», κάτι που μεταφράζεται ότι μπορούσε να παραμείνει στο σπίτι της και να πήγαινε στο νοσοκομείο αν χρειαζόταν. Όμως, ουδέποτε κλήθηκε να πάει στο νοσοκομείο.
Η δεύτερη παιδίατρος αθωώθηκε από την ίδια κατηγορία, καθώς στο νοσοκομείο ήταν με απόσπαση και δεν υπαγόταν στην οργανική του δύναμη, με αποτέλεσμα να μην υπήρχε στο πρόγραμμα εφημεριών. Κατά συνέπεια δεν μπορούσε να της καταλογιστεί ούτε εγκατάλειψη θέσης της, αλλά ούτε ότι άφησε αβοήθητο το βρέφος. Η ειδικευόμενη γιατρός αθωώθηκε και αυτή.
Από τα Διοικητικά Δικαστήρια που προσέφυγαν οι συγγενείς, οι δικαστές έκριναν ότι οι γιατροί δεν έλαβαν τα αναγκαία και προβλεπόμενα ή επιβαλλόμενα μέτρα, ώστε να διαγνωσθεί εγκαίρως η νόσος από την οποία έπασχε το βρέφος και να αποτραπεί ο θάνατός του.
Πηγή : Καθημερινή