To περιουσιολόγιο προ των πυλών

του δημητρη μποκαρη, φοροτεχνικός

Η πρόθεση της πολιτικής ηγεσίας του Υπ. Οικονομικών για την καθολική υποβολή της δήλωσης περιουσιακής κατάστασης και της κατάρτισης του περίφημου περιουσιολόγιου, μοιάζει να είναι ειλημμένη. Αυτό που μένει να αποσαφηνιστεί στο άμεσο μέλλον είναι η έναρξη εφαρμογής, ο χρόνος και ο τρόπος υποβολής των σχετικών δεδομένων. Με την κατάθεση των φορολογικών νομοσχεδίων που αναμένονται, θα ξεκαθαριστεί σε κάποιο βαθμό ο χρόνος υλοποίησης του μέτρου.

Πίσω από την εφαρμογή του μέτρου αυτού κρύβονται δύο στόχοι. Ο προφανής που είναι η δυνατότητα ελέγχου και ανακάλυψης αδήλωτων εισοδημάτων και ο «ανομολόγητος» που είναι η δυνατότητα επιβολής εφόσον υπάρξουν δημοσιονομικές ανάγκες, κάποιας έκτακτης εισφοράς επί των δηλούμενων περιουσιακών στοιχείων.

Όσον αφορά τον πρώτο στόχο αναμένεται να κινηθεί σε δύο άξονες:

Της διασταύρωσης των δηλούμενων περιουσιακών στοιχείων, με τα εισοδήματα του παρελθόντος. Η μέχρι τώρα εμπειρία από τέτοιου τύπου ελέγχους, δείχνει ότι πολλές φορές προσκρούει σε αντικειμενικές δυσκολίες αλλά και σε νομικά κωλύματα, όταν χρειάζεται να προχωρήσει σε βάθος χρόνου. Δεν μπορεί επίσης να αποκλειστεί και το ενδεχόμενο παροχής κάποιου είδους «ασυλίας» για διαφορές του παρελθόντος, ως κίνητρο προκειμένου να δηλωθεί το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων.
Ο δεύτερος και πιο σημαντικός στόχος έχει να κάνει με το γεγονός ότι το περιουσιολόγιου μπορεί να αποτελέσει τη βάση και την αφετηρία για την εφαρμογή των έμμεσων τεχνικών ελέγχου, που πιθανόν θα αποτελέσουν και τη βασική ελεγκτική τακτική στο μέλλον. 

Οι τεχνικές ελέγχου περιλαμβάνουν και αυτές:

- Της ανάλυσης ρευστότητας του φορολογούμενου.

- Της καθαρής θέσης του φορολογούμενου.

- Του ύψους των τραπεζικών καταθέσεων και των δαπανών σε μετρητά.

Για την εφαρμογή των παραπάνω μεθόδων, απαραίτητο στοιχείο είναι η ύπαρξη κάποιου σημείου αφετηρίας στο οποίο θα είναι καταγεγραμμένο σο σύνολο της κινητής και ακίνητης περιουσίας του φορολογουμένου. Πέρα από την ακίνητη περιουσία, η οποία είναι γνωστή στη φορολογική διοίκηση, η κινητή περιουσία μπορεί να περιλαμβάνει:

- Κινητά μέσα, δηλαδή αυτοκίνητα, μοτοσυκλέτες, πλωτά ή εναέρια μέσα.

- Επενδύσεις, συμμετοχές, χρεόγραφα. Για παράδειγμα: μετοχές, μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων κλπ.

- Στοιχεία επενδύσεων-τραπεζικών καταθέσεων, περιλαμβανομένης και της ύπαρξης τραπεζικής θυρίδας.

- Επενδύσεων σε έργα τέχνης, συλλογές και τιμαλφή μεγάλης αξίας.

- Απαιτήσεις από τρίτους.

- Διαθέσιμα μετρητά.

Παράλληλα, πέρα από τη γνώση της περιουσιακής κατάστασης του φορολογουμένου ανά πάσα περίοδο, είναι απαραίτητο και ένα σύστημα καταγραφής των δαπανών τις οποίες πραγματοποίησε εντός της ελεγχόμενης περιόδου. Αυτό σε κάποιο βαθμό επιτυγχάνεται κυρίως μέσω των στοιχείων που υποχρεούνται να παράσχουν στη Γ.Γ.Δ.Ε. μία σειρά φορείς (τραπεζικά ιδρύματα, ασφάλειες, εκπαιδευτήρια, πάροχοι ρεύματος και τηλεφωνίας κ.ο.κ.). Ωστόσο το μέτρο, που επίσης έχει εξαγγελθεί και αναμένεται η νομοθέτηση και η έναρξη εφαρμογής του και θα αποτελέσει βασικό όπλο στα χέρια του ελεγκτικού μηχανισμού, είναι η σχεδόν γενικευμένη χρήση του «πλαστικού χρήματος».

Όπως είναι γνωστό το σύνολο των συναλλαγών που εξοφλούνται με κάρτες εσωτερικού, εμβάσματα και πληρωμές εν γένει μέσω τραπεζικού συστήματος, καταγράφονται ανά ΑΦΜ και είναι διαθέσιμες στις ελεγκτικές αρχές. Αυτό που έχει εξαγγελθεί  προς το παρόν είναι ότι θα παρέχονται κίνητρα (αφορολόγητο κλπ.) προς τους φορολογούμενους για τη χρήση πλαστικού χρήματος, ωστόσο θεωρείται πολύ πιθανή και η μείωση του ορίου πάνω από το οποίο θα πρέπει η εξόφληση μίας συναλλαγής να πραγματοποιείται με τραπεζικό μέσο πληρωμής.

Στο βαθμό που όλα τα παραπάνω προχωρήσουν και υλοποιηθούν θα περιοριστεί η δυνατότητα χρήσης «μαύρου», με την έννοια του αδήλωτου, χρήματος και θα πρέπει ο φορολογούμενος αξιοποιώντας την αρχική του δήλωση και το εισόδημα που δηλώνει, να είναι σε θέση να δικαιολογεί τις δαπάνες που πραγματοποιεί.

Για αυτό το λόγο η δήλωση της περιουσιακής κατάστασης θα αποτελέσει για κάποιους φορολογούμενους δύσκολο σταυρόλεξο αφού θα πρέπει από τη μια μεριά να σταθμίσουν την πιθανότητα επιβολής κάποιας έκτακτης εισφοράς επί των στοιχείων που θα δηλώσουν και από την άλλη την πιθανότητα να μην είναι σε θέση να δικαιολογήσουν μελλοντικές δαπάνες και να κληθούν να φορολογηθούν με αυξημένο συντελεστή (σήμερα 33%) και τόκους για τυχόν διαφορές που θα προκύψουν.

Διαβάστε επίσης