Τη ρύθμιση ληξιπρόθεσμων οφειλών μη μισθωτών και αγροτών που λαμβάνουν παράλληλα σύνταξη, καθώς και την αναστολή είσπραξης στις ασφαλιστικές εισφορές για την αντιμετώπιση έκτακτων αναγκών λόγω της κακοκαιρίας «Daniel», προβλέπει τροπολογία του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Απασχόλησης, η οποία κατατέθηκε στο νομοσχέδιο του ΥπΑΑΤ για τις διεπαγγελματικές οργανώσεις.
Ειδικότερα, η διάταξη για μη μισθωτούς και αγρότες που απασχολούνται λαμβάνοντας παράλληλα σύνταξη και δεν έχουν καταβάλλει τον προβλεπόμενο πόρο 10% υπέρ e-ΕΦΚΑ για το 2024, προβλέπει ότι η παρακράτηση από τις καταβαλλόμενες συντάξεις θα γίνει τμηματικά σε διάστημα 24 μηνών, και όχι εφάπαξ, προκειμένου να μην επιβαρυνθούν υπέρμετρα.
Ειδικά για τις ασφαλιστικές εισφορές και τον πόρο μη ανταποδοτικού χαρακτήρα υπέρ e – ΕΦΚΑ που αφορούν σε απασχόληση συνταξιούχων του έτους 2024, η προβλεπόμενη παρακράτηση από τις καταβαλλόμενες συντάξεις θα γίνει τμηματικά
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση, με την προτεινόμενη διάταξη αντιμετωπίζεται το ζήτημα της συσσώρευσης οφειλών προς τον Ηλεκτρονικό Εθνικό Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης e – ΕΦΚΑ λόγω μη καταβολής εκ μέρους του απασχολούμενου συνταξιούχου των ασφαλιστικών εισφορών μη μισθωτών και αγροτών και του πόρου μη ανταποδοτικού χαρακτήρα. Για τον λόγο αυτό ορίζεται ότι ειδικά για τις ασφαλιστικές εισφορές και τον πόρο μη ανταποδοτικού χαρακτήρα υπέρ e – ΕΦΚΑ που αφορούν σε απασχόληση συνταξιούχων του έτους 2024, η προβλεπόμενη παρακράτηση από τις καταβαλλόμενες συντάξεις θα γίνει τμηματικά, αντί για το σύνολο της οφειλής, σε διάστημα 24 μηνών, ώστε να μην επιβαρυνθούν υπέρμετρα οι συνταξιούχοι.
Σε περίπτωση μη καταβολής των ασφαλιστικών εισφορών και του πόρου μη ανταποδοτικού χαρακτήρα υπέρ του e – ΕΦΚΑ για διάστημα μεγαλύτερο των δύο μηνών, προβλέπεται η παρακράτηση της οφειλής από το σύνολο των καταβαλλομένων συντάξεων. «Λόγω της αναγκαίας προσαρμογής των πληροφοριακών του συστημάτων, ο ΕΦΚΑ ξεκίνησε τη διαδικασία παρακράτησης των οφειλών αυτών από το δεύτερο εξάμηνο του 2024, με αποτέλεσμα να έχουν συσσωρευτεί οφειλές πολλών μηνών από την 1η.1.2024, χρονικό σημείο που ξεκίνησε να εφαρμόζεται η νέα διάταξη. Επομένως, οι οφειλές είναι απαραίτητο να παρακρατηθούν σταδιακά, ώστε να αποφευχθεί παρακράτηση μεγάλου μέρους των καταβαλλόμενων συντάξεων», επισημαίνεται στην αιτιολογική έκθεση.
Επίσης, με άλλη διάταξη προβλέπεται ότι πάσης φύσεως ασφαλιστικές εισφορές, τρέχουσες και καθυστερούμενες, φυσικών και νομικών προσώπων και οντοτήτων για τις οποίες, στο πλαίσιο αντιμετώπισης των έκτακτων αναγκών που προέκυψαν από την εκδήλωση της κακοκαιρίας «Daniel», έχει χορηγηθεί αναστολή καταβολής ή παράταση αναστολής καταβολής που λήγει από 28 Φεβρουαρίου 2025 μέχρι 31 Μαρτίου 2025, τελούν σε αναστολή καταβολής κατά το χρονικό διάστημα από την ημερομηνία λήξης της αναστολής καταβολής ή της παράτασης καταβολής έως τις 30 Ιουλίου 2025. Κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα, οι οφειλές δεν επιβαρύνονται με προσαυξήσεις ή τόκους εκπρόθεσμης καταβολής.
Τι προβλέπει η ρύθμιση για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές
Ειδικότερα, σύμφωνα με το άρθρο 2 της τροπολογίας προβλέπεται:
«Ληξιπρόθεσμες οφειλές, μέχρι την 31η Μαρτίου 2025, προς τον Ηλεκτρονικό Εθνικό Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e – Ε.Φ.Κ.Α.), μαζί με τις πάσης φύσεως προσαυξήσεις και πρόσθετα τέλη, οι οποίες προέρχονται από τη μη καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών και του μη ανταποδοτικού χαρακτήρα πόρου υπέρ-Ε.Φ.Κ.Α. των περ. β) και γ) της παρ. 3 του άρθρου 20 του ν. 4387/2016 (Α’ 85), περί απασχόλησης συνταξιούχων, κατά παρέκκλιση της παρ. 11 του ίδιου άρθρου, κεφαλαιοποιούνται και παρακρατούνται σε είκοσι τέσσερις (24) ισόποσες μηνιαίες δόσεις από το σύνολο των καταβαλλόμενων συντάξεων. Ο οφειλέτης δύναται να δηλώσει ότι δεν επιθυμεί την παρακράτηση και να καταβάλει το οφειλόμενο ποσό εφάπαξ. Το ποσό της κύριας οφειλής που υπάγεται στο παρόν επιβαρύνεται, από τον μήνα υπαγωγής στη ρύθμιση, με το επιτόκιο της περ. 8 της υποπαρ. ΙΑ.1 του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α’ 107), περί πάγιας ρύθμισης οφειλόμενων εισφορών στους φορείς κοινωνικής ασφάλισης. Για τις οφειλές που γεννώνται από την ίδια αιτία, μετά από την ημερομηνία του πρώτου εδαφίου, εφαρμόζεται η παρ. 11 του άρθρου 20 του ν. 4387/2016».