του Νίκου Φιλιππίδη, δημοσιογράφου
Τις τελευταίες μέρες ισχύει κυριολεκτικά το «όρεξη να έχεις να απαντάς στο τηλέφωνο». Οι εταιρείες ηλεκτρικής ενέργειας, οι πάροχοι όπως τους αποκαλούμε, έχουν βγει και προσφέρουν τιμές για κάθε γούστο. Ολες πολύ κάτω από την τιμή που διαμορφώνεται με την κρατική επιδότηση. Ευγενικές κυρίες πρώτα σου πετούν την τιμή, τις πιο πολλές φορές κάτω από τα 10 λεπτά του ευρώ ανά κιλοβατώρα, ενός κίτρινου τιμολογίου και μετά σου λένε το όνομα της εταιρείας που εκπροσωπούν. Οι τιμές που δίνουν για τον Σεπτέμβριο είναι πραγματικά εξωπραγματικές, σε κάποιες περιπτώσεις και κατά 50% χαμηλότερες, σε σχέση με αυτές των «πράσινων» που ανακοίνωσαν στις αρχές Σεπτεμβρίου. Τότε είχαν πει πως επηρεάστηκαν δυσμενώς από τη μεγάλη αύξηση της χονδρικής του ρεύματος. Γεγονός αληθινό, η οποία προκάλεσε και την επιστολή του Πρωθυπουργού στην πρόεδρο της Κομισιόν. Η εξέλιξη αυτή είχε οδηγήσει στον δεύτερο στη σειρά μήνα επαναφοράς της κρατικής επιδότησης. Πωλούν ρεύμα στους πολλούς με τιμή 16 λεπτά του ευρώ ανά κιλοβατώρα, η οποία πέφτει κάτω από τα 15 λεπτά με την επιδότηση και την ίδια στιγμή πωλούν τηλεφωνικά με στόχο νέες συνδέσεις με αρχική τιμή για τον μήνα Σεπτέμβριο μεταξύ 7 και 10 λεπτών του ευρώ ανά κιλοβατώρα. Καθόλου άσχημα. Απλά – ξανά – μπερδεύεται ο πολίτης, ο οποίος δικαίως αναρωτιέται πώς γίνεται η τιμή να βγαίνει τόσο ψηλά, αλλά την ίδια στιγμή να μπορεί η ίδια εταιρεία να προσφέρει ένα προϊόν σε τόσο χαμηλή τιμή. Ισως κάποιος να βρεθεί να τους εξηγήσει ότι αυτό που συμβαίνει είναι μια από τις καλές δυνατότητες της ελεύθερης αγοράς. Το να πουλάω δηλαδή κάτι ακόμα και κάτω του κόστους προκειμένου να συνεχίσω να χτίζω μερίδια. Και όποιος επωφελήθηκε, επωφελήθηκε, αλλά σε κάθε περίπτωση δεν γίνεται αντιληπτή η αναγκαιότητα της επιδότησης.
Το μεγάλο θέμα που δυσκολεύονται όλοι να απαντήσουν ή το απαντάνε με μισόλογα, είναι γιατί οι τιμές της χονδρικής είναι τόσο υψηλές, ώστε να είναι αντίστοιχα υψηλά και τα «πράσινα» τιμολόγια των πολλών ελλήνων καταναλωτών ηλεκτρικού ρεύματος. Και για αυτό το θέμα είχε μια απλή και ξεκάθαρη απάντηση ο Μάριο Ντράγκι στην περίφημη έκθεση των 400 σελίδων, αναλύοντας τους λόγους που οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας παραμένουν στα ύψη. Σε χοντρές γραμμές, αποδίδει το φαινόμενο στο γεγονός ότι οι επενδύσεις σε υποδομές είναι αργές τόσο στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας όσο και στα δίκτυα (εμείς παραμένουμε σε μεγάλο βαθμό απομονωμένοι). Την ίδια στιγμή οι κανόνες της αγοράς δηλαδή το ευρωπαϊκό μοντέλο (target model) που ζητάει αλλαγές και η Ελλάδα εμποδίζουν νοικοκυριά και επιχειρήσεις να αξιοποιήσουν τα οφέλη της πράσινης ενέργειας στους λογαριασμούς τους. Στην αστάθεια συντελεί επιπλέον το χρηματοοικονομικό κόστος των επενδύσεων, οι ενεργειακοί φόροι που κλείνουν τρύπες στους προϋπολογισμούς αλλά και το παιχνίδι που γίνεται στις αγορές παραγώγων. Μιλάει επίσης για μειωμένη εποπτεία και εύκολα κέρδη που βγαίνουν από μεγάλες εταιρείες.
Το παρήγορο, μετά τη χθεσινή απάντηση της Φον ντερ Λάιεν, είναι ότι στις Βρυξέλλες παίρνουν στα σοβαρά την έκθεση Ντράγκι. Οπότε, αφού διαπιστώσαμε το πρόβλημα και τις αιτίες, υπάρχει η προσδοκία μελλοντικής επίλυσής του. Μέχρι τότε, κάντε έναν κόπο και αφιερώστε λίγο χρόνο να ακούσετε τις προσφορές των ευγενικών κυριών των ελληνικών εταιρειών ενέργειας, γιατί είναι ο μοναδικός τρόπος για φτηνότερο ρεύμα.
ot.gr