Η κρίση αραχνοφοβίας που διαδόθηκε ξαφνικά στην Ελλάδα εξαιτίας του θανάτου ενός 48χρονου άνδρα στον Πύργο Ηλείας αντικειμενικά είναι μακράν δυσανάλογη σε σχέση με την πραγματική απειλή: Ο θάνατος, ακόμη και η πρόκληση μιας σοβαρής παθολογικής κατάστασης από τσίμπημα (δήγμα) αράχνης, είναι εξαιρετικά σπάνια φαινόμενα. Είναι χαρακτηριστικό ότι υπάρχουν 37.000 αναγνωρισμένα είδη αράχνης σε όλο τον κόσμο, εκ των οποίων μόνο τα 500 μπορούν να προκαλέσουν ελαφρά συμπτώματα όπως πόνο και τοπικό πρήξιμο. Και μόνο 10 είδη αράχνης μπορούν να θεωρηθούν όντως επικίνδυνα για τον άνθρωπο.
Δυστυχώς, ένα από αυτά, πιθανότατα μια καφέ αράχνη, τσίμπησε τον άτυχο άνδρα στον Πύργο. Προηγουμένως, στα ιατρικά χρονικά της Ελλάδας έχουν αναφερθεί ελάχιστες περιπτώσεις όπου τα παθολογικά συμπτώματα παραπέμπουν σε δήγμα καφέ αράχνης – όχι περισσότερα από συνολικά 15.
Νεκρωτικός αραχνιδισμός
Το αξιοπρόσεκτο, βέβαια, είναι ότι τα 13 εξ αυτών παρατηρήθηκαν στην Κρήτη, όπως επισημαίνει σε σχετική μελέτη της η διευθύντρια ΕΣΥ Δερματολογίας στο Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Ηρακλείου Μαρία Στεφανίδου, η οποία δημοσιεύτηκε στην Ελληνική Επιθεώρηση Δερματολογίας και Αφροδισιολογίας. Η κυρία Στεφανίδου εξηγεί ότι «το κλινικό σύνδρομο που παρουσιάζεται μετά από δήγμα αράχνης ονομάζεται αραχνιδισμός και μπορεί να έχει γενικά και τοπικά συμπτώματα. Νεκρωτικός αραχνιδισμός είναι η εμφάνιση νεκρωτικής δερματικής βλάβης, ως αντίδραση στο δηλητήριο. Η συχνότητα των δηλητηριωδών δηγμάτων είναι χαμηλή στην Ευρώπη σε σύγκριση με τις τροπικές χώρες».
Ο νεκρωτικός αραχνιδισμός δεν είναι απαραιτήτως θανατηφόρος. Οπως επισημαίνει στο «Πρώτο Θέμα» ο δρ. Θεόδωρος Σταθάκης, επιστημονικός συνεργάτης του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, «το δήγμα της καφέ αράχνης είναι δερμονεκρωτικό, δηλαδή προξενεί συμπτώματα που μοιάζουν με γάγγραινα, για να το θέσω απλουστευτικά. Οι αράχνες εκδηλώνουν πιο έντονη δραστηριότητα την περίοδο από την άνοιξη έως το φθινόπωρο, εξ ου και τα δήγματα είναι πιο συχνά το καλοκαίρι».
Επίσης, εκ φύσεως οι αράχνες, στην πλειονότητα των ειδών τους, δεν έχουν τη δυνατότητα να βλάψουν σοβαρά έναν ανθρώπινο οργανισμό, εκτός εάν συντρέχουν κι άλλοι επιβαρυντικοί παράγοντες. Οι δαγκάνες τους (χηληκεραίες) δεν έχουν το κατάλληλο μήκος και δεν είναι τόσο ισχυρές ώστε να διεισδύσουν στο ανθρώπινο δέρμα και να εγχύσουν το δηλητήριό τους. Οσο για το δηλητήριο καθαυτό, δεν είναι θανατηφόρο, ούτε ως προς την τοξικότητα ούτε ως προς την ποσότητά του. Επιπλέον, το βασικό είναι ότι οι αράχνες δεν αντιμετωπίζουν τον άνθρωπο ως θήραμα. Δαγκώνουν ως αμυντική αντίδραση, όταν νιώθουν ότι απειλούνται, οπότε το τσίμπημα ενδέχεται να συμβεί υπό ορισμένες συνθήκες και παραμένει τυχαίο. Πέραν αυτών, η αντίδραση του ανθρώπινου οργανισμού στο δηλητήριο της αράχνης συναρτάται με την ποσότητα που προλαβαίνει να εγχύσει το ζωύφιο (δεν είναι έντομο, η αράχνη ανήκει στα αρθρόποδα), το αν η αράχνη συνθλιβεί πάνω στην επιδερμίδα κ.λπ. Κρίσιμης σημασίας για τις παρενέργειες του τσιμπήματος είναι επίσης παράγοντες όπως αν έχει υπάρξει προηγούμενο τσίμπημα από αράχνη στον ίδιο άνθρωπο, τυχόν αλλεργίες και ευπάθειες του θύματος, καθώς και το σημείο του σώματος όπου γίνεται το δήγμα: το πιο επικίνδυνο είναι το τσίμπημα στο πρόσωπο και σε περιοχές με αυξημένο λιπώδη ιστό. Ως προς την ηλικία, ως συνήθως, τα παιδιά και οι ηλικιωμένοι είναι οι πιο ευάλωτοι στις επιπλοκές από το δηλητήριο της αράχνης.
Η ακίνδυνη οικιακή αράχνη
Η χρήση της ως συμβόλου του απρόβλεπτου και αμείλικτου κακού σε διάφορα θρίλερ -ακόμη και σαν το μαγικό φίλτρο για τη μετάλλαξη του μυθικού υπερήρωα Σπάιντερμαν- ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για τον τρόμο των ανθρώπων απέναντι στις αράχνες.
Στην πράξη, ακόμη κι αν μια αράχνη επιτεθεί, π.χ. η περιβόητη ταραντούλα, κατά κανόνα δεν προξενεί κάτι περισσότερο από άλγος. Στην Ελλάδα ενδημεί η άκακη πλην όχι και τόσο ευχάριστη στην όψη οικιακή αράχνη, η ύπαρξη της οποίας υποδηλώνει εγκατάλειψη και έλλειψη καθαριότητας σε κλειστούς χώρους.
…και η επιθετική καφέ
Εν προκειμένω, εξαιτίας και του θανατηφόρου κρούσματος στον Πύργο, το ενδιαφέρον στρέφεται κυρίως στην καφέ αράχνη (ή αράχνη-βιολί, από το σημάδι σε σχήμα βιολιού στην άνω πλευρά του κορμού της), η επιστημονική ονομασία της οποίας είναι Loxosceles reclusa. Μια ελεύθερη μετάφραση από τα λατινικά θα ήταν «η ερημίτισσα με τα λοξά πόδια».
Οι συνήθειές της, εξαιτίας των οποίων βαφτίστηκε από τους επιστήμονες ερημίτισσα, είναι ιδιαίτερες: νυκτόβια, δεν υφαίνει ιστό για να παγιδεύσει τα θηράματά της, αλλά ως κάλυμμα για το εκάστοτε καταφύγιό της. Είναι κυνηγός και επιτίθεται στη λεία της, δεν το περιμένει παθητικά όπως άλλες αράχνες.
Την ημέρα κρύβεται κάτω από βράχους ή σε σχισμές δέντρων, ενώ θεωρείται «συνανθρώπειος», δηλαδή επωφελείται από τη στενή συνύπαρξή της με τους ανθρώπους. Γι’ αυτό παρεπιδημεί σε οικήματα, υπόγεια, αποθήκες κ.λπ., καθώς και οποιοδήποτε άνοιγμα σε έπιπλα, ακόμη και σε ρούχα ή παπούτσια που βρίσκονται στο πάτωμα. Η καφέ αράχνη είναι σκληρό καρύδι: μπορεί να επιζήσει έως και έξι μήνες χωρίς καθόλου τροφή, ενώ αντέχει σε θεαματικό εύρος θερμοκρασίας, από 8 έως 43 βαθμούς Κελσίου. Η συνήθειά της να παρεισφρέει σε υποδήματα, ενδύματα, καπέλα, γάντια κ.λπ. αυξάνει τις πιθανότητες να επιτεθεί στο ανύποπτο θύμα της, έστω κι αν αυτή θα είναι και η τελευταία της ενέργεια, προτού συνθλιβεί κατά λάθος ή από την ενστικτώδη αντίδραση στο δήγμα της.
Το τσίμπημα καφέ αράχνης μπορεί να προκαλέσει ερύθημα (επιδερμικό κοκκίνισμα), εξάνθημα, οίδημα, φουσκάλες με υγρό, πονοκέφαλο, πυρετό, πόνους στις αρθρώσεις, έμετο, υπόταση, σπασμούς κ.ά. Αντίδοτο στο δηλητήριο της καφέ αράχνης κατ’ ουσίαν δεν υπάρχει και τα σκευάσματα που χορηγούνται πρέπει να ληφθούν το αργότερο εντός μερικών ωρών από το δήγμα. Σε κάθε περίπτωση, συνιστώνται η άμεση ιατρική φροντίδα και η εντατική παρακολούθηση της εξέλιξης των συμπτωμάτων, ενώ ως μέσο πρώτων βοηθειών θα πρέπει το θύμα να έχει κατά νου ότι το δηλητήριο της καφέ αράχνης ενισχύεται με την άνοδο της θερμοκρασίας, οπότε τα ψυχρά επιθέματα στο σημείο του τσιμπήματος βοηθά καίρια στην ανάσχεση των παρενεργειών. Και, γενικότερα, η τακτική απεντόμωση και ο καθαρισμός των αποθηκευτικών χώρων, όπως και η προσοχή κατά το άνοιγμα συσκευασιών με ρούχα, παπούτσια και λοιπά αξεσουάρ, στα οποία προτιμά να ενοικεί η καφέ αράχνη.
Νευρική παράλυση από Μαύρη Χήρα
Στην Ελλάδα απαντάται επίσης, αν και όχι τόσο συχνά, η μαύρη χήρα, ένα είδος αράχνης που με το τσίμπημά της μπορεί να προκαλέσει στον άνθρωπο συμπτώματα που ποικίλλουν: από ερεθισμό του δέρματος, εφίδρωση και δακρύρροια έως αναπνευστική δυσχέρεια και σπασμούς. Σε ακραίες περιπτώσεις, το δήγμα της Μαύρης Χήρας έχει ως παρενέργεια τη νευρική παράλυση, ακόμη και τον θάνατο του θύματός της.
Σε αντίθεση με την Ερημίτισσα, η Μαύρη Χήρα προτιμά να ζει στην ύπαιθρο και σε εξωτερικό περιβάλλον. Είναι, ομολογουμένως, ένα πλάσμα που προκαλεί δέος ή και φρίκη, λόγω του κόκκινου σημαδιού στην κοιλιά της που μοιάζει με κλεψύδρα, του επιβλητικού μήκους των ποδιών της και, φυσικά, του στιλπνού κατάμαυρου χρώματός της.
Κώμα από σκορπιό
Μαζί με τις αράχνες, ο πιο διαδεδομένος εφιάλτης με πρωταγωνιστή κάποιο άλλο αρθρόποδο είναι ο σκορπιός, ο οποίος επίσης ανήκει, όπως και η αράχνη, στα αραχνίδια. Παρεμπιπτόντως, η ειδοποιός διαφορά μεταξύ εντόμων και αραχνιδίων εντοπίζεται στον αριθμό των ποδιών: τα έντομα έχουν τρία ζεύγη, ενώ τα αραχνίδια τέσσερα. Σε μια διαφωτιστική συνέντευξή του με αφορμή την αθρόα εμφάνιση σκορπιών σε πολλές περιοχές της Θράκης ο διδάκτορας Εντομολογίας – Ακαρεολογίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης Κωνσταντίνος Σαμαράς ανέφερε: «Ολοι οι σκορπιοί έχουν δηλητήριο, αλλά στην Ελλάδα ευτυχώς δεν έχουμε σκορπιούς με θανατηφόρο δηλητήριο, όπως υπάρχουν, π.χ., σε χώρες της Αφρικής. Εκεί ορισμένοι σκορπιοί μπορούν να προκαλέσουν ακόμη και τον θάνατο, λόγω και της έλλειψης επαρκών μέσων άμεσης περίθαλψης». Ο κ. Σαμαράς υπογραμμίζει περαιτέρω ότι οι σκορπιοί, εκ φύσεως, δεν έχουν την τάση να επιτίθενται στους ανθρώπους, καθώς τρέφονται με έντομα, μικρά σπονδυλωτά και ασπόνδυλα, ακόμη και ερπετά.
Το ζήτημα είναι όμως ότι οι σκορπιοί, όπως και οι αράχνες, τείνουν να δημιουργούν φωλιές εκεί όπου νιώθουν πιο ασφαλείς, σε προστατευμένα σημεία, π.χ., κατοικιών, κατά προτίμηση σε μέρη με αυξημένη υγρασία. Κι όταν ο σκορπιός βρει το κατάλληλο καταφύγιο, το πιο πιθανό είναι να μείνει εκεί έως το τέλος της ζωής του, εφόσον αποστρέφεται τις μετακομίσεις. Κυκλοφορεί κυρίως τη νύχτα, προς εξασφάλιση τροφής από το περιβάλλον. Και μολονότι οι σκορπιοί που απαντώνται στην Ελλάδα δεν είναι θανάσιμα επικίνδυνοι, τα μέτρα προφύλαξης από τυχόν τσίμπημά τους θα πρέπει να τηρούνται, ιδιαίτερα για τα παιδιά και τα άτομα τρίτης ηλικίας, πολύ περισσότερο αν υπάρχουν και προβλήματα υγείας.
Αλλωστε, ακόμη κι αν δεν είναι θανατηφόρο, το δηλητήριο του σκορπιού μπορεί να προκαλέσει, υπό προϋποθέσεις, συμπτώματα όπως έντονη μεταβολή της αρτηριακής πίεσης (υπέρταση ή υπόταση), ναυτία, έμετο, εφίδρωση και σε πιο σοβαρές περιπτώσεις σπασμούς, πνευμονικό οίδημα, καταπληξία ή και κώμα. Προφανώς οι αλλεργίες στο δηλητήριο του σκορπιού είναι βασικός παράγοντας επιβάρυνσης και επιδείνωσης των συμπτωμάτων, οπότε η γνώση για τις ενδεχόμενες επιπλοκές είναι από μόνη της το πιο αποτελεσματικό μέσο προστασίας. Κατεξοχήν, δε, το καλοκαίρι, όταν η ζέστη και συχνά η υγρασία ευνοούν τον πολλαπλασιασμό και τις συχνότερες, ανεπιθύμητες, επισκέψεις σκορπιών και λοιπών ανατριχιαστικών ζωυφίων.
Μολυσμένα κουνούπια
Κάθε χρόνο οι σχεδόν αόρατοι εισβολείς, τα έντομα, όπως τα κουνούπια, οι σφήκες, τα τσιμπούρια, οι ψύλλοι κ.λπ., γίνονται φορείς πολύ σοβαρών λοιμώξεων. Πρόσφατα, φέρ’ ειπείν, έντονη ανησυχία σε κοινό και ειδικούς προκάλεσε η αύξηση κρουσμάτων από τον ιό του Δυτικού Νείλου. Για την έξαρση της συγκεκριμένης λοίμωξης ο ένοχος της διασποράς είναι τα κουνούπια. Ο ΕΟΔΥ υπογραμμίζει ότι «κατά τα έτη 2010-2014 και 2017-2023 καταγράφηκαν κρούσματα λοίμωξης από τον ιό του Δυτικού Νείλου σε διάφορες περιοχές (και) της χώρας μας, κατά τους καλοκαιρινούς και φθινοπωρινούς μήνες. Η κυκλοφορία του ιού έχει καταγραφεί σε όλες τις περιφέρειες, γεγονός που υποδηλώνει ότι ο ιός του Δυτικού Νείλου έχει εγκατασταθεί και στην Ελλάδα, όπως και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Ως εκ τούτου, είναι πιθανή και αναμενόμενη η επανεμφάνιση περιστατικών στη χώρα μας την τρέχουσα περίοδο μετάδοσης 2024 (καθώς και σε επόμενες περιόδους), κατά την περίοδο κυκλοφορίας των κουνουπιών».
Μαζί με τον ιό του Δυτικού Νείλου, τα μολυσμένα κουνούπια ενός συγκεκριμένου είδους (Aedes) γίνονται φορείς επικίνδυνων νόσων όπως η ελονοσία, ο δάγκειος και ο κίτρινος πυρετός, ο ιός Zika κ.α. Τα τσιμπούρια προκαλούν τη νόσο Lyme, οι μολυσμένες θηλυκές σκνίπες τη λεϊσμανίαση, οι ψύλλοι και οι ψείρες τον τύφο. Οι περισσότερες από αυτές τις νόσους είναι σπάνιες για την Ελλάδα – αν και ποτέ δεν μπορεί να αποκλειστεί μια ξαφνική έξαρση οποιασδήποτε από αυτές για λόγους που οφείλονται, εν τέλει, στην ίδια τη φύση. Επιπλέον, η Ελλάδα ως παγκοσμίως δημοφιλής τουριστικός προορισμός, μαζί με τα εκατομμύρια των επισκεπτών, υποδέχεται και πιθανές λοιμώξεις ή άλλου είδους ασθένειες, τις οποίες μεταφέρουν μαζί τους στις διακοπές, κατά το πλείστον εν αγνοία τους. Παρ’ όλα αυτά, χωρίς υστερία και υπερβολικές φοβίες και με δεδομένο ότι ποτέ κανείς δεν μπορεί να είναι προετοιμασμένος να αντιμετωπίσει κάθε πιθανή απειλή για την υγεία του, τα στοιχειώδη και ορθολογικά μέτρα πρόληψης και προστασίας δεν είναι απλώς επιβεβλημένα, αλλά και η μόνη εγγύηση ότι μια απρόοπτη περιπέτεια θα περάσει ανώδυνα.