Ο ορισμός ενός περιστατικού ως εκφοβισμού είναι σημαντικός επειδή επηρεάζει το εάν ο μαθητής θα το αναφέρει σε κάποιον ενήλικα (π.χ. γονέα ή δάσκαλο), καθώς και τον τρόπο με τον οποίο οι ενήλικες ανταποκρίνονται στην αναφορά του μαθητή. Σχολική βία αποτελεί κάθε μορφή βίας που λαμβάνει χώρα μέσα και γύρω από το σχολείο, έχει ως θύματα μαθητές και διαπράττεται από άλλους μαθητές, δασκάλους και λοιπό σχολικό προσωπικό. Η έννοια της σχολικής βίας περιλαμβάνει το σχολικό εκφοβισμό και το διαδικτυακό εκφοβισμό. Ο εκφοβισμός αποτελεί μια από τις πιο διαδεδομένες μορφές σχολικής βίας και επηρεάζει έναν (1) στους τρεις (3) νέους.
Η σχολική βία αποτελεί μία ειδικότερη μορφή παραβατικότητας των ανηλίκων με την οποία είτε εκφράζονται αντιθέσεις που δημιουργούνται εξαρχής στο σχολικό περιβάλλον είτε μεταφέρονται σε αυτό προβλήματα της οικογένειας, της γειτονιάς ή της κοινότητας. Καμία πολιτική πρόληψης/αντιμετώπισης της σχολικής βίας και του εκφοβισμού δεν μπορεί να αποδώσει χωρίς την απαραίτητη ευαισθητοποίηση της κοινωνίας και τη γνώση αναφορικά με τις καταστροφικές τους συνέπειες στους νέους. Οι δράσεις για την αντιμετώπιση της σχολικής βίας και του εκφοβισμού, θα μπορούσαν να αποτελέσουν ένα χαρακτηριστικό υπόδειγμα ευρείας κοινωνικής συμμετοχής και συνευθύνης πολλών κοινωνικών φορέων (δασκάλων, ψυχολόγων, συλλόγων γονέων, κοινοτικών διαμεσολαβητών και τοπικών αρχών), που όλοι μαζί θα μοιράζονται τις ευθύνες και θα εργάζονται συλλογικά.
Για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της σχολικής βίας και του εκφοβισμού είναι απαραίτητα τα δέκα (10) παρακάτω βήματα: 1. Η επίγνωση του προβλήματος και η προσοχή στα προειδοποιητικά σημάδια. 2. Η αναγνώριση ότι αποτελεί πρόβλημα. 3. Η άμεση αντίδραση. 4. Η ήρεμη αντιμετώπιση και η διατήρηση του ελέγχου. 5. Η άμεση απομάκρυνση όλων των εμπλεκόμενων στο περιστατικό. 6. Η αποφυγή οποιασδήποτε απόπειρας διαπραγμάτευσης. 7. Η λογοδοσία οποιουδήποτε ενθαρρύνει τον εκφοβισμό. 8. Η αποφυγή βιαστικών κρίσεων. 9. Η αναζήτηση βοήθειας από ειδικούς και επαγγελματίες. 10. Η εκπαίδευση στο χειρισμό αντίστοιχων καταστάσεων.
Το θετικό κλίμα στο σχολικό περιβάλλον αποτελεί ουσιαστικό στοιχείο για την πρόληψη και την αντιμετώπιση της σχολικής βίας και του εκφοβισμού. Συγκεκριμένα, έχει αποδειχθεί ότι για να λειτουργήσουν αποτελεσματικά οι πρακτικές, οι στρατηγικές και τα προγράμματα πρόληψης και αντιμετώπισης του φαινομένου, προϋπόθεση είναι να υπάρχει καλό κλίμα στο σχολικό περιβάλλον, το οποίο πρέπει να είναι ασφαλές και δίκαιο, τόσο για τους μαθητές όσο και για τους εκπαιδευτικούς.
Προκειμένου να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά η σχολική βία και ο εκφοβισμός -εκτός από το θετικό κλίμα στο σχολικό περιβάλλον- τρεις βασικές στρατηγικές φαίνεται να είναι οι πιο αποτελεσματικές: 1. Η αλλαγή της σχολικής κουλτούρας, έτσι ώστε οι μαθητές να αισθάνονται ασφαλείς και ενδυναμωμένοι να υπερασπιστούν ο ένας τον άλλον. 2. Η εκπόνηση συγκεκριμένων εκπαιδευτικών πολιτικών για την ενίσχυση της θετικής στάσης απέναντι στους συμμαθητές και τους συνομηλίκους. 3. Η εκμάθηση από τους μαθητές απλών μεθόδων για την αντιμετώπιση της σχολικής βίας και του εκφοβισμού, οι οποίες μπορούν να λειτουργήσουν αποτελεσματικά στην αποφυγή επανάληψής τους στο μέλλον.
Οι ίδιοι οι μαθητές δηλώνουν ότι οι πιο χρήσιμες ενέργειες των δασκάλων είναι: α) να ακούσουν το μαθητή, β) να επικοινωνήσουν μαζί του στη συνέχεια, προκειμένου να δουν αν ο εκφοβισμός σταμάτησε και γ) να δώσουν συμβουλές σε όλους τους μαθητές. Επίσης, αναφέρουν ότι οι πιο επιβλαβείς ενέργειες των δασκάλων είναι: α) να πουν στο μαθητή να λύσει μόνος του το πρόβλημα, β) να πουν στο μαθητή ότι ο εκφοβισμός δεν θα συνέβαινε αν ο μαθητής ενεργούσε διαφορετικά, γ) να αγνοήσουν το περιστατικό ή δ) να πουν στο μαθητή να σταματήσει να μπλέκει σε καυγάδες. Τέλος, οι ίδιοι οι μαθητές δηλώνουν ότι χρησιμοποιούν διάφορες στρατηγικές για να σταματήσουν τον εκφοβισμό, όπως: τον αποκλεισμό του ατόμου που τους εκφοβίζει (60,2%), την ενημέρωση ενός γονέα (50,8%), την αγνόησης του ατόμου αυτού (42,8%) και την αποχή από το διαδίκτυο (29,6%).
Η ανάληψη δράσης για την αντιμετώπιση της σχολικής βίας και του εκφοβισμού δεν είναι απλώς ζήτημα εύρεσης καλύτερων τρόπων ανταπόκρισης σε περιστατικά τα οποία έχουν ήδη συμβεί (αν και αυτό είναι σημαντικό), αλλά δημιουργίας του κατάλληλου σχολικού περιβάλλοντος στο οποίο είναι λιγότερο πιθανό να συμβούν βίαια περιστατικά. Μια καλή πρακτική είναι να κάνουμε τους μαθητές συμμέτοχους και να τους ζητήσουμε να αξιολογήσουν την τρέχουσα κατάσταση στο σχολείο τους. Συγκεκριμένα, να τους ζητήσουμε να μας αναφέρουν σε ποια σημεία του σχολείου νιώθουν ευάλωτοι ή σε κίνδυνο, που νιώθουν ασφάλεια, τι είδους βία έχουν δει ή δεχθεί, ποιες πιστεύουν ότι είναι αιτίες αυτού του είδους της βίας, πόσο αποτελεσματικό πιστεύουν ότι είναι το σχολείο στην αντιμετώπιση της βίας, ποια περαιτέρω μέτρα θα ήθελαν να λάβει το σχολείο, κ.λπ..
Είναι σημαντικό να συμμετέχουν οι ίδιοι οι μαθητές στις πρωτοβουλίες για την πρόληψη και την αντιμετώπιση του φαινομένου. Η γνώμες των μαθητών που ζουν το πρόβλημα, μπορούν να βοηθήσουν αποτελεσματικά στη λήψη των κατάλληλων μέτρων πρόληψης της βίας, όπως αύξηση της εποπτείας σε χώρους του σχολείου όπου οι μαθητές φοβούνται να επισκεφθούν, δημιουργία περισσότερων ευκαιριών για εποικοδομητικό παιχνίδι στα διαλείμματα, κ.λπ. Μπορεί, επίσης, να υποκινήσει μια συζήτηση σε όλο το σχολείο σχετικά με το ζήτημα. Μια τέτοια συζήτηση είναι σημαντική για να καταλήξουμε σε μια πολιτική για ολόκληρο το σχολείο, την οποία όλοι θα μπορούν να υποστηρίξουν.
Η συζήτηση πρέπει, επίσης, να περιλαμβάνει την ευκαιρία για τους δασκάλους να προβληματιστούν σχετικά με πρακτικές που οδηγούν σε απογοήτευση και χαμηλή αυτοεκτίμηση των μαθητών, όπως η υπερβολική έμφαση στον ανταγωνισμό, η πολύ συχνή αξιολόγηση και οι αδικαιολόγητα υψηλές προσδοκίες για ακαδημαϊκά επιτεύγματα. Αντίθετα, θα πρέπει να δοθεί προσοχή στη δημιουργία ενός σχολικού περιβάλλοντος που ενθαρρύνει τη συνεργασία και την εκτίμηση των ατομικών διαφορών και της διαφορετικότητας.
Η πολυπολιτισμικότητα και η όξυνση των ανισοτήτων μεταξύ των μαθητών, μπορούν να οδηγήσουν σε φαινόμενα βίας, στις περιπτώσεις που απουσιάζουν οι κατάλληλες δομές παρέμβασης, υποστήριξης και προσέγγισης των μαθητών από το εκπαιδευτικό σύστημα. Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να δοθούν στις σχολικές αρχές οι κατάλληλες κατευθυντήριες γραμμές για μία σύγχρονη διαδικασία επίλυσης των συγκρούσεων στο χώρο του σχολείου, με διαμεσολαβητικούς θεσμούς στους οποίους θα συμμετέχουν από κοινού μαθητές, γονείς, δάσκαλοι και αρμόδιες υπηρεσίες των τοπικών φορέων.
Για την προώθηση ενός ασφαλούς και υγιούς μαθησιακού περιβάλλοντος το οποίο δεν θα επιτρέπει στη βία να εκδηλωθεί με καμία της μορφή, απαιτούνται ολοκληρωμένα προγράμματα για το σχολείο τα οποία να προωθούν συστήματα υποστήριξης συνομηλίκων και να εμπλέκουν ενεργά καλά καταρτισμένους εκπαιδευτικούς και γονείς. Συνεπώς, είναι απόλυτα αναγκαία η παροχή κατάλληλης κατάρτισης στους εκπαιδευτικούς και τους γονείς, προκειμένου να μπορούν να διαχειρίζονται την ετερογένεια της τάξης, να αναπτύσσουν μία παιδαγωγική όχι ηθικολογίας, αλλά πρόληψης και αλληλεγγύης, και να αποτρέπουν το στιγματισμό και την περιθωριοποίηση, τόσο των ανηλίκων δραστών όσο και των θυμάτων συμμαθητών τους.
Το εκπαιδευτικό σύστημα, το σχολείο και οι εκπαιδευτικοί πρέπει: 1. Να επιδιώκουν να συνεργάζονται με γονείς, κοινοτικές οργανώσεις και φορείς που ασχολούνται με τις δραστηριότητες των νέων. 2. Να εντείνουν την προσοχή και τη μέριμνά τους για τους νέους που βρίσκονται σε κίνδυνο. 3. Να αναπτύσσουν και να χρησιμοποιούν πλήρως εξειδικευμένα προγράμματα πρόληψης, εκπαιδευτικό υλικό, προγράμματα σπουδών, προσεγγίσεις και εργαλεία. 4. Να δίνουν ιδιαίτερη προσοχή σε ολοκληρωμένες πολιτικές και στρατηγικές για την πρόληψη της χρήσης αλκοόλ, ναρκωτικών και άλλων ουσιών. 5. Να χρησιμεύουν ως κέντρα παραπομπής για την παροχή ιατρικών, συμβουλευτικών και άλλων υπηρεσιών σε νέους, ιδιαίτερα σε όσους έχουν ειδικές ανάγκες και υποφέρουν από κακοποίηση, παραμέληση, θυματοποίηση και εκμετάλλευση. 6. Να ανταποκρίνονται και να προωθούν τα υψηλότερα επαγγελματικά και εκπαιδευτικά πρότυπα όσον αφορά τα προγράμματα σπουδών, τις μεθόδους και προσεγγίσεις διδασκαλίας και μάθησης, καθώς και την πρόσληψη και κατάρτιση καταρτισμένων εκπαιδευτικών. 7. Να διασφαλίζουν την τακτική παρακολούθηση και αξιολόγηση της απόδοσής τους από τις κατάλληλες επαγγελματικές οργανώσεις και αρχές. 8. Να σχεδιάζουν, να αναπτύσσουν και να εφαρμόζουν εξωσχολικές δραστηριότητες που ενδιαφέρουν τους νέους, σε συνεργασία με κοινοτικές ομάδες. 9. Να προωθούν πολιτικές και κανόνες που είναι δίκαιοι. 10. Να παρέχουν ειδική βοήθεια σε μαθητές που δυσκολεύονται να συμμορφωθούν με τους κανόνες φοίτησης και σε άτομα που εγκαταλείπουν το σχολείο.
Όλοι στο σχολείο έχουν ένα ρόλο να διαδραματίσουν: από το προσωπικό μέχρι την κοινότητα, από τους γονείς και τους φροντιστές μέχρι τους υπεύθυνους για τη χάραξη πολιτικής και τους υπεύθυνους λήψης αποφάσεων. Η προώθηση ασφαλών και υποστηρικτικών περιβαλλόντων μάθησης απαιτεί ενασχόληση με άλλους τομείς, όπως η υγεία και η προστασία των παιδιών, αναγνωρίζοντας τους πολλαπλούς παράγοντες που συμβάλλουν στην ασφάλεια, τη ψυχική υγεία και την ευημερία των μαθητών.
Για τη δημιουργία ασφαλών περιβαλλόντων μάθησης και την προστασίας της ψυχικής υγείας των μαθητών, θα ήταν ωφέλημα τα ακόλουθα: 1. Η θέσπιση νομοθεσίας, πολιτικών και πλαισίων για την προστασία των μαθητών από τη σχολική βία. 2. Η εκπαίδευση του συνόλου του σχολικού προσωπικού, με σκοπό τη ψυχική υγεία και την προστασία των παιδιών. 3. Η ανάπτυξη σχολικών πολιτικών και μηχανισμών για τον εντοπισμό μαθητών σε κίνδυνο, η αναφορά των περιστατικών και η παραπομπή τους στις αρμόδιες υπηρεσίες. 4. Η ενσωμάτωση της πρόληψης της βίας και της ψυχικής υγείας των μαθητών, στα σχολικά προγράμματα και τη διδασκαλία. 5. Η διασφάλιση ενός ασφαλούς και φιλόξενου σχολικού περιβάλλοντος, όπου οι μαθητές θα έχουν πρόσβαση σε ξεχωριστές τουαλέτες που κλειδώνουν και σε καλά φωτισμένο και επαρκή χώρο για μάθηση, παιχνίδι και ξεκούραση. 6. Η προώθηση ενός θετικού κοινωνικο-συναισθηματικού περιβάλλοντος στο σχολείο, τόσο για τους μαθητές όσο και για τους εκπαιδευτικούς. 7. Η ενίσχυση της πρόσβασης και της χρήσης υπηρεσιών που σχετίζονται με την υγεία, συμπεριλαμβανομένης της ψυχικής υγείας.
Επιπλέον, θα πρέπει να ενταχθούν στην εκπαιδευτική πολιτική: η παροχή ιδιαίτερης συμβουλευτικής και ψυχολογικής στήριξης σε παιδιά που αντιμετωπίζουν προβλήματα κοινωνικοποίησης· η δυνατότητα παροχής ιατρικής περίθαλψης σε κάθε σχολείο· ο διορισμός -ανά μικρό αριθμό εκπαιδευτικών ιδρυμάτων- κοινωνικού λειτουργού, εγκληματολόγου και παιδοψυχολόγου, εξειδικευμένων σε θέματα παιδικής παραβατικότητας· ο αυστηρός έλεγχος σε θέματα κατανάλωσης αλκοόλ ή χρήσης ναρκωτικών ουσιών· η καταπολέμηση κάθε είδους διάκρισης σε βάρος μελών της σχολικής κοινότητας· και η συνεργασία μεταξύ διαφορετικών σχολείων, με σκοπό το σχεδιασμό και την εφαρμογή προγραμμάτων πρόληψης.
Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση των ΗΠΑ, έχει διατυπώσει συγκεκριμένες προτάσεις για την πρόληψη και την αντιμετώπιση της σχολικής βίας και του εκφοβισμού, όπως: 1. Τη δημιουργία και διατήρηση θετικού σχολικού περιβάλλοντος. 2. Τη δημιουργία ομάδας για το συντονισμό των δράσεων πρόληψης και αντιμετώπισης του προβλήματος. 3. Την αξιολόγηση και τακτική παρακολούθηση των προγραμμάτων πρόληψης. 4. Τη δημιουργία συνεργασιών με τη συμμετοχή μαθητών, εκπαιδευτικών, γονέων και κοινότητας. 5. Την καθιέρωση και επιβολή εκπαιδευτικών πολιτικών και διαδικασιών που σχετίζονται με τις βέλτιστες πρακτικές πρόληψης και αντιμετώπισης του προβλήματος. 6. Την αύξηση της επίβλεψης στα σημεία όπου εκδηλώνεται ο εκφοβισμός. 7. Την άμεση, δίκαιη και συνεπή παρέμβαση όταν εκδηλώνεται τέτοιου τύπου συμπεριφορά. 8. Την ενημέρωση των μαθητών για το φαινόμενο, καθώς και για τις δεξιότητες αναφορικά με την πρόληψη, την κατάλληλη αντιμετώπιση και την άμεση αναφορά του. 9. Τη χρήση κατάλληλων στρατηγικών και δεξιοτήτων που ενισχύουν την επικοινωνία και την οικοδόμηση σχέσεων εμπιστοσύνης. 10. Τη συνεχή παρακολούθηση των αποτελεσμάτων των δράσεων πρόληψης και αντιμετώπισης.
Οι αποτελεσματικές απαντήσεις στη σχολική βία και τον εκφοβισμό είναι οι ολιστικές, δηλαδή αυτές που αποτελούνται από συνδυασμό πολιτικών και παρεμβάσεων. Για μια τέτοιου τύπου προσέγγιση απαιτούνται: 1. Ισχυρή πολιτική ηγεσία και σύγχρονο νομικό και πολιτικό πλαίσιο αντιμετώπισης. 2. Εκπαίδευση και υποστήριξη των εκπαιδευτικών. 3. Προγράμματα σπουδών, διδασκαλία και μάθηση που να στοχεύουν στην προώθηση του θετικού κλίματος στο σχολικό περιβάλλον και την καλλιέργεια των κοινωνικών και συναισθηματικών δεξιοτήτων των μαθητών. 4. Δημιουργία ασφαλούς ψυχολογικού και φυσικού περιβάλλοντος στο σχολείο και την τάξη. 5. Δημιουργία μηχανισμών αναφοράς για μαθητές-θύματα, και υπηρεσίες υποστήριξης και παραπομπής. 6. Συμμετοχή όλης της σχολικής κοινότητας, συμπεριλαμβανομένων των γονέων. 7. Ενδυνάμωση και συμμετοχή των μαθητών. 8. Συνεργασίες μεταξύ εκπαίδευσης και ενός μεγάλου φάσματος κοινωνικών εταίρων (κυβερνητικών φορέων, μη κυβερνητικών οργανώσεων, πανεπιστημίων, κ.λπ.). 9. Παρακολούθηση της εξέλιξης των στοιχείων για τη σχολική βία και αξιολόγηση των προγραμμάτων και των παρεμβάσεων.
Αναφορικά με το διαδικτυακό εκφοβισμό, ο καλύτερος τρόπος για την αντιμετώπισή του είναι η παρακολούθηση της χρήσης του διαδικτύου και ο περιορισμός του χρόνου που αφιερώνεται σε ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης. Τα παιδιά πρέπει να γνωρίζουν ότι εάν αντιμετωπίσουν διαδικτυακό εκφοβισμό δεν πρέπει να ανταποκρίνονται, να συμμετέχουν ή να τον προωθούν. Αντίθετα, πρέπει να ενημερώσουν τους γονείς τους ή/και κάποιο δάσκαλο, ώστε η επικοινωνία να καταγραφεί και να μεταφερθεί στις αρμόδιες αρχές. Όταν ο διαδικτυακός εκφοβισμός περιλαμβάνει απειλές βίας ή άσεμνο σεξουαλικό υλικό θα πρέπει να καλούνται οι αρχές επιβολής του νόμου.
Για το σχεδιασμό και την υλοποίηση μιας ολοκληρωμένης εθνικής στρατηγικής για την αντιμετώπιση της σχολικής βίας και του εκφοβισμού, αποφασιστική σημασία έχει η άμεση κοινωνική συμμετοχή όλων των φορέων της κοινωνίας: της Πολιτείας (ως κεντρικής διοίκησης), της περιφερειακής και τοπικής αυτοδιοίκησης, της σχολικής κοινότητας, της οικογένειας, των μη κυβερνητικών οργανώσεων (ιδίως αυτών που επικεντρώνονται στους νέους), της κοινωνίας των πολιτών και κάθε πολίτη. Τόσο η Πολιτεία όσο και οι οικογένειες, τα σχολεία και η κοινωνία εν γένει, οφείλουν να συνεργαστούν, για την πρόληψη και την αντιμετώπιση του διαρκώς αυξανόμενου φαινομένου της σχολικής βίας και του εκφοβισμού, πριν να είναι πολύ αργά.