Ένα από τα μεγαλύτερα «αγκάθια» της ελληνικής οικονομίας είναι το επενδυτικό κενό. Αυτό αποτελεί μια κοινή διαπίστωση, η οποία έχει τις ρίζες της και στη 10ετή κρίση που πέρασε η Ελλάδα, αλλά οι συνέπειές της είναι ορατές και σήμερα. Για αυτό και θα πρέπει να γίνουν μια σειρά από πράγματα, προκειμένου να αλλάξει αυτή η συνθήκη και η Ελλάδα να φτάσει -έστω σε πρώτη φάση – τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Πολλοί είναι οι οικονομικοί -τόσο διεθνείς όσο και εγχώριοι – οργανισμοί, οι οποίοι θέτουν μετ’ επιτάσεως το θέμα.
Συνεπώς, αποτελεί μία από τις δομικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία παρά το ότι ο ρυθμός αύξησης των επενδύσεων κινείται θετικά κατά τα τελευταία χρόνια. Για αυτό και η υποεκτέλεση του Ταμείου Ανάκαμψης από την κυβέρνηση της ΝΔ μέσα στο 2023 δημιουργεί ανησυχία σε σχέση με την πορεία των εξελίεξων.
Κριτική και υποεκτέλεση
Άλλωστε, σύμφωνα με την έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή για το γ΄ τρίμηνο του έτους, η αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης είναι στρατηγικής σημασίας για τον μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας σε ένα εξωστρεφές παραγωγικό μοντέλο που να ενσωματώνει και τα πλεονεκτήματα της πράσινης μετάβασης, του ψηφιακού μετασχηματισμού και της ψηφιακής μεταρρύθμισης του κράτους και του δημοσίου, και την κοινωνική συνοχή. «Παρόλο που οι συνολικές επενδύσεις παγίου κεφαλαίου παρουσιάζουν σημαντική αύξηση τα τελευταία 2 χρόνια, το επενδυτικό κενό σε σχέση με τον μέσο όρο της Ευρωζώνης είναι ακόμα μεγάλο.
Οι επιχειρηματικές (παραγωγικές) επενδύσεις έχουν υψηλό θετικό αποτύπωμα στην οικονομία καθώς πέρα από τις νέες θέσεις εργασίας, ενσωματώνουν και νέες τεχνολογίες που αυξάνουν την παραγωγικότητα του εργατικού δυναμικού». Με το παραπάνω συνδέεται και η πορεία που θα έχει η απορρόφηση των κονδυλίων από το Ταμείο Ανάκαμψης.
Πάντως, οι προβλέψεις για φέτος είναι ότι θα υπάρξει μια υποεκτέλεση της τάξης του 1,5 δισ. ευρώ, κάτι που μόνο ενθαρρυντικό δεν είναι. Φέτος, αντί για 3,66 δισ. ευρώ που ήταν ο στόχος, αναμένεται οι δαπάνες να κλείσουν λίγο πάνω από τα 2 δισ. ευρώ (η δαπάνη του 2022 ήταν 2,843 δισ. ευρώ, ο στόχος του 2023 ήταν 3.662 δισ. ευρώ με νέα πρόβλεψη για 2,072 δισ. ευρώ). Για το 2024, ο στόχος επισήμως τίθεται στα 3,617 δισ. ευρώ.
Αμφιβολίες για τη γρήγορη υλοποίηση
Συνεπώς, η υλοποίηση του σχεδίου για το Ταμείο Ανάκαμψης αναμένεται να ενισχύσει την προσπάθεια για περιορισμό του επενδυτικού κενού της χώρας. Όπως ανέφερε ο νέος επικεφαλής του Γραφείου Τσουκαλάς Γιάννης Τσουκαλάς, αυτή τη στιγμή, οι επενδύσεις στην Ελλάδα φτάνουν το 13,7%, απέχοντας 9 μονάδες από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Ο κ. Τσουκαλάς αναφέρθηκε και στην ανάγκη για επιτάχυνση των πόρων μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης. Σύμφωνα με την έκθεση, οι μεγαλύτερες μηνιαίες αποκλίσεις συνολικών δαπανών συγκεντρώνονται από τον Ιούνιο έως και τον Σεπτέμβριο 2023, που αντανακλά στην παρατεταμένη προεκλογική περίοδο με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ολοκλήρωση των προ-απαιτούμενων προκειμένου να εκταμιευθούν πόροι.
Αν και συνολικά η απορρόφηση των πόρων του Ταμείου δεν διαφέρει από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, και στο σκέλος των δανείων του Ταμείου η απορρόφηση είναι ισχυρή, είναι εξαιρετικά σημαντικό η χρηματοδότηση από το σκέλος των επιχορηγήσεων του Ταμείου να τρέξει πολύ γρήγορα για το 2024, κυρίως διότι από την φύση τους οι επενδύσεις εμπεριέχουν καθυστερήσεις σχεδιασμού και υλοποίησης.
Το πρόβλημα με τις επενδύσεις
Πέραν του παραπάνω, σημαντικό ζήτημα αποτελούν οι επενδύσεις. Το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών έχει θέσει έναν μεγαλεπήβολο στόχο για επενδυτικές δαπάνες 12,17 δισ. ευρώ το 2024, σε επίπεδα δηλαδή πρωτόγνωρα για την ελληνική οικονομία ακόμα και τον καιρό πριν από τα μνημόνια. Σύμφωνα με το κείμενο του προϋπολογισμού, οι επενδύσεις θα πρέπει να αυξηθούν κατά περισσότερο από 15% και την επόμενη χρονιά. Αποτελεί έναν από τους πλέον υπεραισιόδοξους στόχους της επόμενης χρονιάς.
Οι επενδυτικοί πόροι του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων θα πρέπει να αυξηθούν σε 12,167 δισ. ευρώ το 2024, από 10,822 δισ. ευρώ το 2023. Τα 8,55 δισ. ευρώ των δαπανών του 2024 θα πρέπει να προέλθουν από το εθνικό και συγχρηματοδοτούμενο σκέλος και τα 3,62 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης. Για το 2024 ο ετήσιος ρυθμός αύξησης των επενδύσεων θα πρέπει να φτάσει στο 15,1%.
Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί ότι και ο προϋπολογισμός του 2023 προέβλεπε επενδύσεις της τάξης του 15% και τελικά η εκτέλεση φτάνει μόλις το 7%!
Είναι πέρα από προφανές ότι θα πρέπει να υπάρξει επιτάχυνση των διαδικασιών, ούτως ώστε να «τρέξουν» οι επενδυτικές προσπάθεις στην Ελλάδα, σε μια προσπάθεια να έρθουν επιπλέον κεφάλαια, τα οποία αναμένεται να ενισχύσουν την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.