Τσαρλς Μπράουν: Ένας Αφροαμερικανός για το ανώτατο στρατιωτικό πόστο στις ΗΠΑ

Τι σηματοδοτεί η επιλογή Μπάιντεν για τη διαδοχή στην «κεφαλή» του αμερικανικού Γενικού Επιτελείου Ενόπλων Δυνάμεων

Εν μέσω του θρίλερ με το όριο χρέους στις ΗΠΑ και μιας κρίσιμης φάσης του πολέμου στην Ουκρανία ο Αμερικανός πρόεδρος Μπάιντεν ανακοίνωσε την επιλογή του για τη διαδοχή στην ηγεσία του μεγαλύτερου  στο ΝΑΤΟ και ισχυρότερου στρατού στον κόσμο.

Έτσι, ενόψει της λήξης -τον Σεπτέμβριο- της θητείας του στρατηγού Μαρκ Μίλι ως αρχηγού του Μικτού Γενικού Επιτελείου των Ενόπλων Δυνάμεων των ΗΠΑ, πρότεινε ως αντικαταστάτη του τον πτέραρχο Τσαρλς «CQ» Μπράουν Τζούνιορ, νυν αρχηγό της αμερικανικής Πολεμικής Αεροπορίας.

 

Η επιλογή του -που θα πρέπει να εγκριθεί από τη Γερουσία- θεωρείται από κομβική έως και ιστορική, για πλείστους όσους λόγους.

Θα είναι μόλις ο δεύτερος στην ιστορία των ΗΠΑ Αφροαμερικανός που αναλαμβάνει το κορυφαίο πόστο, μετά τον στρατηγό Κόλιν Πάουελ, που υπηρέτησε την περίοδο 1989-93, μεταξύ των προεδριών Τζορτζ Μπους του πρεσβύτερου και του Μπιλ Κλίντον.

Θα είναι η πρώτη φορά που τα βρίσκονται στην πολιτική και στρατιωτική «κεφαλή» του αμερικανικού Πενταγώνου θα βρίσκονται ταυτόχρονα δύο Αφροαμερικανοί, καθώς το υπουργείο Άμυνας κατέχει ο Λόιντ Όστιν.

 

Η ηγεσία του ΓΕΕΘΑ των ΗΠΑ δεν έχει εν τω μεταξύ καλυφθεί από τον αρχηγό του Γενικού Επιτελείου Αεροπορίας από το 2005.

Πρώην πιλότος μαχητικών αεροσκαφών με μακρά θητεία στην περιοχή Ινδίας-Ειρηνικού, ο Τσαρλς Μπράουν λέγεται ότι υπερίσχυσε στο «ζύγι» του Τζο Μπάιντεν έναντι του επικρατέστερου ανταγωνιστή του: του αρχηγού του Σώματος Πεζοναυτών των ΗΠΑ, στρατηγού Ντέιβιντ Χ. Μπέργκερ, με μακρά εμπειρία μάχης στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν.

Η επικράτηση του γνωστού και ως πτέραρχου «CQ» ως επόμενου ανώτερου στρατιωτικού συμβούλου του Αμερικανού προέδρου υποδεικνύει κατά πολλούς την εστίαση της Ουάσιγκτον αφενός στην αμερικανική κυριαρχία στους αιθέρες, αφετέρου στο «καυτό» μέτωπο στην Ασία με την Κίνα.

Κατά τον Λευκό Οίκο, ο Τσαρλς Μπράουν είχε ήδη διαδραματίσει σημαντικό ρόλο τόσο στην παροχή βοήθειας στην Ουκρανία (η οποία ζητά F-16), όσο και στην «πλοήγηση» των σινο-αμερικανικών σχέσεων.

«Σταθερός και μεθοδικός»

«Ξέρει τι σημαίνει να βρίσκεσαι στη μάχη και να διατηρείς την ψυχραιμία σου όταν τα πράγματα δυσκολεύουν», είπε για τον πτέραρχο Μπράουν ο Τζο Μπάιντεν, ανακοινώνοντας την επιλογή του σε μια λιτή τελετή, στον Κήπο των Ρόδων του Λευκού Οίκου.

«Κέρδισε τον σεβασμό των συμμάχων και εταίρων μας, που τον θεωρούν έμπιστο συνεργάτη», υπογράμμισε, «και κορυφαίο στρατιωτικό».

Με περισσότερες από 3.000 ώρες πτήσης και 130 ώρες μάχιμων αποστολών, ο «CQ» περιγράφεται από συναδέλφους του ως σταθερός και μεθοδικός.

Όταν ανέλαβε αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Αεροπορίας τον Ιούνιο του 2020 -ο πρώτος Αφροαμερικανός στο πόστο- είχε τονίσει για την ανάγκη άμεσου εκσυγχρονισμού και ενίσχυσης του κλάδου, προειδοποιώντας ότι σε διαφορετική περίπτωση οι ΗΠΑ θα διακινδύνευαν την αεροπορική υπεροχή τους.

Εξασφάλισε πράγματι την προμήθεια προηγμένης τεχνολογίας μαχητικών αεροσκαφών.

Έθεσε παράλληλα ως προτεραιότητα τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας για το προσωπικό της Πολεμικής Αεροπορίας.

Έδωσε έμφαση στη διαφορετικότητα και στη φυλετική δικαιοσύνη, σε έναν κλάδο όπου το 43% των 1,3 εκατομμυρίων εν ενεργεία μελών του -ανδρών και γυναικών- είναι μέλη μειονοτήτων και, όπως και τα άλλα σώματα, αντιμετωπίζει δυσκολίες στη στρατολόγηση νέου προσωπικού.

Σε μια ασυνήθιστη για υψηλόβαθμο στρατιωτικό αξιωματούχο κίνηση, δε, ο Τσαρλς Μπράουν είχε κάνει δημόσια δήλωση στον απόηχο της δολοφονίας του Τζορτζ Φλόιντ.

Ήταν Ιούνιος του 2020 και ο τότε πρόεδρος Ντόνλαντ Τραμπ ήθελε να αναπτύξει στρατεύματα απέναντι στις μαζικές κινητοποιήσεις του κινήματος Black Lives Matter.

«Σκέφτομαι τις διαμαρτυρίες στη χώρα μου, “για σένα, γλυκιά γη της ελευθερίας”, της ισότητας που εκφράζεται στη Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας και στο Σύνταγμα που ορκίστηκα να υποστηρίξω και να υπερασπιστώ στην ενήλικη ζωή μου», είχε τονίσει.

Ήταν μια τολμηρή κίνηση, δεδομένου ότι τότε εκκρεμούσε η έγκριση του διορισμού του στην ηγεσία του ΓΕΑ.

Όμως αυτή η στάση και το μετέπειτα έργο του τον εδραίωσαν ως επικρατέστερο διάδοχο στην κεφαλή του αμερικανικού ΓΕΕΘΑ.

Πολλές προκλήσεις ενόψει

Ο Τσαρλς Μπράουν θεωρείται ότι διαφέρει σε πολλά από τον σκληρό και συχνά συγκρουσιακό στρατηγό Μαρκ Μίλι, τον οποίο προορίζεται να διαδεχθεί.

Όμως το πόσο διαφορετικός είναι μένει να αποδειχθεί, όταν θα βρεθεί αντιμέτωπος με πολλές ανοιχτές κρίσεις.

Το τέλος του πολέμου στην Ουκρανία όχι μόνο δεν είναι ορατό, αλλά οι φόβοι για κλιμάκωση πληθαίνουν.

Ο γεωπολιτικός ανταγωνισμός με την Κίνα παράλληλα εντείνεται.

Στις ίδιες δε τις ΗΠΑ έρευνες καταγράφουν σταθερή πτώση της εμπιστοσύνης των Αμερικανών στις Ένοπλες Δυνάμεις.

«Οι πόλεμοι γίνονται όταν η διπλωματία αποτυγχάνει», δήλωσε στις αρχές του μήνα στο Foreign Affairs ο απερχόμενος αρχηγός ΓΕΕΘΑ των ΗΠΑ.

«Όλοι τελειώνουν, αργά ή γρήγορα, αλλά το πραγματικό ερώτημα είναι το πώς», υπογράμμισε, σκιαγραφώντας μια σειρά προκλήσεων για τον διάδοχό του.

«Σε αντίθεση με τον Ψυχρό Πόλεμο, τώρα υπάρχουν τρεις μεγάλες δυνάμεις στον κόσμο: οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Κίνα και η Ρωσία». Το διακύβευμα για τις ΗΠΑ, τόνισε, «είναι να μην οδηγήσουμε την Κίνα και τη Ρωσία κοντά, από στρατιωτικής άποψης».

«Οπότε τι κάνουμε; Πρέπει να αποτρέψουμε τις ένοπλες συγκρούσεις», επεσήμανε ο στρατηγός Μίλι.

Ο τρόπος «είναι να βεβαιωθούμε ότι ο στρατός των ΗΠΑ δεν είναι απλώς λίγο καλύτερος, αλλά πολύ καλύτερος, συντριπτικά καλύτερος από τον κινεζικό στρατό και ότι γνωρίζουν πώς έχουμε τη θέληση να τον χρησιμοποιήσουμε σε περίπτωση κρίσης».

«Το άλλο πράγμα που θεωρώ ότι πρέπει να συμβεί», προσέθεσε, «είναι ότι η Ταϊβάν πρέπει να βελτιώσει σημαντικά και γρήγορα τις αμυντικές ικανότητές της».

Προτού πάντως κληθεί να εφαρμόσει όλα αυτά στην πράξη ο Τσαρλς Μπράουν, θα πρέπει να ξεπεράσει τον «σκόπελο» στο Κογκρέσο.

Περισσότεροι από 200 διορισμοί ανώτερων στρατιωτικών έχουν ανασταλεί από τη Γερουσία στην παρούσα φάση.

Αιτία, επισήμως, είναι οι αντιδράσεις των Ρεπουμπλικάνων στην «κουλτούρα της αφύπνισης» στο στράτευμα.

Στο φόντο βρίσκονται στην πραγματικότητα μικροκομματικά «παιχνίδια», ενόψει των αμερικανικών προεδρικών εκλογών του 2024.