Μάλλον δεν έχουν καταλάβει ορισμένοι τι σημαίνει ανάληψη ουσιαστικής ευθύνης για μια εθνική τραγωδία
Τι είναι η ανάληψη πολιτικής ευθύνης; Μια ουσιαστική απόφαση αυτού που την αναλαμβάνει ή ένα άδειο πουκάμισο για τα μάτια του κόσμου;
Και τι σημαίνει άραγε μια παραίτηση υπουργού που φέρει το βάρος των υπηρεσιακών ανεπαρκειών που κόστισαν τη ζωή σε 57 ανθρώπους;
Είναι απλά μια παραίτηση για να πέσουν οι τόνοι; Να κατασιγάσει η οργή της κοινωνίας; Να ειπωθεί ότι «να κι ένας πολιτικός που παραιτείται και μπράβο του, οι άλλο δεν το έκαναν, άρα εμείς είμαστε καλύτεροι;»
Όχι, όταν η χώρα ζει μια από τις χειρότερες στιγμές της ιστορίας της, όταν οι άταφοι ακόμη νεκροί των Τεμπών ζητούν δικαίωση, η ανάληψη πολιτικής ευθύνης πρέπει να έχει ουσιαστικό νόημα.
Δεν θα αλλάξει τίποτε από την ιστορία, δεν θα έρθουν πίσω οι αδικοχαμένοι, ούτε θα σβηστεί ως δια μαγείας το έγκλημα που συντελέστηκε στα Τέμπη.
Αλλά ίσως γλιτώσουν στο μέλλον κάποιοι άλλοι. Ισως όσοι είναι υπεύθυνοι καταλάβουν ότι δεν μπορούν να παίζουν με τις ζωές των ανθρώπων.
Και ίσως γίνει η αρχή για να ηρεμήσει η ψυχούλα του Γιώργου, της Κλαούντιας, της Μαίρης, του Νικήτα, της Καλλιόπης και όλων εκείνων που σήμερα δεν βρίσκονται ανάμεσά μας.
Για όλα αυτά η απόφαση της κυβέρνησης και της Νέας Δημοκρατίας να κρατήσουν τον Κώστα Καραμανλή στα ψηφοδέλτια του κόμματος για τις επερχόμενες εκλογές, συνιστά τεράστιο λάθος.
Είναι μια ακόμη γκάφα ως συνέχεια των απίστευτων λαθών που έχει κάνει η κυβέρνηση από τη στιγμή που συνέβη το τραγικό δυστύχημα.
Πότε με το… σίγουρο «ανθρώπινο λάθος», πότε με την ανακοίνωση μια «υπερκομματικής» επιτροπής έρευνας, που όμως δε ρώτησαν ποτέ τα κόμματα, πότε με την επιλογή του Θανάση Ζηλιασκόπουλου για μια θέση στην επιτροπή (στη συνέχεια παραιτήθηκε υπό το βάρος της ντροπής γι’ αυτή την… αντικειμενική επιλογή).
Και τώρα με την απόφαση να παραμείνει στα ψηφοδέλτια ο παραιτηθείς υπουργός Κώστας Καραμανλής.
Πώς είναι δυνατόν να αναλαμβάνεις την πολιτική ευθύνη για την τραγωδία αλλά να επιμένεις να ζητάς την ψήφο του ελληνικού λαού;
Και γιατί ένα κόμμα να επιβραβεύει έναν πολιτικό που παραιτήθηκε διότι αισθάνθηκε το μέγεθος της δικής του αντικειμενικής ευθύνης;
Δηλαδή για να καταλάβουμε: Η Νέα Δημοκρατία απαιτούσε από τον ΣΥΡΙΖΑ να διώξει τον Πολάκη από τα ψηφοδέλτια γιατί έκανε μια αμφιλεγόμενη, στα όρια του επικίνδυνου, ανάρτηση;
Και ο Αλέξης Τσίπρας βγάζει από τα ψηφοδέλτια έναν πολύ στενό του συνεργάτη θεωρώντας ότι έκανε ένα ατόπημα.
Μα πώς μπορούν στη Νέα Δημοκρατία να αποφασίζουν παραμονή στα ψηφοδέλτια ενός πολιτικού που είχε τη μέγιστη ευθύνη, ως υπουργός, για το έγκλημα που έγινε στα Τέμπη;
Δηλαδή ο Τσίπρας διώχνει τον Πολάκη για ένα… πολιτικό πλημμέλημα και ο Μητσοτάκης κρατά τον Καραμανλή έπειτα από όσα έχουν γίνει; Επειτα από μια εθνική τραγωδία;
Τον υπουργό που λίγες ημέρες πριν έλεγε ότι «δεν πρέπει να παίζουμε με την ασφάλεια των τρένων;»
Αυτό και μόνο συνιστά απόφαση – ντροπή. Αλλά ακόμη περισσότερο ντροπή είναι γιατί με την απόφαση αυτή προσβάλλεται η νοημοσύνη των πολιτών και γράφεται στα παλαιότερα των υποδημάτων η βούληση για κάθαρση, για τιμωρία των υπευθύνων, όσο ψηλά κι αν φτάνουν, όσο μακριά κι αν πρέπει να πάει η Δικαιοσύνη.
Το πρόβλημα της πολιτικής σήμερα είναι η πλήρης διάρρηξή της με την κοινωνία. Η παντελής απουσία ενσυναίσθησης και η επικοινωνιακή διαχείριση ακόμη και τέτοιων τραγωδιών.
Σε μια κανονική χώρα ο παραιτηθείς υπουργός δεν θα δεχόταν τέτοια κάλυψη από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο.
Δεν θα δεχόταν ούτε καν τη θέση του υποψηφίου για τις εκλογές, έτσι ώστε να δείξει ότι τα δάκρυα δεν ήταν κροκοδείλια.
Ετσι για να «τιμάται ως πολιτικός και ως άνθρωπος», όπως είπε ο κ. Οικονόμου, κι όχι να γίνει κι αυτός μέρος της απαξίωσης του πολιτικού συστήματος και της Δημοκρατίας.