Εκλογικές αγωνίες και το ζητούμενο του αποτελέσματος

Του ΤΑΣΟΥ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ

 

Με την είσοδο του νέου έτους δόθηκε και το εναρκτήριο λάκτισμα σε ολόκληρο το πολιτικό σύστημα να ανασκουμπωθεί και να μπει στην εκκίνηση του προεκλογικού αγώνα. Και δεν είναι μια η αναμέτρηση, είναι τρεις που μας περιμένουν. Άνοιξη βουλευτικές εκλογές και Φθινόπωρο αυτοδιοικητικές.

Υποψήφιοι και παρατρεχάμενοι θα οργώσουν την ελληνική επικράτεια, προκειμένου να υποσχεθούν και εν τέλει να πείσουν και τον τελευταίο ψηφοφόρο να τους προτιμήσει.

Τώρα να δούμε τι διακυβεύεται σε αυτές τις εκλογές. Να αρχίσουμε από τις βουλευτικές που θα αναδείξουν και τη νέα κυβέρνηση. Όπως είναι γνωστό το εκλογικό σύστημα που έκανε ο Α. Τσίπρας, αυτό της απλής αναλογικής, εμποδίζει το πρώτο κόμμα να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση, εκτός αν συγκεντρώσει ένα ποσοστό, που θα είναι πολύ κοντά στο 50%.

Κάτι τέτοιο είναι απίθανο να συμβεί στα δημοκρατικά καθεστώτα δυτικού τύπου. Αποτέλεσμα να σχηματίζονται, όπως έχει δείξει και η μέχρι τώρα εμπειρία, βλέπε Ισραήλ ή Ιταλία, συνήθως θνησιγενείς κυβερνήσεις. Κάποιος μπορεί να φέρει παράδειγμα την Γερμανία, που όμως δεν μπορεί να συγκριθεί, μια και στην χώρα αυτή άλλη είναι η εκλογική κουλτούρα και κυρίως το Σύνταγμα που τους επιτρέπει μακροχρόνιες διαβουλεύσεις, προκειμένου να συμφωνήσουν πάνω σε μια κάποια προγραμματική βάση.

Στην Ελλάδα, τόσο το παράδειγμα της συγκυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου, όσο και αυτό της συνεργασίας των ετερόκλητων πολιτικών δυνάμεων Τσίπρα-Καμμένου, απέδειξε ότι η συγκολλητική ουσία της εξουσίας τους κράτησε στην εξουσία με νύχια και με δόντια, εν τούτοις το έργο που παρήχθη ήταν ασήμαντο.

Τώρα γιατί ο Α. Τσίπρας δεν άλλαξε το εκλογικό σύστημα αμέσως μετά την εκλογή του τον Ιανουάριο του 2015 και πήγε στις εκλογές του Σεπτεμβρίου με το υπάρχον τότε σύστημα της ενισχυμένης και μάλιστα με πριμοδότηση 50 εδρών, είναι κάτι που εύκολα μπορεί να εξηγηθεί, μια και περίπου προεξοφλούσε την πρωτιά με δεδομένο ότι ο αντίπαλος του Β. Μεϊμαράκης, δεν έπειθε ότι μπορούσε να πάρει στα χέρια του το τιμόνι του καραβιού.

Η αλλαγή σε απλή αναλογική του εκλογικού νόμου που ακολούθησε, είχε έναν απλό στόχο με δεδομένη την ραγδαία φθορά του ΣΥΡΙΖΑ, να εμποδίσει τη Ν.Δ. να σχηματίσει στις επόμενες εκλογές αυτοδύναμη κυβέρνηση. Το κόλπο ήταν γνωστό. Το έκανε και ο Μ. Κουτσόγιωργας το '89 με αποτέλεσμα να γίνουν τρεις εκλογικές αναμετρήσεις μέχρι να υπάρξει μια ισχνή πλειοψηφία. Τα περί συνεργασιών των προοδευτικών δυνάμεων ήταν το κερασάκι, αυτό που λέμε προφάσεις εν αμαρτίαις.

Βεβαίως τα δεδομένα στην πορεία του χρόνου άλλαξαν, μια και το θέμα των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων, που προέκυψε με κυρίαρχο αυτό του Ν. Ανδρουλάκη, διέρρηξαν κάθε γέφυρα με τη Ν.Δ. και έφεραν πιο κοντά το τρίτο κόμμα στο δεύτερο με βάση την σημερινή κατάταξη.

Όμως η υπόθεση Καϊλή και ο χειρισμός της από την πλευρά του Ν. Ανδρουλάκη, που ως κακομαθημένο παιδί έδειξε ... τη Ν.Δ. ως υπεύθυνη με το εφεύρημα του δούρειου ίππου δεν έπεισε, αλλά κυρίως τον έμπλεξε έτι περαιτέρω, μια και συνειρμικά ταυτίστηκε και οι απορίες εντάθηκαν σε σχέση με την δική του παρακολούθηση.

Από την πλευρά του ο Ν. Ανδρουλάκης υποστηρίζει το καινοφανές αφήγημα, ότι η εταιρική κυβέρνηση που θα σχηματιστεί, αν συμφωνηθεί από την πρώτη εκλογική αναμέτρηση, δεν θα πρέπει να έχει επικεφαλής τον αρχηγό του μεγαλύτερου κόμματος, και βάζοντας ως πρόσημο το πρόγραμμα του κόμματός του σε συνδυασμό με την τρίτη διερευνητική εντολή, υπονοεί ότι φιλοδοξεί να είναι εκείνος ο Πρωθυπουργός.

Οι φαντασιώσεις δεν απαγορεύονται, όμως στην πολιτική πρέπει να υπάρχει ρεαλισμός και τέτοιου είδους όνειρα, μοιάζουν με εφιάλτες για την πολιτική πραγματικότητα.

Πέρα όμως από τα φανταστικά και τα πραγματικά Τσίπρας και Ανδρουλάκης παίζουν το κεφάλι τους σε αυτή την αναμέτρηση. Ο πρώτος γιατί αν χάσει θα τεθεί αυτόματα θέμα ηγεσίας στον ΣΥΡΙΖΑ κι ας έχει φροντίσει να εκλεγεί άνευ αντιπάλου πρόσφατα με τριετή θητεία, και ο δεύτερος παρόλο ότι κι αυτός εξελέγη μετά από ανοιχτή καθολική ψηφοφορία, εν τούτοις ένα ποσοστό κάτω του 10%, όπως μέχρι στιγμής διαφαίνεται, δεν μπορεί να τον κρατήσει όρθιο στην ηγεσία του κόμματος.

Με βάση όλα αυτά τα δεδομένα, δημιουργείται μια επαφή σαν κι αυτή που λέμε κράτα με να σε κρατώ να περνάμε τον καιρό. Όμως και οι δύο αρχηγοί λογαριάζουν χωρίς τον ξενοδόχο, μια και ούτε ο ένας ούτε ο άλλος έχουν την απόλυτη εξουσία στα κόμματά τους, ούτε οι δελφίνοι θα μείνουν άπραγοι, αν ο πρώτος έρθει δεύτερος και ο τρίτος πέσει εκλογικά στα τάρταρα.

Η Ν.Δ. με βάση τις δημοσκοπήσεις, που όλες πάνω κάτω συμφωνούν, παραμένει πρώτο κόμμα στις προτιμήσεις του κοινού. Αν δεν καταφέρει να πετύχει κάποια συνεργασία, ουδείς ψόγος. Δεν θα τρίξει η καρέκλα του Κ. Μητσοτάκη. Κι αυτό γιατί θα τον έχει εμποδίσει το εκλογικό σύστημα να πετύχει την πολυπόθητα αυτοδυναμία.

Στις δεύτερες εκλογές τα μικρότερα κόμματα αναμένεται να συρρικνωθούν, μια και οι πολίτες στην πλειοψηφία τους, δεν θα προκρίνουν την αβεβαιότητα και τον τυχοδιωκτισμό στο θέμα του σχηματισμού κυβέρνησης.

Μεγάλο πρόβλημα παραμένει αυτό της ενδιάμεσης περιόδου, με το βάρβαρο θηρίο που καθημερινά βρυχάται. Αυτό το θέμα χρειάζεται να προβληματίσει ιδιαίτερα και τους πολίτες, αλλά και όσους εν των πολιτικών αντιλαμβάνονται τον ρόλο τους και τις ευθύνες τους, ασχολούμενοι με τα κοινά.

Στο δεύτερο κεφάλαιο αυτό των Δημοτικών και Περιφερειακών εκλογών του Φθινοπώρου, θα έλεγε κανείς νουνεχείς ότι κακώς κάκιστα δεν τις άφησαν να ταυτίζονται χρονικά ανά πενταετία με τις ευρωεκλογές, μια και θα γλίτωνε η Ελλάδα από σημαντικά έξοδα, οι πολίτες από άσκοπες μετακινήσεις και η χώρα από μια άνευ λόγου και αιτίας διπλή αναστάτωση.

Όμως επειδή ήδη κάποιοι αυτοδιοικητικοί έχουν επιδείξει αρκετά σημαντικό έργο, εκ των πραγμάτων θα αρχίσει να ξεθωριάζει η κομματική ταυτότητα και θα αναδειχθεί το αποτέλεσμα, που βλέπουν ορατό οι πολίτες στις περιοχές που κατοικούν.

Στις μέρες μας τα έργα βιτρίνας δεν συγκινούν πια. Η καθαριότητα, η προσβασιμότητα των πεζών στα πεζοδρόμια, το πράσινο και γενικά η ευπρόσωπη πόλη μαζί με το κοινωνικό έργο και πρόσωπο, είναι τα χαρακτηριστικά ενός επιτυχημένου δημάρχου. Οι τοπικές κοινωνίες βλέπουν τόσο τη δράση όσο και την αδράνεια.

Τα όσα αφορούν τις αυτοδιοικητικές εκλογές, υπάρχει χρόνος να τα δούμε αναλυτικά στο μέλλον, μετά τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης.

Το ζητούμενο και η αγωνία είναι η χώρα, να μην περιπέσει στην περιδίνηση, της ακυβερνησίας... 

 

Διαβάστε επίσης