Διευκρινίσεις για το θέμα της αποχώρησης 86 υγειονομικών από το σύστημα υγείας οι οποίοι βρίσκονταν με παράταση στις θέσεις τους λόγω των αναγκών της πανδημίας, έδωσε με επιστολή της προς τον Ιατρικό Σύλλογο Αθήνας (ΙΣΑ) η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας, κυρία Μίνα Γκάγκα.
Είχε προηγηθεί επιστολή του ΙΣΑ με την οποία οι εκπρόσωποι των γιατρών εξέφραζαν την αγανάκτησή τους για την «αιφνιδιαστική αποχώρηση των 86 υγειονομικών», οι οποίοι σημειωτέον έχουν υπερβεί το 67ο έτος ηλικίας και παρέμεναν στα νοσοκομεία ως παρατασιακοί εργαζόμενοι.
Στην επιστολή της η κυρία Γκαγκα εξηγεί αναλυτικά τον σχεδιασμό του υπουργείου Υγείας για τις θέσεις αυτών των υγειονομικών αλλά και τις αποφάσεις που τελικά ελήφθησαν σε συνεργασία και με τα υπουργεια Εσωτερικών και Οικονομικών. Τονίζει ωστόσο με αιχμηρό ύφος αναφερόμενη στους εκπροσώπους του ΙΣΑ ότι έλαβε ως συνάδελφος τους την επιστολή που εστάλη στα μέλη του, αλλά και ότι δεν είχαν ζητηθεί προηγουμένως από το υπουργείο Υγείας οι απαντήσεις όπως θα έπρεπε.
«Ο σχεδιασμός του Υπουργείου ήταν να παραταθεί το όριο ηλικίας για τις ειδικότητες της αναισθησιολογίας και της νεφρολογίας, όπου έχουν παρατηρηθεί πολλές ελλείψεις. Επειδή υπήρξαν πολλά αιτήματα, ιδίως από περιφερειακά ιατρεία, κέντρα υγείας και ακριτικά νοσοκομεία, σχετικά με την ανάγκη παραμονής γιατρών και άλλων ειδικοτήτων, έγινε αλλαγή της νομοθετικής ρύθμισης, ώστε να μπορούν, σε επιλεγμένες περιπτώσεις, να παραμένουν συνάδελφοι που είναι απαραίτητοι σε αυτές τις περιοχές και δομές. Η απόφαση για το ποιοι παραμένουν ήταν συνάρτηση εισηγήσεων τριών Υπουργείων:
– του Υπουργείου Εσωτερικών που δίνει νέες θέσεις, εφόσον κενωθούν οι πληρωθείσες
– του Υπουργείου Οικονομικών, με γνώμονα τα δημοσιονομικά της χώρας και
– του Υπουργείου Υγείας, με γνώμονα τον χάρτη υγείας πανελλαδικά», αναφέρει στην απάντηση της η κυρία Γκαγκα.
Ακολουθεί η επιστολή:
Προς Διοικητικό Συμβούλιο και μέλη του Ιατρικού Συλλόγου Αθήνας
«Αξιότιμα μέλη Δ.Σ. του ΙΣΑ,
Αγαπητοί Συνάδελφοι,
Χθες το απόγευμα στις 4:08 μ.μ. ήρθε επιστολή του ΙΣΑ, μέσω e-mail, στο γραφείο της Αναπληρώτριας Υπουργού και αφορά ερωτήσεις για τις διαπιστωτικές πράξεις προς συναδέλφους που έχουν ξεπεράσει το 67ο έτος της ηλικίας και άρα βρίσκονται στα νοσοκομεία του ΕΣΥ, ως παρατασιακοί συνταξιούχοι.
Στις 4:29 μ.μ. ήρθε επίσης στο προσωπικό e-mail της Αναπληρώτριας Υπουργού, η οποία είναι μέλος του ΙΣΑ, η ενημέρωση για την επιστολή, φυσικά, χωρίς να έχουν έρθει πρώτα οι απαντήσεις, δεδομένου ότι η Αναπληρώτρια Υπουργός ήταν σε συναντήσεις και βεβαίως δεν υπήρχε χρονικό περιθώριο για απάντηση.
Για να απαντήσουμε:
Ο σχεδιασμός του Υπουργείου ήταν να παραταθεί το όριο ηλικίας για τις ειδικότητες της αναισθησιολογίας και της νεφρολογίας, όπου έχουν παρατηρηθεί πολλές ελλείψεις. Επειδή υπήρξαν πολλά αιτήματα, ιδίως από περιφερειακά ιατρεία, κέντρα υγείας και ακριτικά νοσοκομεία, σχετικά με την ανάγκη παραμονής γιατρών και άλλων ειδικοτήτων, έγινε αλλαγή της νομοθετικής ρύθμισης, ώστε να μπορούν, σε επιλεγμένες περιπτώσεις, να παραμένουν συνάδελφοι που είναι απαραίτητοι σε αυτές τις περιοχές και δομές. Η απόφαση για το ποιοι παραμένουν ήταν συνάρτηση εισηγήσεων τριών Υπουργείων:
- του Υπουργείου Εσωτερικών που δίνει νέες θέσεις, εφόσον κενωθούν οι πληρωθείσες
- του Υπουργείου Οικονομικών, με γνώμονα τα δημοσιονομικά της χώρας και
- του Υπουργείου Υγείας, με γνώμονα τον χάρτη υγείας πανελλαδικά.
Να σημειωθεί ότι αντίστοιχα το Υπουργείο Παιδείας δεν έδωσε καμιά παράταση σε κανένα μέλος ΔΕΠ στα νοσοκομεία της χώρας, ούτε καν στις απαραίτητες ειδικότητες. Επιπλέον, όσον αφορά τους ιατρούς του ΕΣΥ, η τελευταία παράταση είχε λήξει από 30.6.2022 και οι ενδιαφερόμενοι ήδη τελούσαν εις γνώση της εξελισσόμενης διαδικασίας και επομένως, κάθε άλλο παρά αιφνιδιάστηκαν από τις κοινές υπουργικές αποφάσεις της 13ης Σεπτεμβρίου 2022.
Αν ο ΙΣΑ ήθελε πραγματικά απαντήσεις, δεδομένου ότι η Αναπληρώτρια Υπουργός είναι μέλος του, θα μπορούσαν απλά να την έχουν πάρει τηλέφωνο, όπως γίνεται συχνά. Αλλά όπως φαίνεται και από την βιαστική δημοσιοποίηση του περιεχόμενου της επιστολής, χωρίς να έχουν ληφθεί απαντήσεις, η μόνη επιθυμία είναι να υπάρχει δημοσιότητα.
Να σημειωθεί επίσης, ότι ουδείς συνάδελφος που βρίσκεται σε δομές του Εθνικού Συστήματος Υγείας πέραν του ορίου συνταξιοδότησης, υπέγραψε συμβάσεις για παράταση και άρα καμία αιφνιδιαστική λύση συμβάσεων υπήρξε.
Από πλευράς Υπουργείου, δηλώνουμε ότι είμαστε πάντα εδώ για απαντήσεις. Και πως, όταν υπάρχουν ερωτήσεις με σκοπό την ειλικρινή πληροφόρηση και όχι τη χρήση στα μίντια, το Υπουργείο φυσικά και απαντάει. Ο καλός όμως τόνος στην επικοινωνία είναι η βάση για έναν εποικοδομητικό διάλογο.
Με εκτίμηση».
Η επιστολή του ΙΣΑ στη Μίνα Γκάγκα
Σημειώνεται πως ο Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών απέστειλε επιστολή στην αναπληρώτρια υπουργό Υγείας Μίνα Γκάγκα, αναφορικά με το θέμα της «αιφνιδιαστικής αποχώρησης 86 έμπειρων και καταξιωμένων ιατρών που υπηρετούν σε νευραλγικές θέσεις στο ΕΣΥ».
Ειδικότερα, στην επιστολή του ΙΣΑ αναφέρονται τα εξής:
«Ο ΙΣΑ με την πρόσφατη παρέμβασή του, για ένα σημαντικό ζήτημα που αφορά την προάσπιση των μελών του καθώς και την εύρυθμη λειτουργία του συστήματος υγείας, όπως όφειλε ως Θεματοφύλακας της Δημόσιας Υγείας, επεδίωξε να έχει πραγματικές απαντήσεις και να βρεθεί η καλύτερη δυνατή λύση.
Για τον λόγο αυτό, ο Α’ Αντιπρόεδρος του ΙΣΑ κ. Φ. Πατσουράκος, επικοινώνησε μαζί σας, την Παρασκευή 16.9.2022, μόλις έφτασαν οι πρώτες πληροφορίες, για την έκδοση των διαπιστωτικών πράξεων. Χωρίς ουσιαστική απάντηση αποκλείστηκε από σας, κάθε πιθανότητα επανεξέτασης του θέματος.
Γνωρίζοντας ότι η σημερινή κυβέρνηση κάνει σημαντικές προσπάθειες για την ενίσχυσή του Εθνικού Συστήματος Υγείας, εκτιμούμε ότι τέτοιες ενέργειες αδικούν το σημαντικό έργο που επιτελείται. Αναφερόμαστε στην αιφνιδιαστική αποπομπή συναδέλφων, γιατί πρόκειται για συναδέλφους μας που άοκνα εργάστηκαν στα χρόνια της πανδημίας, παρέμειναν δε στις θέσεις τους επί δυόμιση μήνες και αίφνης οφείλουν να αποχωρήσουν παραχρήμα. Η πολιτεία όφειλε να δείξει την ευγνωμοσύνη της στα μέλη της ιατρικής κοινότητας, τους συναδέλφους μας, που στήριξαν τις δημόσιες δομές στις δύσκολες μέρες και εν πάση περιπτώσει να τους δώσει ένα περιθώριο χρόνου.
Κυρίως όμως δεν έχουμε καμία ουσιαστική απάντηση, γιατί δεν παρατάθηκαν οι συμβάσεις των συναδέλφων μας εκείνων που αναμφίβολα τεκμηριώνεται η ανάγκη περαιτέρω παραμονής τους, επειδή δεν υπηρετεί στην ίδια δομή άλλος συνάδελφος με την ίδια ειδικότητα, όταν αυτό ήταν το κριτήριο που έθετε ο νόμος. Πως θα καλυφθούν τα κενά που δημιουργήθηκαν;».