Με τι παίζαμε πριν από 4.000 χρόνια;

Πώς ήταν να είσαι παιδί στην αρχαιότητα; Και με τι έπαιζαν τα παιδιά 2.000 ή και 4.000 χρόνια πριν; 

Στο διάστημα των δεκαετιών που ο αρχαιολόγος Gus Van Beek ανέσκαψε το Tell Jemmeh, έναν ασσυριακό οικισμό που κατοικήθηκε από περίπου 3.800 έως 2.200 χρόνια πριν,  ανακάλυψε τόσα πολλά αντικείμενα, που το Smithsonian χρειάστηκε 40 χρόνια για να καταγράψει όλα. Υπήρχαν νομίσματα. Σκαραβαίοι. Φυλαχτά. Και μια ποσότητα κεραμικής τόσο τεράστια, που κάποια από αυτά αργότερα πετάχτηκαν.

Αλλά η τοποθεσία  αυτή - στο σημερινό νοτιοδυτικό Ισραήλ– έδωσε ένα εύρημα που χαρακτηρίστηκε «από τα πιο αινιγματικά αντικείμενα που ανακαλύφθηκαν»: 17 μικροί, στρογγυλεμένοι δίσκοι – μερικοί από κιμωλία, άλλοι από πέτρα, αλλά οι  περισσότεροι από  ανακυκλωμένα από όστρακα - με δύο σκόπιμες τρύπες στο κέντρο. Ο Van Beek δεν ήταν ο πρώτος αρχαιολόγος που ανακάλυψε αντικείμενα σαν αυτά. Ούτε ήταν ο τελευταίος. Έχουν βρεθεί σε τοποθεσίες σε όλη την Ιαπωνία, την Αίγυπτο, την Ινδία και την Αμερική, μεταξύ άλλων.

Τρία βρέθηκαν στη Νέα Υόρκη στη θέση ενός στρατοπέδου του βρετανικού στρατού κατά τη διάρκεια του Αμερικανικού Πολέμου της Ανεξαρτησίας, το ένα φτιαγμένο από νόμισμα. Άλλα που βρέθηκαν εκτιμάται ότι δημιουργήθηκαν πριν από 4.000 χρόνια. Μερικοί αρχαιολόγοι πίστευαν ότι ήταν κουμπιά. Για άλλους, ήταν βαρίδια αργαλειού, διάτρητα αγγεία ή απλά «διάφορα αντικείμενα».

Θύμισαν όμως στον Van Beek κάτι άλλο. «Θυμήθηκα ότι έπαιζα στα πρώτα μου χρόνια με ένα παρόμοιο αντικείμενο», παρατήρησε. Περάστε το κορδόνι μέσα από τις τρύπες, στη συνέχεια τεντώστε και χαλαρώστε το κορδόνι και οι δίσκοι περιστρέφονται. Αρκετοί ακόμη συμφωνούν ότι ήταν παιχνίδια της αρχαιότητας. Κάποιοι όμως αμφιβάλλουν. 

Το να βασιζόμαστε στις δικές μας παιδικές αναμνήσεις και να προβάλλουμε τη δική μας, σύγχρονη εμπειρία σε μια μακρινή κοινωνία δεν είναι πάντα καλός «οδηγός».

Ξέρουμε από κείμενα ότι τα παιδιά και στην αρχαιότητα έπαιζαν. Γνωρίζουμε ότι έπαιζαν συχνά με αντικείμενα. Αλλά άλλα ερωτήματα, όπως ποια αντικείμενα και με ποιον τρόπο, παρέμειναν πεισματικά δύσκολο να απαντηθούν. Αλλά η κατανόηση του πώς έπαιζαν τα παιδιά είναι σημαντική, κυρίως γιατί μπαίνει στην καρδιά μιας συζήτησης δεκαετιών: τι σήμαινε πραγματικά η παιδική ηλικία για τις προηγούμενες γενιές – αν σήμαινε κάτι.

Στη δεκαετία του 1960, ο ερασιτέχνης Γάλλος ιστορικός Philippe Ariès εξέδωσε τη θεωρία ότι στο μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας, με την παιδική θνησιμότητα πολύ υψηλή για να μπορούν οι γονείς να επενδύσουν πολύ στο συναίσθημα ή τους πόρους στους απογόνους τους, τα παιδιά αντιμετωπίζονταν ως «μίνι ενήλικες». Αυτό σημαίνει ότι δεν έπαιζαν για πολύ. Μετά τη βρεφική ηλικία, έγραψε ο Ariès, τα παιδιά δεν είχαν πλέον παιχνίδιαειδικά φτιαγμένα για αυτά. Αντίθετα, έπαιζαν με τα ίδια αντικείμενα με τους ενήλικες.

Δεν συμφωνούν όλοι με τον Ariès. «Λέγεται πολύ συχνά πως δεν υπήρχε αίσθηση της παιδικής ηλικίας, πως ήταν απλά μια περίοδος στη ζωή που έπρεπε να περάσει όσο το δυνατόν γρηγορότερα για να γίνεις ενήλικας και μετά να "υπάρχεις πλήρως"» λέει στο BBC η Véronique Dasen, καθηγήτρια κλασικής αρχαιολογίας και ιστορίας της τέχνης στο πανεπιστήμιο του Fribourg της Ελβετίας, επικεφαλής του υποστηριζόμενου από την ΕΕ έργου Locus Ludi για τα ελληνορωμαϊκά παιχνίδια. «Αλλά αυτό δεν είναι αλήθεια. Υπάρχει κάτι ιδιαίτερο στα παιδιά, και αυτή η ιδιαίτερη αξία αποκαλύπτεται από την αγάπη τους για το παιχνίδι. Και οι ενήλικες το αναγνώριζαν πάντα» προσθέτει. 

 Ένα πρόβλημα είναι ότι, ιστορικά, η παιδική ηλικία έχει αγνοηθεί από τον ακαδημαϊκό κόσμο. Ο κόσμος του παιδιού έχει μείνει εν πολλοίς έξω από την έρευνα. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι τα παιδιά δεν αποτελούσαν πολύτιμο μέρος της κοινότητας – ή ότι δεν υπήρχαν συγκεκριμένες δραστηριότητες και αντικείμενα που απευθύνονταν κυρίως σε παιδιά. Έχουμε ακόμη και την ετυμολογική "απόδειξη": η ελληνική λέξη «παιδί» σημαίνει «κάποιος που παίζει». Και ορισμένοι φιλόσοφοι περιγράφουν την παιδική ηλικία ως ένα συγκεκριμένο στάδιο της ζωής που επικεντρώνεται στο παιχνίδι.