Το όνειρο ενός γελοίου ανθρώπου

Κριτική: Ελισσαίου Βγενόπουλου

 

 

Φαίνεται ότι τη δύναμη για τη χαρά και την ευτυχία οι άνθρωποι δεν μπορούμε να την αντλήσουμε από ιδεολογίες, τεχνάσματα και δολοπλοκίες, φαίνεται ακόμα ότι η δύναμη της αγάπης είναι αυτή που αφού ξεπεράσει τους σκοπέλους της δειλίας, της απληστίας και του άκρατου εγωισμού θα μπορέσει να μας οδηγήσει στο νησί της χαράς, της αυτογνωσίας και της αλήθειας.

Αν αφαιρέσει κανείς την αγάπη από τον πλανήτη Γη, αυτοστιγμεί  θα έχει αποκτήσει ένα υπέροχα λαμπρό, ασύλληπτα αποκρουστικό και κρυστάλλινα απάνθρωπο νεκροταφείο. Θέλει γενναιότητα, μεγαλοσύνη και αυτοπεποίθηση για να μπορέσει ο άνθρωπος να εκβάλει στις λεκάνες της ανθρωπιάς την αγάπη για τους γύρω του και επειδή δεν μπορούμε να πιστέψουμε τους εμπόρους των ιδεολογιών και τους μεταπράτες της ζωής και της υποκρισίας ότι «Η συνείδηση της ζωής είναι ανώτερη από τη ζωή, η γνώση των νόμων της ευτυχίας είναι ανώτερη από την ευτυχία» όπως υπόκωφα μας ψιθυρίζει ο Φιόντορ Ντοστογιέφσκι στο "Το Όνειρο ενός γελοίου ανθρώπου". 

Ο ήρωας του Ντοστογιέφσκι περπατώντας στους νοτισμένους δρόμους της Πετρούπολης και τα υγρά πεζοδρόμια της απόγνωσης, αναλογίζεται τα δεινά των ανθρώπων και διαλογίζεται πάνω στα μεγάλα ερωτήματα της ευτυχίας και της ειρήνης, της αγάπης και της κατανόησης. Ο μεγάλος συγγραφέας χωμένος ανάμεσα στα σοκάκια των γόνιμων αντιθέσεων του πραγματικού και του φανταστικού, του αισιόδοξου και του απελπισμένου, του φωτός και του ερέβους, του αισιόδοξου και του ανέφικτου, μας οδηγεί στο νησί των ονείρων που όλοι κάποτε έχουμε νοσταλγήσει και έχουμε ανασύρει από τα βάθη του πιο γλυκού μας ενυπνίου.

Το «όνειρο ενός γελοίου ανθρώπου» είναι ένα αφήγημα στο οποίο αποκρυσταλλώνονται οι σκέψεις και οι ιδέες του μεγάλου Ρώσου συγγραφέα για τη ζωή, την κοινωνία την ανθρωπότητα. Ο Φ.Μ. Ντοστογιέφσκι έγραψε  το «Όνειρο ενός γελοίου», το 1877 , τέσσερα χρόνια πριν από τον θάνατό του. Το μικρό αυτό διήγημα, συμπυκνώνει τη φιλοσοφία  του μεγάλου Ρώσου συγγραφέα για τη ζωή, τα συναισθήματα, τη χαρά και την αρμονία. 

Ο ήρωας του αφηγήματος αποστασιοποιημένος από τα πράγματα γύρω του, ξεκομμένος από τη ζωή και τους χυμούς της, αποξενωμένος από τους ανθρώπους, αποξηραμένος από συναισθήματα και αγάπη, έχει αποφασίσει να τελειώσει αυτόν τον εφιάλτη που ζει και να δώσει τέλος στο άχαρο, στερημένο και ερημωμένο βίο του. Ενώ όλα κυλούν όπως τα έχει προγραμματίσει, όπως κάθεται στην πολυθρόνα, ο Μορφέας έρχεται και τον τυλίγει και πέφτει σε βαθύ ονειρικό ύπνο. Το όνειρό του τον μεταφέρει σε ένα ολόφωτο ελληνικό νησί, στο οποίο οι παφλασμοί των κυμάτων χαϊδεύουν τον ελεύθερο και αρμονικό τρόπο ζωής των ανθρώπων του, τα όμορφα ηλιοβασιλέματα φωτίζουν τη συμμετρία της ήρεμης συμβίωσης και του ιδανικού της ελευθερίας και της χαράς. Το εκρηκτικό όνειρο του ήρωά μας σκάει στον πυρήνα της ύπαρξής του και τον μεταμορφώνει σε άλλον άνθρωπο. 

 «Τι είναι η κόλαση; Υποστηρίζω ότι είναι ο πόνος του να μην μπορείς να αγαπάς» (Αδελφοί Καραμάζοφ). Ο Dostoyevsky επηρέασε σημαντικά εκτός από τους Ρώσους και πολλούς άλλους σύγχρονούς του και μελλοντικούς συγγραφείς, όπως οι Thomas Mann, Ernest Hemmingway, Virginia Woolf, James Joyce, κ.α. Ο Nietzsche αναφερόταν στον Dostoyevsky ως τον μοναδικό ψυχολόγο από τον οποίο είχε να μάθει κάτι. Ο δε Albert Einstein είχε πει: «ο Dostoyevsky μου προσφέρει πολύ περισσότερα από οποιονδήποτε επιστήμονα». Ο Freud έγραψε το άρθρο «Ο Dostoyevsky και η Πατροκτονία» και αν και είναι κριτικός απέναντι στο έργο του συγγραφέα, κατατάσσει τους αδερφούς Καραμάζοφ μεταξύ των τριών σπουδαιότερων έργων λογοτεχνίας. Ο Albert Camus αναγνώριζε στον Dostoyevsky τον σπουδαιότερο προφήτη του 20ού αιώνα, ενώ τόσο ο Nietzsche όσο και ο Sigmund Freud έχουν εμπνευστεί και  αντλήσει σκέψεις από το έργο του.

Η παράσταση αποπειράται να διερευνήσει τ’ αδιέξοδα της ανθρώπινης φύσης της οποίας τα υλικά είναι ίδια με αυτά των ονείρων. «Είμαι  γελοίος  άνθρωπος.  Τώρα  με  λένε  τρελό.  Αυτός  θα  ήταν  ανώτερος  τίτλος,  αν  δεν  έπαυα να  είμαι  γελοίος  για  τους ανθρώπους. Μα  τώρα  πια  δεν  θυμώνω,  γιατί  όλοι είναι αρκετά ευγενικοί μαζί μου, και όταν με κοροϊδεύουν, είναι, θα λεγες, ακόμα πιο ευγενικοί» ψιθυρίζει, όχι χωρίς πόνο, ο ηθοποιός κινούμενος με τις πατερίτσες της απελπισίας ανάμεσα στους ηδονοβλεψίες θεατές, την λιμνούλα με το νερό στο κέντρο της σκηνής και στην άκρη της αγωνίας και τα έπιπλα της απόγνωσης που βουτάνε στο νερό και ίπτανται πάνω από τις πραγματικές ανάγκες των ανθρώπων.

“Αγάπα τον πλησίον σου ως εαυτόν” συμπεραίνει όχι αυτάρεσκα, ούτε θριαμβολογώντας ο συγγραφέας αλλά  με  σπαραγμό, απελπισία και τρόμο για το ανέφικτο αυτής της τόσο απλής και ήμερης αλήθειας. Με αυτή την παμπάλαια αλήθεια, λοιπόν, να σπαρταρά ανάμεσα στις παύσεις, στον καθαρό λόγο και  στα βογγητά του Άρη Σερβετάλη αρχίζει και τελειώνει η παράσταση. Δεν χρειάζεται τίποτα άλλο μας λέγει ο μεγάλος Ρώσος συγγραφέας και με πειστικό τρόπο μας το επιβεβαιώνουν ο Σερβετάλης και η  σκηνοθέτις  Έφη Μπίρμα, παρά μόνο η αγάπη για τον πλησίον κι όλα μπορούν πάνω σε τούτη τη γη να βρουν τη χαμένη τους αρμονία. Οι φανταχτερές και σκουριασμένες ιδεολογίες, οι φτηνές καλοσύνες, οι καθωσπρεπισμοί και οι συμβατικές συμπεριφορές είναι περιττές όταν υπάρχει η αγάπη.  Ο λόγος του συγγραφέα διατρέχει την παράσταση, όπως το νερό ανάμεσα στα βράχια, μέσω της υπέροχης εκφοράς του λόγου από τον Σερβετάλη, ο οποίος ίπταται πάνω από τα έπιπλα, κολυμπά μέσα στη λίμνη, διαβαίνει ανάμεσα στους θεατές της παράστασης, σαν άγγελος της σοφίας, της ευαισθησίας και της αγάπης.






 

Διαβάστε επίσης

ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΑΡΘΡΑ