Στην Αφρική ξεπεράστηκε χθες Τρίτη το ορόσημο των 200.000 θανάτων από την εκδήλωση της πανδημίας του νέου κορονοϊού, καθώς η φτωχή ήπειρος παραμένει αντιμέτωπη με οξύτατη έλλειψη εμβολίων και λιγότερο από το 3% του πληθυσμού της έχει ανοσοποιηθεί πλήρως μέχρι σήμερα.
Οι 54 χώρες της ηπείρου, που θεωρείται πως έχουν υποστεί λιγότερο βαρύ πλήγμα σε σύγκριση με τον υπόλοιπο κόσμο, δεν βίωσαν τα καταστροφικά σενάρια για τα οποία γινόταν λόγος όταν εκδηλωνόταν η υγειονομική κρίση, κατέγραψαν ως χθες 200.254 θανάτους εξαιτίας της COVID-19 ως χθες, με βάση την καταμέτρηση του Γαλλικού Πρακτορείου, η οποία βασίζεται στους επίσημους κυβερνητικούς απολογισμούς.
Έπειτα από αρκετούς ιδιαίτερα πολύνεκρους μήνες -27.000 θάνατοι τον Ιούλιο, 26.000 τον Αύγουστο- η εξάπλωση της πανδημίας μοιάζει να έχει επιβραδυνθεί στην ήπειρο εδώ και λίγες εβδομάδες. Η Αφρική καταγράφει επί του παρόντος κάπου 617 θανάτους εξαιτίας της COVID-19 σε ημερήσια βάση, έναντι 990 στα τέλη Ιουλίου, επίπεδο που αποτελούσε ρεκόρ.
Ωστόσο, οι αριθμοί που δημοσιοποιούνται από τις υγειονομικές αρχές κάθε χώρας ή από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) θεωρείται πως δεν αντιπροσωπεύουν στην πραγματικότητα παρά κλάσμα των μολύνσεων από τον SARS-CoV-2 και των θανάτων από την COVID-19.
Ο ΠΟΥ τονίζει πως αν ληφθεί υπόψη η πλεονάζουσα θνησιμότητα που συνδέεται άμεσα και έμμεσα με την πανδημία, ο απολογισμός των θυμάτων σε παγκόσμια κλίμακα ενδέχεται να είναι διπλάσιος ως τριπλάσιος από αυτόν που καταγράφεται επίσημα.
Στην Αφρική περισσότερο από αλλού οι αριθμοί των μολύνσεων και των θανάτων θεωρούνται υποτιμημένοι.
«Τα εξεταστικά μέσα είναι λιγοστά στην ήπειρο», εξηγεί η επιστήμονας Γκλέντα Ντέιβιντσον από τη Νότια Αφρική. Οι θάνατοι που ανακοινώνονται συχνά είναι κατά προσέγγιση ή ανακριβείς, προσθέτει.
Η πρόσφατη ύφεση της πανδημίας σε κλίμακα ηπείρου αποδίδεται στη μείωση των κρουσμάτων στα κράτη που υπέστησαν τα πιο βαριά χτυπήματα.
Στη Νότια Αφρική, τη χώρα η οποία -επισήμως- έχει υποστεί το σκληρότερο πλήγμα, με 83.899 θανάτους εξαιτίας της COVID-19, κατά μέσον όρο ανακοινώνονταν ημερησίως 7.400 κρούσματα και 234 θάνατοι το τελευταίο επταήμερο, έναντι ως και 20.000 μολύνσεων και 420 θανάτων την ημέρα τον Ιούλιο.
Ένα όπλο: το εμβόλιο
Η ύφεση είναι ακόμη μεγαλύτερη στην Τυνησία, που τις τελευταίες επτά ημέρες ανακοινώνει κατά μέσον όρο 1.680 κρούσματα και 64 θανάτους ημερησίως, αριθμούς μειωμένους κατά 41 και 39% αντίστοιχα σε σύγκριση με την προηγούμενη εβδομάδα.
Τον Ιούλιο, η κυβέρνηση χαρακτήριζε «καταστροφική» την επιδημιολογική κατάσταση, καθώς κατέγραφε ως και 7.900 κρούσματα και 207 θανάτους ημερησίως.
Ωστόσο το καλοκαίρι στην Τυνησία σημαδεύτηκε από την επιτάχυνση της εκστρατείας ανοσοποίησης: πάνω από το 37% των Τυνήσιων έχει λάβει μέχρι εδώ την πρώτη δόση κάποιου εμβολίου για την COVID-19, ενώ το ποσοστό αυτό δεν ξεπερνούσε το 11% την 1η Ιουλίου.
«Το εμβόλιο είναι το όπλο μας», τονίζει η νοτιοαφρικανή ειδικός σε θέματα δημόσιας υγείας Δρ. Σακίρα Τσουνάρα. Μιλώντας στο AFP, η Δρ. Τσουνάρα πρόσθεσε πως ήδη συνέβαλε «σε αλλαγή της τάσης, που αρχίζει να γίνεται αισθητή».
Όμως η Αφρική είναι η ήπειρος όπου ο εμβολιασμός έχει προχωρήσει λιγότερο. Έχουν χορηγηθεί μόλις οκτώ δόσεις ανά 100 κατοίκους, σύμφωνα με την καταμέτρηση του Γαλλικού Πρακτορείου, έναντι 102 στην Ευρώπη και 116 στις ΗΠΑ.
Ο ΠΟΥ στηλίτευσε στα τέλη του Αυγούστου τις «σοκαριστικές ανισότητες» ως προς την πρόσβαση στα εμβόλια. Σύμφωνα με τον Οργανισμό, μόλις το 2,93% του αφρικανικού πληθυσμού έχει εμβολιαστεί πλήρως, έναντι του 52% στις ΗΠΑ και του 57% στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
«Αυτή η ανισότητα είναι βαθιά ανησυχητική. Από τις πέντε και πλέον δισεκ. δόσεις που έχουν χορηγηθεί σε όλο τον κόσμο, μόλις το 2% ήταν στην Αφρική», τόνιζε την περασμένη εβδομάδα η Δρ. Ματσιντίσο Μοέτι, η διευθύντρια του τμήματος του ΠΟΥ το οποίο είναι αρμόδιο για την Αφρική.
Η ήπειρος αντιμετώπισε ταχεία αύξηση των κρουσμάτων στα τέλη του 2020, με την εμφάνιση παραλλαγμένων, πιο μολυσματικών στελεχών του ιού, αλλά δεν έχει ζήσει μέχρι σήμερα τραγωδία ανάλογη με αυτή που προκάλεσε η παραλλαγή Δέλτα, πάνω απ’ όλα στην Ινδία.
Σε παγκόσμια κλίμακα η πανδημία έχει στοιχίσει τη ζωή σε 4,57 εκατομμύρια ανθρώπους από την εμφάνιση του ιού τον Δεκέμβριο του 2019 στη Γουχάν της Κίνας.