Το πολιτικό imperium του Κυριάκου και μια ευκαιρία

του Διονύση Γ. Γράψα

 

     Σε λιγότερο από ένα μήνα, η ΝΔ και ο Κυριάκος Μητσοτάκης συμπληρώνουν δύο χρόνια από την ανάληψη της εξουσίας. Κι αν τα «πολιτικά γενέθλια», μόνο στην σκακιέρα του μάρκετινγκ έχουν αξία, σε καθαρά πολιτικούς όρους, παραδοσιακά η διετία είναι σημείο καμπής για την παραγωγή του κυβερνητικού έργου.Η φθορά κάνει έντονη την εμφάνιση της και συνήθως οι φημολογίες ανασχηματισμών φουντώνουν. Ισχύει όμως και εδώ κάτι τέτοιο;

   Δύο χρόνια μετά λοιπόν, η αλήθεια είναι πως το κυβερνών κόμμα και ο Μητσοτάκης προσωπικά, ελάχιστα έχουν χάσει από την δυναμική τους στην ελληνική κοινωνία παρόλες τους τις αστοχίες. Εξακολουθεί ένα μεγάλο τμήμα της κοινωνίας να αισθάνεται καλά με αυτούς στο «τιμόνι», αν όχι για πολιτικούς λόγους, σίγουρα για ψυχολογικούς. Κοιτώντας πίσω θα μπορούσε κανείς να πει πως το εκκρεμές θυμίζει την πρώτη κυβερνητική θητεία του Κώστα Καραμανλή, όπου όσα στραβά και ανάποδα κι αν συνέβησαν τότε, εκείνον δεν τον άγγιζε τίποτα.

  Η δεκαετής κρίση, η πολιτική αστάθεια, οι σχετικά συχνές εναλλαγές κυβερνήσεων, μοιάζουν σχετικά μακρινές και είναι σαφές πως η συντηρητική παράταξη νιώθει πως παίζει χωρίς αντίπαλο. Ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν μπορεί να βρει αφήγημα, η φρασεολογία του δεν κινητοποιεί την συναισθηματική νοημοσύνη και πολλά από τα πρόσωπά του σε ορισμένες περιπτώσεις, προκαλούν. Είναι δεδομένο πως η τεκτονικών διαστάσεων κρίση που τον γιγάντωσε και τον έφερε σε θέση πρωταγωνιστή, δύσκολα θα ξανασυμβεί. Η πανδημία μοιάζει με απρόβλεπτο υστερόγραφο, αλλά ούτε και σε αυτήν την περίπτωση, ο Τσίπρας και οι σύντροφοί του, μοιάζουν να περνάνε τον πήχυ.

   Από την άλλη, το ΚΙΝΑΛ με την επαμφοτερίζουσα στάση του δεν έχει καταφέρει να πείσει στον άχαρο και προσβλητικό για τις καταβολές του, ρόλο της υπεύθυνης αντιπολίτευσης. Άραγε ποιος χρειάζεται κάτι τέτοιο, τόσο συμπλεγματικό , τόσο άχρωμο αλλά και κυρίως τόσο ανιστόρητο; Το ΚΙΝΑΛ, μοιάζει όλο και περισσότερο προσανατολισμένο στις εσωτερικές του διαδικασίες, οι οποίες στον μικρόκοσμό του φαντάζουν δυσανάλογες σε μέγεθος, από της προσοχής που εκείνο τυγχάνει στην κοινωνία. Έχει βρει όμως μέσω αυτού τον τρόπο να επιβιώνει. Η αναδιάταξη ρόλων συμμαχιών και προσώπων με όρους ανακύκλωσης όμως,  ούτε πείθουν, ούτε συγκινούν.

    Σαν ιστορική αναλογία, θα μπορούσε να πει κανείς πως η κοινωνική και πολιτική ατμόσφαιρα θυμίζει εκείνην των πρώτων μεταδικτατορικών χρόνων, όπου οι πληγές της εφταετίας έκλειναν ίσως πλημμελώς και δύσκολα, αλλά στο τέλος επουλώνονταν. Έτσι και τώρα. Ο Μητσοτάκης ξέρει πως τα δύσκολα είναι πίσω. Οι κυβερνήσεις Παπανδρέου, Παπαδήμου, Σαμαρά και Τσίπρα με τις εσωτερικές τους αντινομίες η κάθε μια, «έβγαλαν το κάρο από την λάσπη». Ακόμα και αν κάποιοι εξ αυτών ευαγγελίζονταν «άλλους δρόμους» μέσα στις «αυταπάτες τους», κατάφεραν μια μίνιμουμ σταθεροποίηση, καταβαραθρώνοντας έστω το βιοτικό επίπεδο της κοινωνίας με βίαιο και απότομο τρόπο.

    Η κοινωνική απήχηση όμως του Μητσοτάκη ενδεχομένως να κρύβει και μια ευκαιρία για τον ευρύτερο προοδευτικό χώρο. Μια ευκαιρία να επιστρέψει στις καταβολές του, στις αξίες που τον γέννησαν , βάζοντας μια τελεία στην συνολική ιδεολογική του αλλοτρίωση, που τον έχει φέρει  σε αυτόν τον ανεπανάληπτο πολιτικό αποπροσανατολισμό. Να γειωθεί με την κοινωνία συγκροτώντας συμμαχίες, εκφράζοντας ξανά εκείνους που πλήττονται από την συντηρητική επέλαση σε κοινωνικά εργασιακά και πολιτικά ζητήματα.

Η ανασύσταση της προοδευτικής παράταξης δεν μπορεί να γίνει με όρους «πουκάμισων αδειανών» ούτε ρεβανσισμού και αγωνίας για την επαναφορά στην εξουσία. Η ανασύστασή του είναι καίριο ζήτημα για την ομαλή λειτουργία του πολιτεύματος και των δημοκρατικών διαδικασιών.

 

*Ο Διονύσης Γ. Γράψας είναι ιστορικός και εργάζεται στην ιδιωτική δευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Διαβάστε επίσης