Μόλις οκτώ μήνες έμεινε στη θέση του ο αρχι-ιμάμης της Αγίας Σοφίας, του βυζαντινού καθεδρικού ναού που μετατράπηκε σε τέμενος το 1453, σε μουσείο το 1934 και ξανά σε τέμενος τον Ιούλιο του 2020 με απόφαση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος διέγραψε με τον τρόπο αυτό μία ακόμα υπογραφή του Κεμάλ Ατατούρκ από την Ιστορία, ικανοποιώντας ένα πάγιο αίτημα των ισλαμοεθνικιστών. Ανακοινώνοντας την παραίτησή του την περασμένη Πέμπτη, ο 50χρονος Μεχμέτ Μποϊνουκαλίν εξήγησε, μέσω Twitter, πως επιθυμεί να επιστρέψει στο πρότερο λειτούργημά του, τη διδασκαλία ισλαμικού δικαίου στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου του Μαρμαρά. Δικαιολογήθηκε λέγοντας πως προτιμά να παραμένει στα μετόπισθεν, γέμισε την ανακοίνωσή του με αναφορές στον «παντοδύναμο Θεό» και τον «πολύτιμο πρόεδρο».
Στους παροικούντες την Κωνσταντινούπολη όμως είναι γνωστό πως ο Μποϊνουκαλίν όχι μόνο δεν περιοριζόταν τόσους μήνες στα μετόπισθεν, αλλά εξέφραζε άποψη επί παντός του επιστητού, διέθετε μάλιστα τρεις λογαριασμούς για τον σκοπό αυτό στο Twitter, έναν στα τουρκικά, έναν στα αραβικά και έναν στα αγγλικά. Η φλυαρία του, εκτιμούν, αυτή είναι που τελικά τον «έφαγε» – μπορεί να φρόντιζε πάντα να κολακεύει τον τούρκο πρόεδρο, προωθώντας όλες τις προσφιλείς σε αυτόν ιδέες, αλλά κάποια στιγμή φάνηκε σαν να προσπαθούσε να γίνει χαλίφης στη θέση του χαλίφη.
Κανείς δεν εξεπλάγη όταν διορίστηκε αρχι-ιμάμης της Αγίας Σοφίας ο Μεχμέτ Μποϊνουκαλίν. Διέθετε όλα τα προσόντα: είναι διπλωματούχος του Πανεπιστημίου Αλ Αζάρ του Καΐρου, διδάκτωρ ισλαμικού δικαίου· ο πατέρας του, Ριφάτ Μποϊνουκαλίν, υπήρξε το 1970 ένας από τους ιδρυτές του Κόμματος Εθνικής Τάξης, στο πλευρό του Νετσμετίν Ερμπακάν, του πολιτικού μέντορα του Ερντογάν· ο ανιψιός του, Αμπντουραχίμ Μποϊνουκαλίν, είναι πρώην βουλευτής του κυβερνώντος AKP, γνωστός για τη μαχητικότητα τόσο του ιδίου όσο και των τραμπούκων του – όπως γράφει στη «Monde» η ανταποκρίτρια της γαλλικής εφημερίδας στην Κωνσταντινούπολη Μαρί Ζεγκό -, τους οποίους και χρησιμοποιεί στο πλαίσιο βίαιων ενεργειών: το 2015, για παράδειγμα, είχε οργανώσει μια επίθεση στα γραφεία και στους δημοσιογράφους της εφημερίδας «Hürriyet».
Ηταν πιστός
O ίδιος o Μεχμέτ Μποϊνουκαλίν φρόντιζε πάντα να υπηρετεί πιστά τον Ερντογάν, ήταν μάλιστα ο πρώτος που ενστερνίστηκε την προεδρική οικονομική ιδεολογία, που θέλει τη μείωση των επιτοκίων να είναι ένα αποτελεσματικό όπλο κατά του πληθωρισμού.
Μέσα Μαρτίου, ο Μποϊνουκαλίν έσπευσε να χαιρετίσει την καθαίρεση του τούρκου κεντρικού τραπεζίτη Νατσί Αγκμπάλ, την τρίτη καθαίρεση κεντρικού τραπεζίτη στην Τουρκία τον τελευταίο ενάμιση χρόνο – όπως είχε εξηγήσει τότε παρωδώντας τις κινήσεις του τούρκου προέδρου εκπρόσωπος του αντιπολιτευόμενου Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος, «τον έναν διοικητή της κεντρικής τράπεζας ο Ερντογάν τον αποτελείωσε επειδή δεν μείωσε τα επιτόκια, τον δεύτερο τον απομάκρυνε επειδή δεν αύξησε τα επιτόκια, τον τρίτο τον έδιωξε επειδή αύξησε τα επιτόκια και τώρα τον τέταρτο τον έφερε για να μειώσει τα επιτόκια».
Ο Μποϊνουκαλίν ήταν επίσης ο πρώτος που χειροκρότησε την απόφαση του τούρκου προέδρου να αποσύρει την Τουρκία από τη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Πρόληψη και την Καταπολέμηση της Βίας κατά των Γυναικών και της Ενδοοικογενειακής Βίας, την επονομαζόμενη και Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, χαρακτηρίζοντάς την «έναν νόμο δανεισμένο από το εξωτερικό, χωρίς συνάφεια με τα θεμέλια της κοινωνίας μας».
Οσο για την έννοια της «γυναικοκτονίας», τις δολοφονίες γυναικών από πρώην ή νυν συντρόφους τους (79 έχουν καταγραφεί επισήμως στην Τουρκία από τις αρχές της χρονιάς), για τον Μεχμέτ Μποϊνουκαλίν δεν είναι παρά ένα τέχνασμα που έχει σκοπό να συγκινεί την κοινή γνώμη, να της προκαλεί «κροκοδείλια δάκρυα».
Αρχές Φεβρουαρίου, ο αρχι-ιμάμης της Αγια-Σοφιάς έκανε το όνομά του να ακουστεί στα πέρατα του κόσμου ζητώντας να διαγραφεί ο όρος «κοσμικότητα» από το τουρκικό Σύνταγμα. «Δεν υπήρχε κοσμικότητα στα Συντάγματα του 1921 και του 1924. Η θρησκεία του κράτους ήταν το Ισλάμ. Η δημοκρατία θα πρέπει να επιστρέψει στις εργοστασιακές της ρυθμίσεις», έγραψε στο Twitter – χρησιμοποίησε μάλιστα το hashtag «Πρέπει να υπάρχει Ισλάμ στο Σύνταγμα». «Εάν η εξουσία είναι στα χέρια του λαού, τότε θα πρέπει να έχει αυτός ο τελευταίος το δικαίωμα να αλλάξει το Σύνταγμα όποτε και όπως επιθυμεί», επέμεινε.
Ηταν άραγε αυτό το tweet που έκανε το ποτήρι να ξεχειλίσει; Ο Ερντογάν συμμερίζεται βέβαια την άποψή του, έχει ταχθεί υπέρ τού να «ανοίξει η συζήτηση» για αλλαγή του Συντάγματος, ονειρεύεται να τελειώνει μια και καλή με την κληρονομιά του Ατατούρκ. Οχι όμως, σχολιάζει η Μαρί Ζεγκό, σε σημείο να αφήσει κάποιον άλλο να του κλέψει τη δόξα.