Το ορόσημο της 30ετίας στις αγορές ομολόγων κατέκτησε ξανά η Ελλάδα

 

 

Την «κορυφή» των κρατικών ομολόγων με τη μεγαλύτερη διάρκεια αποπληρωμής κατέκτησε ξανά η Ελλάδα. Μετά από 14 χρόνια εξέδωσε ξανά ξανά ομόλογο – ορόσημο διαρκείας 30 ετών. «Είναι μία απόδειξη ότι η Ελλάδα επέστρεψε» δήλωσε στο CNN εχθές ο Πρωθυπουργός. Πράγματι καταγράφεται ως πολύ σημαντική και καθοριστική εξέλιξη αφού, όπως δήλωσε και ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας, προσφέρει ασφάλεια στους επενδυτές, συμβάλλει στην βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους και είναι προάγγελος νέων αναβαθμίσεων από τους Οίκους Αξιολόγησης.

Με τη χθεσινή έκδοση η Ελληνική Δημοκρατία δανείστηκε 2,5 δισ. ευρώ. Η προσφορά υπερκάλυψε πάνω από 10 φορές τη ζήτηση κεφαλαίων. Το τελικό βιβλίο προσφορών έκλεισε πάνω από 25 δισ. ευρώ, με περισσότερους από 250 επενδυτές να συμμετέχουν.

Οι διεθνείς αγορές (τράπεζες, funds, συνταξιοδτικά ταμεία) αισθάνθηκαν ότι μπορούν να επιστευτούν τα λεφτά τους στην Ελλάδα, με την υποσχετική ότι θα τους τα επιστρέψει (όλα) τον Ιανουάριο του 2052.

Ήταν η πρώτη νέα έκδοση 30ετούς ελληνικού ομολόγου εδώ και 14 χρόνια, από τον Ιανουάριο του 2007. Τα ελληνικά ομόλογα εν κυκλοφορία σταματούσαν στην 25ετία. Για αυτό θεωρείται και ένα ακόμη ορόσημο για την επιστροφή της χώρας στην «κανονικότητα» στις διεθνείς κεφαλαιαγορές.

Τα θετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά αυτής της νέας απόπειρας αλλά και το προφίλ των επενδυτών δείχνουν ότι οι περισσότεροι εξ αυτών θα διακρατήσουν για πολλά χρόνια τους ελληνικούς τίτλους. Εν μέσω παγκόσμιας κρίσης και πανδημίας:

90% των συνολικών προσφορών προήλθε από το εξωτερικό: 12% από «βόρειους» Ευρωπαίους (Γερμανία, Αυστρία, Ελβετία), 9% Σκανδιναυοί, 24% Ηνωμένο Βασίλειο και 9% από τις ΗΠΑ.
90% είναι θεσμικοί επενδυτές και μόνο 9% hedge funds
49% των προσφορών προήλθαν από διαχειριστές κεφαλαίων
12% των προσφορών ήταν αποθεματικά συνταξιοδοτικών ταμείων και ασφαλιστικών εταιριών
25% προήλθε από τράπεζες.

Η αγορά ανέμενε αρχικά ότι ο ΟΔΔΗΧ θα κινηθεί για να δανειστεί κάτι παραπάνω από 1,5 δισ. ευρώ για επιτόκιο κατά τι υψηλότερο από 1,5%. Τελικά ο ΟΔΔΗΧ κοίταξε υψηλότερα και άντλησε 2,5 δισ. ευρώ για επιτόκιο που δεν ξεπέρασε το 2%.

Η τελική απόδοση 1,956% (με κουπόνι 1,875%) είναι το χαμηλότερο διαχρονικά σε τόσο μεγάλη διάρκεια ομολόγου αλλά προσφέρει και ένα περιθώριο ασφαλείας και στην κυβέρνηση και στους επενδυτές.

Καθώς είναι το πρώτο ομόλογο 30ετίας (που εδώ και μια δεκαετία σχεδόν μετά το «κούρεμα» του 2012 η χώρα ποια δεν είχε) :

αντανακλά την πρόοδο που σημείωσε η Ελληνική Δημοκρατία και την αυξημένη εμπιστοσύνη θεσμικών επενδυτών. Ακόμα και σε «καλές εποχές» προ Μνημονίων, το 30%-35% των προσφορών προερχόταν από hedge funds ενώ τώρα είναι κάτω από 10%.
στο ορατό μέλλον ο τίτλος θα διαπραγματεύεται με χαμηλότερα επιτόκια στη δευτερογενή αγορά, δημιουργώντας ένα πολύ καλό δείκτη ασφαλείας για τη χώρα μας γενικότερα. Γιατί στο επιτόκιο (αλλά και στην μεγάλη διάρκεια) οι διεθνείς αγορές και αναλυτές τιμολογούν τον οικονομικό, πολιτικό και εθνικό κίνδυνο κάθε χώρας. Μία έκδοση 30ετίας ξεπερνά κατά πολύ το «δίχτυ ασφαλείας» της ΕΕ για την Ελλάδα (λόγω Μνημονίων) ή την αγορά ομολόγων από την ΕΚΤ (λόγω πανδημίας). Τέτοιους δείκτες ελέγχουν οι επενδυτές πριν αγοράσουν ξανά «Ελλάδα» -ειδικά εκείνοι μάλιστα που «κάηκαν» την τελευταία αγορά που αγόρασαν τέτοια ομόλογα το 2007 ή 2008.
ικανοποιεί τους πρώτους αγοραστές και εμπνέει εμπιστοσύνη και στους επόμενους υποψηφίους, ότι δεν κινδυνεύουν να βρεθούν την επόμενη κιόλας μέρα με τον «μουτζούρη» στο χέρι. Αντιθέτως, επωφελήθηκαν από λογικά επιτόκια που εκτιμάται ότι προσεχώς μάλλον θα πέσουν χαμηλότερα, αντί θα αυξηθούν. Άρα δεν θα βγουν χαμένοι την επομένη της επένδυσής τους, οπότε και η αγορά θα γελούσε με τους «τολμηρούς» που έδωσαν σε λάθος τιμή τα λεφτά τους.

Έτσι η Ελλάδα «συνομιλεί» ξανά απευθείας με τις αγορές, χωρίς ξένες πλάτες από Τρόικα και ΕΚΤ. Και είναι η δεύτερη έκοδση της Ελληνικής Δημοκρατίας εφέτος, μετά τη συναλλαγή των 3,5 δισ. ευρώ με το 10ετές που εκδόθηκε τον Ιανουάριο. Με τα 6 δισ. ευρώ η Ελλάδα αυξάνει το «μαξιλάρι» ρευτσότητος αλλά ετοιμάζεται να αποπληρώσει και διπλή δόση στο ΔΝΤ, αντικαθιστώντας ακριβό χρέος με χαμηλότερου κόστους δάνεια.