Η πανδημία Covid-19 προκάλεσε τουλάχιστον 122.000 επιπλέον θανάτους στις ΗΠΑ σε σύγκριση με μια «φυσιολογική» χρονιά, ήτοι 18% περισσότερους, σύμφωνα με μια έρευνα που δημοσιεύτηκε σήμερα στην ιατρική επιθεώρηση Jama Internal Medicine.
Όμως, δεν πρόκειται παρά για έναν μέσο όρο σε εθνικό επίπεδο: η αυξημένη θνησιμότητα ήταν εξαιρετικά υψηλή στις μεγάλες εστίες την άνοιξη, αρχής γενομένης από τη Νέα Υόρκη: η πόλη έθαψε τριπλάσιο αριθμό ανθρώπων σε σύγκριση με τα φυσιολογικά επίπεδα και έως και επτά φορές περισσότερους κατά την κορύφωση της επιδημίας, σύμφωνα με την ανάλυση αυτή, εβδομάδα ανά εβδομάδα, την οποία συντόνισαν ερευνητές του πανεπιστημίου Yale.
Στη Νέα Υόρκη, ο αναμενόμενος αριθμός θανάτων, σύμφωνα με ένα δημογραφικό μοντέλο που βασίζεται σε προηγούμενα έτη, ήταν 13.000 για το τρίμηνο Μαρτίου-Μαΐου. Ωστόσο, καταγράφηκαν 38.170 θάνατοι.
Επιπλέον, κατά τη διάρκεια της πρώτης φάσης της πανδημίας στις ΗΠΑ, ο επίσημος απολογισμός της Covid-19 είχε σε μεγάλο βαθμό υποτιμηθεί, καταδεικνύουν τα στατιστικά στοιχεία.
Ο συνολικός αριθμός των επιπλέον θανάτων ήταν πολύ μεγαλύτερος από τον αριθμό των θανάτων που αποδόθηκαν επισήμως στην Covid-19, καθώς σε πολλούς ανθρώπους που τελικά πέθαναν δεν είχαν διεξαχθεί εξετάσεις, αλλά κι επειδή ο τρόπος συμπλήρωσης των πιστοποιητικών θανάτου δεν ήταν εναρμονισμένος σε ολόκληρη τη χώρα. Συνολικά, ένα ποσοστό 22% της αυξημένης θνησιμότητας δεν συνδεόταν επισήμως με τον κορονοϊό.
Πολιτείες, όπως το Τέξας και η Αριζόνα, που είχαν πληγεί ελαφρύτερα την άνοιξη (ωστόσο, σήμερα είναι οι ενεργότερες εστίες της νέας έξαρσης), έχουν τις χειρότερες επιδόσεις: ποσοστό άνω του 50% της αυξημένης θνησιμότητας δεν εξηγείτο και δεν είχε καμία επίσημη διασύνδεση με την Covid-19.
«Η διαφορά μεταξύ του επίσημου απολογισμού της Covid-19 και της συνολικής μη φυσιολογικής θνησιμότητας ελαττώθηκε με τον χρόνο και σχεδόν εξαφανίστηκε σε ορισμένες περιοχές, όπως η Νέα Υόρκη. Όμως, η αξιοπιστία του επίσημου απολογισμού διαφοροποιείται σημαντικά μεταξύ των πολιτειών», λέει στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Ντάνιελ Ουάινμπεργκερ, της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Yale.