Έλλειψη ιωδίου: Ποια είναι τα βασικά συμπτώματα

 

Το ιώδιο είναι μια χημική ουσία που βοηθά τον θυρεοειδή αδένα να παράγει ορμόνες και ελέγχει τα επίπεδα ενέργειας.

Κύρια πηγή πρόσληψης μέσω της διατροφής είναι το ιωδιούχο αλάτι, βρίσκεται όμως και σε τροφές όπως τα ψάρια και τα θαλασσινά και σε μικρότερες ποσότητες στο γάλα, στο αυγό, στο ψωμί και στα λαχανικά.

Η ανεπάρκεια ή έλλειψη ιωδίου διαπιστώνεται σχετικά συχνά μεταξύ των εγκύων και των γυναικών που θηλάζουν. Οι ανάγκες του οργανισμού της γυναίκας σε ιώδιο είναι αυξημένες σε αυτές τις δύο φάσεις της ζωής της, καθώς το ιώδιο παίζει ρόλο-κλειδί στην ανάπτυξη του θυρεοειδούς αδένα του μωρού.

Καθώς το ιώδιο βρίσκεται κυρίως σε τροφές ζωικής προέλευσης (γάλα, αυγό, θαλασσινά, ψάρια), αυξημένο κίνδυνο για ανεπάρκεια ή για έλλειψη εκτιμάται ότι διατρέχουν και όσοι ακολουθούν αυστηρά χορτοφαγική (vegan) διατροφή.

Η έλλειψη ιωδίου προκαλεί εμφανή συμπτώματα όταν είναι αρκετά σοβαρή. Σε γενικές γραμμές, τα τρία παρακάτω συμπτώματα θεωρούνται τα πλέον χαρακτηριστικά της έλλειψης ιωδίου:

Βρογχοκήλη (διόγκωση του θυρεοειδούς αδένα): Όταν η πρόσληψη ιωδίου βρίσκεται κάτω από τα 100 μικρογραμμάρια (mcg) την ημέρα, αυξάνεται η παραγωγή της θυρεοειδικής ορμόνης TSH (θυρεοειδοτρόπος ορμόνη ή θυρεοτροπίνη). Το αποτέλεσμα είναι η διόγκωση του θυρεοειδούς αδένα, κατάσταση γνωστή ως βρογχοκήλη. Η βρογχοκήλη είναι το συνηθέστερο σύμπτωμα της έλλειψης ιωδίου. Η βρογχοκήλη μπορεί να προκαλέσει δυσκολία κατάποσης ή δύσπνοια.

Υποθυρεοειδισμός: Σε περίπτωση που η πρόσληψη ιωδίου βρίσκεται κάτω από τα 10-20 mcg την ημέρα, είναι πιθανό να παρατηρηθεί μειωμένη παραγωγή θυρεοειδικών ορμονών (υποθυρεοειδισμός). Στα τυπικά συμπτώματα του υποθυρεοειδισμού περιλαμβάνεται η κόπωση, η αναίτια αύξηση του σωματικού βάρους, η τριχόπτωση, η ξηρότητα των μαλλιών και του δέρματος, η δυσκοιλιότητα, η ευαισθησία στο κρύο, το πρήξιμο στο πρόσωπο, η τραχύτητα της φωνής, ο μυϊκός πόνος, η κακή διάθεση, η αποδυνάμωση της μνήμης κ.ά.

Επιπλοκές στην εγκυμοσύνη ή αναπτυξιακές διαταραχές στο παιδί: Στις γυναίκες, η έλλειψη ιωδίου συνδέεται στενά με επιπλοκές όπως η υπογονιμότητα, οι επαναλαμβανόμενες αποβολές, ο πρόωρος τοκετός, η θνησιγένεια (γέννηση νεκρού) και οι συγγενείς ανωμαλίες στο μωρό. Τα μωρά των οποίων οι μητέρες παρουσίαζαν έλλειψη ιωδίου κατά την εγκυμοσύνη ή την περίοδο του θηλασμού ενδέχεται να παρουσιάσουν νοητικά ελλείμματα, καθυστέρηση στην ανάπτυξή τους ή διαταραχές του λόγου και της ακοής. Η ήπια έως μέτρια έλλειψη ιωδίου συνδέεται επίσης με τον αυξημένο κίνδυνο για ΔΕΠΥ στα παιδιά.

Διαβάστε επίσης