Η αναπτυξιακή αναμόρφωση, είναι κοντά τελικά;

του Ηρακλή Ρούπα, Οικονομολόγου

 

 

Η περίοδος μετά την υγειονομική κρίση θα μπορούσε να αναδειχθεί ως η ευκαιρία της χώρας να σχεδιάσει από μηδενική βάση την παραγωγική της ικανότητα με προοπτική εικοσαετίας στην βάση τομών και ρήξεων.

Δραστικών σε πολλές περιπτώσεις. Τομών, κυρίως στον τρόπο με τον οποίο πρέπει να αναδειχθεί και να «επιβληθεί» μία νέα φιλοσοφία του παραγωγικού μοντέλου της χώρας καθώς και η φορολόγηση του πλούτου μέχρι να ανακτηθεί η οικονομική ισορροπία. Ρήξεων, στην διαμόρφωση ενός νέου συμμετοχικού ρόλου των εργαζομένων, διαμόρφωσης νέας φιλοσοφίας στο χρηματοπιστωτικό συστήμα, σε συνδυασμό με την αναγέννηση του πραγματικού ρόλου του χρηματιστηρίου.

Η εκπόνηση και χρηματοδότηση του πλαισίου αυτού (recovery plan) -εάν θέλουμε να είμαστε ρεαλιστές - δεν μπορεί να γίνει με τους παραδοσιακούς όρους της ελεύθερης οικονομίας. Σε μία τέτοιου εύρους παγκόσμια κρίση, η επανεκκίνηση ξεφεύγει από την πεπατημένη. Απαιτείται κεντρικός σχεδιασμός σε κάθε έκφανση της παραγωγικής και χρηματοδοτικής διαδικασίας. Στήριξη και επενδυτικός σχεδιασμός βασισμένος σε πολλές νέες παραμέτρους. Μία των οποίων θα μπορούσε να είναι η συμμετοχή των εργαζομένων σε αυτή την διαδικασία – όπου αυτό είναι εφικτό - με στόχο όχι μόνον την εξισορρόπηση των εργασιακών σχέσεων, αλλά ενός πρότυπου αναπτυξιακού συνεταιρισμού. Άλλωστε, πρόσφατες τοποθετήσεις των Β.Γκειτς και Γ. Μπαφετ παραπέμπουν προς μία τέτοια μεταστροφή ανάδειξης μίας νέας θεώρησης της μετοχικής αξίας καθώς και της εταιρικής διακυβέρνησης.

Με δεδομένο ότι χιλιάδες επιχειρήσεις θα κλείσουν και δεν θα ανοίξουν πάλι, είναι ευκαιρία οι πόροι που θα διοχετευθούν την περίοδο αυτή να κατευθυνθούν στοχευμένα. Δεν είναι δυνατόν για παράδειγμα το 25-30% του ΑΕΠ της χώρας να στηρίζεται επί χρόνια σε μία εποχική βιομηχανία και να μην γίνεται καμία προσπάθεια από καμία κυβέρνηση μέχρι σήμερα να χαράξει η χώρα αναπτυξιακή πορεία εκτός τομέων χαμηλής παραγωγικότητας. Ο αναγκαίος μετασχηματισμός της Ελληνικής οικονομίας πρέπει να γίνει στην βάση μίας αναπτυξιακής θεώρησης εκτός των εξαγγελιών μίας διαχρονικά πεπατημένης λογικής. Μίας λογικής που παρουσίαζε λεκτική ευκολία στις προθέσεις, ανέδειξε όμως μία διαχρονική παραγωγική δυσλειτουργία και έλλειψη πολιτικής φαντασίας όταν έπρεπε να γίνει η υλοποίηση.

Εκτός του εγχώριου σχεδιασμού, ο σταδιακός μετασχηματισμός της οικονομίας πρέπει επιπρόσθετα να αναδειχθεί με τέτοιον τρόπο ώστε να στηριχθεί από κάθε βαθμίδα των διεθνών αγορών. Δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής μας ότι κατά την επανεκκίνηση των οικονομιών (restart), οι αγορές θα επαναξιολογήσουν δομές, λειτουργίες και πολιτικές ανάπτυξης. Κυρίως όμως την προοπτική αποτελεσματικών πολιτικών. Με δεδομένο ότι οι αγορές προεξοφλούν κάθε κίνηση, κάθε αναπτυξιακό μοντέλο, η εγχώρια οργανωτική δομή πρέπει να είναι έτοιμη να προωθήσει το νέο αφήγημά της το συντομότερο δυνατόν.

Τον δρόμο προς ένα νέο σκεπτικό αναπτυξιακής στήριξης φαίνεται να δείχνει η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων καθώς προτείνεται οι χρηματοδοτήσεις μικρομεσαίων επιχειρήσεων να γίνεται στην βάση μετοχικής σχέσης. Το προτεινόμενο «Ταμείο Μετοχικής Συμμετοχής» παρουσιάζει θετικές ιδιαιτερότητες ενός νέου τύπου χρηματοδοτικού εργαλείου που συνδυάζει στήριξη σε βάσεις σχεδιασμού, καθώς και μελλοντικής δυνατότητας εξόδου μέσω των αγορών. Ίσως με τον τρόπο αυτό στο μέλλον δημιουργηθεί ένα πανευρωπαϊκό χρηματιστήριο μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Μία πρώτη προσέγγιση ευρωπαϊκής ομογενοποίησης παραγωγικών λειτουργιών. Η πρόταση στην οποία αρκετές φορές έχω αναφερθεί για την δημιουργία περιφερειακών χρηματοδοτικών φορέων μπορεί να λειτουργήσει επικουρικά μίας τέτοιας εξέλιξης.

Αν θεωρήσουμε ως αναμενόμενη εξέλιξη την διαμόρφωση νέων ισορροπιών (rebalancing) των οικονομιών παγκοσμίως, τότε θα μπορούσαμε να οδηγηθούμε στο συμπέρασμα πως η κρίση που μόλις πέρασε η χώρα μας εφοδίασε με μία θετική παράμετρο: Τα λίγα ανεξάρτητα και υγιή στοιχεία εκείνα της οικονομία που επιβίωσαν έχουν την δυνατότητα είτε να αναπτυχθούν, είτε να μετασχηματισθούν ταχύτερα από εκείνα άλλων ανεπτυγμένων χωρών με βαριές παραγωγικές δομές. Κατ΄επέκταση, το μικρό μέγεθος της οικονομίας μας παρουσιάζει δυνητικά το πλεονέκτημα ευελιξίας και άμεσης προσαρμογής. Το παράδειγμα της Lariplast και τον Πλαστικών Θράκης που διαμόρφωσαν ταχύτατα την παραγωγή τους την παραγωγή μασκών είναι χαρακτηριστικό.

Η εκκίνηση από χαμηλό αναπτυξιακό επίπεδο δίνει την δυνατότητα παρουσίασης συγκριτικών αποδόσεων. Άρα συγκρίσιμα πεδία ανταγωνιστικότητας. Για να είναι όμως αποτελεσματική κάθε πολιτική είναι αναγκαία η πρόβλεψη των εξελίξεων να λαμβάνει υπόψη το χειρότερο σενάριο προκειμένου να αιτιολογηθούν κινήσεις και πολιτικές που κάτω από άλλες συνθήκες πιθανώς να μην ήταν αποδεκτές. Για τον λόγο αυτό θεωρώ την εκτίμηση του ΥΠΟΙΚ για ύφεση 4,7 – 7,9% το 2020 ως εξαιρετικά αισιόδοξη. Την ίδια στιγμή που οι προβλέψεις για την ΕΕ κάνουν λόγο για μεγαλύτερο ποσοστό ύφεσης, ενώ το ΔΝΤ την τοποθετεί στο 10%.

Ο χειρισμός της επαναχάραξης του αναπτυξιακού σχεδιασμού της χώρας την επόμενη της πανδημίας στην βάση ρεαλιστικών υποθέσεων, στηρίζεται στην δημιουργία μίας νέας κουλτούρας στην βάση της εξεύρεσης νέων επιλογών πολιτικής σε αντικατάσταση πολιτικών πρακτικών και θεσμών που στάθηκαν αδύναμοι στην προώθηση καινοτόμων λύσεων ουσίας για την αναμόρφωση της χώρας. Οι νέες πολιτικές πρέπει να είναι άμεσες προκειμένου να τυγχάνουν συνεχούς αξιολόγησης από τα διεθνή φόρα. Αυτή γίνεται εντός και εκτός της χώρας. Οι ίδιες αγορές αναμένεται να συνεχίσουν την πορεία τους μέσα από την οπτική μίας νέας παγκόσμιας αναπτυξιακής κουλτούρας. Η εξελικτική πορεία των οικονομιών θα βασισθεί στο επίπεδο συμβιβασμού μεταξύ αγορών και οικονομιών κάτω από το πρίσμα νέων δεδομένων.

Κακές πρακτικές και αδυναμία των τραπεζών και φορέων, η στρεβλή χρηματοδότηση των κονδυλίων ΕΣΠΑ, η δυσλειτουργίας του δημοσίου και η ανεπάρκεια του εκπαιδευτικού συστήματος θα αξιολογούνται συνέχεια στα πλαίσια της αποτίμησης της νέας οικονομικής και επενδυτικής αξιοπιστίας της χώρας. Κάθε χώρα όμως την επομένη της κρίσης δεν ξεκινάει από την ίδια αφετηρία. Το να ισχυρισθώ πως η κρίση θα αναμορφώσει τον καπιταλισμό θα ήταν πιθανότατα υπερβολή. Άλλωστε σε κάθε αναμόρφωση σχεδόν όλα αλλάζουν. Στην παρούσα φάση όμως είναι αρκετοί εκείνοι που θα αναδειχθούν ισχυρότεροι εις βάρος των ασθενέστερων. Ειδικά σε ότι αφορά τις ασθενέστερες οικονομικά χώρες. Προοπτική που πρέπει να φέρει στο προσκήνιο την μείωση των εισαγωγών και την ενίσχυση μίας εθνικής καταναλωτικής συνείδησης.

Οι άμυνες που είναι δυνατόν να αναπτυχθούν αφορούν τις λειτουργίες της οικονομίας σε μικροεπίπεδο με έμφαση στην προβολή προϊόντων αιχμής (niche) στην τεχνολογία και τις υπηρεσίες που θα καλύπτουν κενά ζήτησης των μεγάλων επιχειρήσεων και ομίλων. Η διαμόρφωση ενός τέτοιου παραγωγικού πεδίου είναι ευκολότερο να αναδείξει σταδιακή προσαρμογή βιομηχανικής δραστηριότητας μικροκλίμακας, συμμετοχή εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού με συμμετοχή σχέση στις επιχειρήσεις, εξεύρεση εναλλακτικών πεδίων χρηματοδοτήσεων για το διάστημα που το τραπεζικό σύστημα θα εξακολουθεί να μην είναι σε θέση να στηρίξει μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Ειδικά αν επαληθευθούν οι προβλέψεις του Bloomberg ότι ο δείκτης NPLs των Ελληνικών τραπεζών μπορεί να αγγίξει το 50%.

Η αλλαγή του τρόπου σκέψης ενός τραπεζικού συστήματος με δομική ανεπάρκεια πλέον δεν μπορεί να επιτευχθεί γρήγορα. Έννοιες, όπως κρατική συμμετοχή σε εταιρίες στρατηγικού ενδιαφέροντος όπως ο αερομεταφορέας, ή ακόμα σε τράπεζες – εφόσον αυτό κριθεί αναγκαίο - δεν θα πρέπει να μας φοβίζουν. Η επανεξοικείωση με όρους και πρακτικές που δοκιμάσθηκαν από τις ΗΠΑ αποτελεσματικά κατά την κρίση του 08 θα προσδώσει πολιτική ευελιξία επιλογών και δράσεων. Ο σχεδιασμός της επόμενης ημέρας στην βάση περιφερειακών ιδιαιτεροτήτων της χώρας και χρηματοδότηση μέσω περιφερειακών χρηματοδοτικών φορέων θα μπορούσε να αποτελέσει άλλη μία διέξοδο εκτός της πεπατημένης.

Πολλά μπορούν να ειπωθούν ακόμα περισσότερα θα γραφούν για την ανάγκη άμεσης επαναχάραξης της αναπτυξιακής πορείας της χώρας. Για να «διαφύγουμε» από την στενωπό της εύκολης και διαχρονικής πεπατημένης είναι ανάγκη κάθε πολιτική να θέσει ως πρώτη προτεραιότητα την ανάδειξη της κοινωνικής συνοχής ως την πρώτη αναπτυξιακή στόχευση. Τα επιδόματα και η παρεχόμενη στήριξη δίνουν την πρώτη βραχυπρόθεσμη διέξοδο. Αν δεν εκπαιδευτεί το εργατικό δυναμικό σε μία νέα λογική τότε κάθε πρόταση θα παραμείνει για άλλη μία φορά ως σκέψη επί χάρτου. Τα πάντα βέβαια εξαρτώνται από την διάθεση ή μη του πολιτικού συστήματος να «εργαλειοποιήσει» το ανενεργό εργατικό δυναμικό.

Διαβάστε επίσης