Λέηση στο Άνω Καστρίτσι: Το έθιμο που ακυρώθηκε φέτος λόγω κορονοϊού

 

Ένα έθιμο που, στη μακραίωνη πορεία του, δεν κατάφεραν να το σταματήσουν ούτε η Τουρκοκρατία, ούτε οι πόλεμοι, ούτε η Γερμανική κατοχή, ούτε ο εμφύλιος, το σταμάτησε προσωρινά φέτος ο αόρατος Κορωνοϊός.
Μπορεί φέτος ο κορωνοϊός να μην επέτρεψε να γίνει η «Λέηση», αλλά του χρόνου, να ‘μαστε όλοι καλά, στις 3 του Μάη, που η ΖΩΗ και η ΑΝΟΙΞΗ θα είναι οι ΜΕΓΑΛΟΙ ΝΙΚΗΤΕΣ, σύσσωμοι οι χωριανοί και οι επισκέπτες μας, μέσα από τις ανθισμένες κερασιές μας, θα συμμετέχουν στη «Λέηση» και θα βροντοφωνάξουν το «Κύριε ελέησον».
Μετά τη θεία λειτουργία, (που του χρόνου θα γίνει στον Αη Γιώργη, ψηλά στους πρόποδες του Παναχαϊκού), στην κεντρική πλατεία της Αγιασαράντης, ο Παπά-Παρασκευάς θα ανοίξει το χορό, παρέα με τους φουστανελάδες μας και το γλέντι θα κρατήσει μέχρι αργά το σούρουπο.


Μικρό Ιστορικό:
Τη Δευτέρα του Πάσχα, στο Άνω Καστρίτσι, αναβιώνει ένα έθιμο που έρχεται από τα βάθη των αιώνων.
Σύμφωνα με την παράδοση, οι κάτοικοι του Άνω Καστριτσίου, τελούν θρησκευτική δέηση, στην προσπάθεια τους να προφυλάξουν το χωριό από κάποια καταστροφή. Άλλοι λένε από λοιμό ή διάφορες επιδημίες και άλλοι από κατολισθήσεις.
Στη «Λέηση» αποδίδουν οι κάτοικοι και το ότι δεν υπήρξαν θύματα στον εμφύλιο μεταξύ των χωριανών, παρά το ότι το χωριό ήταν το κέντρο του εμφυλίου.
Οι κάτοικοι λοιπόν πραγματοποιούν θρησκευτική λιτανεία και δέηση, περιφέροντας τις άγιες εικόνες και τα λάβαρα, σε όλα τα υψώματα γύρω από το χωριό.
Έτσι κι εφέτος, θέλοντας να τηρήσουν την παράδοση, είχαν κάνει όλες οι απαιτούμενες προετοιμασίας.
Σήμερα το πρωί θα άρχιζε η δέηση ή «Λέηση» (στην τοπική διάλεκτο), από την κεντρική εκκλησία (Άγιοι Σαράντα).
Θα προηγούντο της πομπής η εικόνα της Ανάστασης και το Ευαγγέλιο και θα ακολουθούσαν σημαίες, εξαπτέρυγα και εικόνες, που θα κρατούσαν οι κάτοικοι του χωριού ντυμένοι με παραδοσιακές στολές.
Καθ' όλη τη διάρκεια της πομπής οι κάτοικοι θα φωνάζαν με στεντόρεια φωνή «Κύριε Ελέησον» (Εξ ου και η ονομασία «Λέηση).
Η πομπή θα σταματούσε σε κάθε ένα, από τα πολλά ξωκλήσια του χωριού, αλλά και σε προκαθορισμένα δέντρα. Εκεί οι ιερείς θα "σήκωναν το ύψωμα" και θα το τοποθετούσαν (αντίδωρο) σε συγκεκριμένα υπεραιωνόβια δέντρα, στα οποία με «αρίδα» (τρυπάνι) θα είχαν ανοιχτεί τρύπες και θα σφράγιζαν ταυτόχρονα την τρύπα του δέντρου με πέτρα (που σε λίγο χρονικό διάστημα την καλύπτει το ίδιο το δέντρο) και θα κατέληγαν (φέτος) στο ξωκλήσι της Παναγιάς, όπου θα τελείτο η Θεία Λειτουργία.
Στη συνέχεια, όλοι όσοι θα συμμετείχαν στην πομπή, μικροί και μεγάλοι, ντόπιοι και επισκέπτες, μετά από πεζοπορία πέντε ωρών περίπου, μέσα στο φανταστικό ανοιξιάτικο περιβάλλον με τις ανθισμένες κερασιές, θα κατέληγαν στην κεντρική πλατεία, όπου, ως συνήθως, θα τους περίμενε πλήθος κόσμου.
Εκεί ο παπάς θα έσερνε πρώτος το χορό παρέα με τους φουστανελάδες και θα ακολουθούσε γλέντι με ψητά αρνιά, κόκκινα αυγά, κουλούρια και κρασί.


 

Διαβάστε επίσης