Στην αύξηση του ύψους των δαπανών που θα πρέπει να πραγματοποιούν κάθε χρόνο οι μισθωτοί, οι συνταξιούχοι και οι κατ’ επάγγελμα αγρότες για αγορές αγαθών και παροχές υπηρεσιών, προκειμένου να κατοχυρώνουν το αφορολόγητο όριο εισοδήματος των 8.636 ευρώ, αποφάσισε να προχωρήσει από το 2020 το υπουργείο Οικονομικών .
Σύμφωνα με πληροφορίες, τα ποσοστά επί του ετήσιου εισοδήματος που θα πρέπει να καλύπτουν οι παραπάνω κατηγορίες φορολογουμένων με δαπάνες εξοφληθείσες είτε με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής είτε με μετρητά, προκειμένου να διασφαλίζουν το αφορολόγητο όριο εισοδήματος, θα αυξηθούν ως εξής:
Για τα πρώτα 10.000 ευρώ του ετήσιου εισοδήματος το ποσοστό που θα απαιτείται να καλύπτεται με ηλεκτρονικές πληρωμές δαπανών ή με πληρωμές δαπανών σε μετρητά θα αυξηθεί από 10% σε 15%. Δηλαδή, μισθωτός 55 ετών με ετήσιο εισόδημα 9.800 ευρώ θα πρέπει το 2020 να εξοφλήσει μέσω καρτών ή μέσω e-banking ή μέσω άλλων μεθόδων ηλεκτρονικής πληρωμής συνολικό ποσό δαπάνης για αγορές αγαθών και παροχές υπηρεσιών, ύψους 1.470 ευρώ (15% Χ 9.800 ευρώ) για να δικαιούται το αφορολόγητο. Με το ισχύον φέτος ποσοστό του 10% αρκεί να εξοφλήσει ποσό 980 ευρώ (10% Χ 9.800 ευρώ) μέσω καρτών ή άλλων μεθόδων ηλεκτρονικής πληρωμής για να κατοχυρώσει το αφορολόγητο.
-Για τα επόμενα 20.000 ευρώ του ετήσιου εισοδήματος, δηλαδή για το τμήμα από τα 10.000,01 ευρώ έως τα 30.000 ευρώ, το απαιτούμενο ποσοστό κάλυψης θα αυξηθεί στο 20%, από 15% που είναι σήμερα. Έτσι, ένας συνταξιούχος 65 ετών με ετήσιο εισόδημα 30.000 ευρώ θα πρέπει από το 2020 και μετά να εξοφλεί με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής ποσό ετήσιων δαπανών αγοράς αγαθών και παροχής υπηρεσιών συνολικού ύψους 5.500 ευρώ (το 15% των πρώτων 10.000 ευρώ του εισοδήματός του και το 20% των επόμενων 20.000 ευρώ του εισοδήματός του) για να κατοχυρώσει το αφορολόγητο. Με τα σημερινά ποσοστά κάλυψης του 10% και του 15% αρκεί να εξοφλήσει ποσό συνολικού ύψους 4.000 ευρώ (το 10% των πρώτων 10.000 ευρώ του εισοδήματός του και το 15% των επόμενων 20.000 ευρώ).
- Για το τμήμα του ετήσιου εισοδήματος άνω των 30.000 ευρώ, το απαιτούμενο ποσοστό κάλυψης θα αυξηθεί στο 25% από 20% που ανέρχεται σήμερα.
Ο πίνακας
Η εφημερίδα Ελεύθερος Τύπος παρουσιάζει αναλυτικό πίνακα με παραδείγματα που δείχνει το συνολικό ποσό και το συνολικό ποσοστό επί του ετήσιου εισοδήματος, το οποίο θα πρέπει να καλύψουν φέτος και του χρόνου με δαπάνες αγοράς αγαθών και παροχής υπηρεσιών (πληρωθείσες με ηλεκτρονικά μέσα ή με μετρητά, κατά περίπτωση) οι μισθωτοί, οι συνταξιούχοι κι οι κατ’ επάγγελμα αγρότες, για να εξασφαλίσουν το αφορολόγητο όριο εισοδήματος.
Προϋποθέσεις
Σύμφωνα με τα όσα προαναφέρθηκαν και με βάση τα παραδείγματα που παρατίθενται στον αναλυτικό πίνακα που παρουσιάζουμε, κάθε μισθωτός, συνταξιούχος και κατ’ επάγγελμα αγρότης, για να δικαιούται το αφορολόγητο όριο εισοδήματος, το οποίο ανέρχεται σήμερα σε 8.636 ευρώ και το οποίο θα παραμείνει στο επίπεδο αυτό και το 2020, θα πρέπει ουσιαστικά:
1) Κατά τη διάρκεια του 2019 να έχει εξοφλήσει, με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής ή με μετρητά, κατά περίπτωση, δαπάνες για αγορές αγαθών ή παροχή υπηρεσιών συνολικού ύψους κυμαινόμενου από 10% έως 18,75% επί του ετήσιου εισοδήματός του, πραγματικού ή τεκμαρτού. Το ακριβές ποσοστό διαμορφώνεται ανάλογα με το ύψος του -πραγματικού ή τεκμαρτού- εισοδήματος του έτους 2019 και προκύπτει με την κλιμακωτή εφαρμογή συντελεστών:
-10% επί των πρώτων 10.000 ευρώ του ετήσιου -πραγματικού ή τεκμαρτού- εισοδήματος.
-15% επί των επόμενων 20.000 ευρώ, δηλαδή για το τμήμα του εισοδήματος από 10.000,01 έως τα 30.000 ευρώ και
-20% επί του υπερβάλλοντος ποσού, πάνω από το επίπεδο των 30.000 ευρώ.
2) Κατά τη διάρκεια του 2020 να έχει εξοφλήσει, με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής, δαπάνες για αγορές αγαθών ή παροχή υπηρεσιών συνολικού ύψους κυμαινόμενου από 10% έως 23,08% επί του ετήσιου εισοδήματός του, πραγματικού ή τεκμαρτού. Το ακριβές ποσοστό θα διαμορφώνεται ανάλογα με το ύψος του -πραγματικού ή τεκμαρτού- εισοδήματος του έτους 2020 και θα προκύπτει με την κλιμακωτή εφαρμογή συντελεστών:
-15% επί των πρώτων 10.000 ευρώ του ετήσιου -πραγματικού ή τεκμαρτού- εισοδήματος.
-20% επί των επόμενων 20.000 ευρώ, δηλαδή για το τμήμα από 10.000,01 έως 30.000 ευρώ και
-25% επί του υπερβάλλοντος ποσού, πάνω από το επίπεδο 30.000 ευρώ.
Οι ηλεκτρονικοί τρόποι
Σύμφωνα, εξάλλου, με τα όσα προβλέπει η ισχύουσα νομοθεσία, για την εφαρμογή των διατάξεων που αφορούν στην κατοχύρωση του αφορολογήτου, ως «ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής» αναγνωρίζονται ενδεικτικά:
- χρεωστικές ή πιστωτικές κάρτες,
- προπληρωμένες κάρτες,
-λογαριασμοί πληρωμών παρόχων του ν. 4537/2018 (μεταφορά πίστωσης, εντολές άμεσης χρέωσης, πάγιες εντολές, τραπεζικές ή ταχυδρομικές επιταγές),
-ηλεκτρονική τραπεζική (e- banking),
- ηλεκτρονικό πορτοφόλι (e-wallet).
Παγίδα τεκμηρίων
Σε κάθε περίπτωση κατά την οποία το τεκμαρτό εισόδημα, δηλαδή αυτό που προκύπτει από την εφαρμογή των τεκμηρίων διαβίωσης και απόκτησης περιουσιακών στοιχείων, είναι μεγαλύτερο του δηλωθέντος και η επιπλέον διαφορά δεν καλύπτεται από τον φορολογούμενο με ποσά δηλωθέντα στον πίνακα 6 της φορολογικής δήλωσης, το ύψος της ετήσιας δαπάνης για αγορές αγαθών και λήψη υπηρεσιών που πρέπει να έχει εξοφληθεί με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής ή με μετρητά, για να κατοχυρωθεί το αφορολόγητο προσδιορίζεται ως ποσοστό επί του (υψηλότερου) τεκμαρτού κι όχι επί του (χαμηλότερου) δηλωθέντος εισοδήματος.
Π.χ. εάν το συνολικό πραγματικό εισόδημα ενός φορολογουμένου είναι 10.000 ευρώ και το τεκμαρτό είναι 15.000 ευρώ, τότε το συνολικό ποσό των δαπανών που πρέπει να έχει εξοφλήσει το 2019 είτε με ηλεκτρονικά μέσα είτε με μετρητά δεν ανέρχεται σε 1.000 ευρώ (10% Χ 10.000 ευρώ), αλλά σε 1.750 ευρώ {(10% Χ 10.000 ευρώ) + (15% Χ 5.000 ευρώ)}.
Το «ακάλυπτο» ποσό
Εάν ο φορολογούμενος δεν έχει πραγματοποιήσει το απαιτούμενο συνολικό ποσό δαπανών, το «ακάλυπτο» ποσό θα φορολογείται με 22%.
Π.χ. σε περίπτωση που το ετήσιο ατομικό -δηλωθέν ή τεκμαρτό- φορολογητέο εισόδημα ανέρχεται σε 10.000 ευρώ, το απαιτούμενο ποσό δαπανών έτους 2019 για την κατοχύρωση του αφορολογήτου ανέρχεται σε 1.000 ευρώ (10% των 10.000 ευρώ).
Αν ο φορολογούμενος που έχει αυτό το εισόδημα πραγματοποίησε συνολικό ποσό δαπανών 700 ευρώ, τότε θα χρεωθεί με επιπλέον φόρο 22% επί της «ακάλυπτης» διαφοράς των 300 ευρώ, δηλαδή θα κληθεί να καταβάλει επιπλέον φόρο 66 ευρώ (300 ευρώ Χ 22%).
Με πληροφορίες από την εφημερίδα "Ελεύθερος Τύπος"