Αυξημένος κίνδυνος εμπλοκής σε τροχαίο ατύχημα υπάρχει για μια έγκυο γυναίκα η οποία οδηγεί, ιδίως κατά τη διάρκεια του δεύτερου τριμήνου της εγκυμοσύνης της, σύμφωνα με μια νέα καναδική επιστημονική έρευνα.
Με βάση τη στατιστική, περίπου μία στις 50 εγκύους εμπλέκεται σε τροχαίο κάποια στιγμή.
Η μελέτη αποδίδει τον αυξημένο κίνδυνο στα κοινά συμπτώματα της εγκυμοσύνης, όπως αίσθημα κόπωσης, ναυτία, αϋπνία, πόνοι στη μέση και απόσπαση της προσοχής, με συνέπεια την αυξημένη πιθανότητα ανθρώπινου λάθους κατά την οδήγηση.
Πάντως για τις γυναίκες ως πεζούς ή επιβάτες σε αυτοκίνητο, δεν παρουσιάζεται αυξημένος κίνδυνος.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον δρα Ντόναλντ Ρεντελμάγιερ του Τμήματος Ιατρικής του Πανεπιστημίου του Τορόντο, ανέλυσαν στοιχεία για περίπου 507.000 γυναίκες πριν και κατά την εγκυμοσύνη τους.
Κατά την τριετία πριν μείνουν έγκυοι, οι γυναίκες είχαν 6.922 τροχαία (κατά μέσο όρο 177 το μήνα), ενώ όσες οδηγούσαν στο δεύτερο τρίμηνο της εγκυμοσύνης, είχαν 757 τροχαία (252 το μήνα). Ο κίνδυνος για τροχαίο στο μεσαίο τρίμηνο της εγκυμοσύνης είναι αυξημένος κατά 42%, με πολλά από αυτά τα τροχαία με εγκύους να προκαλούν τραυματισμούς ή και θανάτους.
«Οι έγκυοι ανησυχούν συχνά για τις αεροπορικές πτήσεις, τις καταδύσεις, τα καυτά μπάνια και άλλα τέτοια θέματα, όμως παραγνωρίζουν τον σοβαρότερο κίνδυνο ενός τροχαίου» δήλωσε ο Ρεντελμάγιερ.
Όπως υποστήριξε ο Καναδός γιατρός, το «μήνυμα» της μελέτης δεν είναι να μην οδηγεί καθόλου μια έγκυος, αλλά να οδηγεί με μεγαλύτερη προσοχή, έχοντας επίγνωση των πιθανώς μειωμένων ικανοτήτων της, λόγω της εγκυμοσύνης. Οι ερευνητές διευκρίνισαν ότι, αν και είναι συγκριτικά αυξημένος ο κίνδυνος τροχαίου κατά την εγκυμοσύνη μιας γυναίκας, σε απόλυτους αριθμούς παραμένει χαμηλότερος από τον κίνδυνο τροχαίου για έναν συνομήλικο άνδρα.