Η παροχολογία αναστατώνει τις αγορές -Τι ζητούν από τον Τσακαλώτο

BΛΕΠΟΥΝ ΕΚΛΟΓΕΣ ΩΣ ΤΟ ΜΑΪΟ

Πήγε στο Βερολίνο, είδε και απήλθε ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, χωρίς φυσικά να τρέφει ψευδαισθήσεις ότι ο Γερμανός ομόλογος του θα ανοίξει τα χαρτιά του για τις συντάξεις, πριν καν πάρει στα χέρια του τις πρώτες «ώριμες» εκτιμήσεις των Θεσμών.

Κι αν το άνοιγμα σε πολιτικό επίπεδο μπορεί να θεωρηθεί πιο βατό, το μασάζ που πρέπει να κάνει ο Έλληνας υπουργός στους εκπροσώπους των funds είναι πολύ πιο απαιτητικό.

Ένα από τα πολλά ερωτήματα που κλήθηκε να απαντήσει ο Ε. Τσακαλώτος στις προηγούμενες επαφές του και που αντιμετωπίζει πολύ πιο έντονα στο Λονδίνο, είναι το κατά πόσο η κυβέρνηση «θα τηρήσει τις δεσμεύσεις της μέχρι κεραίας». Το ερώτημα γίνεται πιο πιεστικό λόγω της παροχολογίας των τελευταίων εβδομάδων και της αίσθησης ότι οι κάλπες θα στηθούν πολύ πιο γρήγορα από τις συνταγματικές προθεσμίες. Οι πληροφορίες λένε, μάλιστα, ότι από τις ως τώρα συζητήσεις που έχουν κάνει εκπρόσωποι επενδυτικών τραπεζών και funds με την ελληνική πλευρά, έχουν σχηματίσει την εντύπωση- αν όχι τη βεβαιότητα- ότι οι εκλογές θα γίνουν το αργότερο το Μάιο, σενάριο που δεν χαρακτηρίζεται, μάλιστα, ως πρόωρη προσφυγή στις κάλπες (snap elections).

Επί της ουσίας, ο Έλληνας υπουργός και οι Έλληνες τεχνοκράτες, έχουν και θα έχουν απέναντι τους δύο κατηγορίες επενδυτών: από τη μια είναι εκείνοι που μπορούν να αγοράσουν και το κάνουν ήδη (κυρίως επιθετικά funds) κι από την άλλη είναι εκείνοι που περιμένουν την επόμενη αναβάθμιση, για να τοποθετηθούν. Η Αθήνα στρέφεται κυρίως σε αυτήν τη δεύτερη κατηγορία, τους αποκαλούμενους μακροπρόθεσμους επενδυτές, οι οποίοι είναι και οι πιο δύσπιστοι.

Αν και το κλίμα στις έως τώρα επαφές με τους ανθρώπους της αγοράς δεν χαρακτηρίζεται ως αρνητικό, οι πληροφορίες αναφέρουν ότι το θέμα του πολιτικού ρίσκου τους απασχολεί έντονα, παρά την ωμή πραγματικότητα ότι μπορεί η Ελλάδα να βγήκε από τα Μνημόνια, αλλά εξακολουθεί να δεσμεύεται από τους ασφυκτικούς όρους της δανειακής σύμβασης με τον Ευρωμηχανισμό.

Όσον αφορά στο... ψητό, δηλαδή την επόμενη έκδοση ομολόγου, η διαμορφωμένη κατάσταση- με τα 10ετή “καρφωμένα” στο 4%- καθιστά απαγορευτική μια κίνηση μέσα στους λίγους μήνες που απομένουν ως το τέλος του χρόνου, εκτός αν ξαφνικά ανοίξει παράθυρο ευκαιρίας, με κατακόρυφη άνοδο των αποδόσεων των ελληνικών τίτλων, χωρίς κινδύνους αναταράξεων, όπως συνέβη το καλοκαίρι. Αν και η εντυπωσιακή έξοδος της Κύπρου, με τα ιδιαιτέρως χαμηλά επιτόκια, προκάλεσε κατήφεια στην Αθήνα, οι επόμενες κινήσεις θα είναι μελετημένες και μετρημένες.

Όπως σημειώνουν πηγές με άμεση γνώση της αγοράς ομολόγων, μια από τις βασικές αιτίες που οι ελληνικοί τίτλοι βολοδέρνουν σε αυτά τα υψηλά επίπεδα, είναι η «ρηχή» αγορά, κοινώς η έλλειψη ρευστότητας και η αδυναμία των ελληνικών τραπεζών- λόγω ενός αδιανόητου πλέον πλαφόν- να συμμετάσχουν στις αγορές τίτλων του Ελληνικού Δημοσίου. Είναι ενδεικτικό ότι ο ημερήσιος τζίρος κινείται στα επίπεδα των 40- 50 εκατ. Ευρώ, όταν πριν από μερικά χρόνια έφτανε στο 1 δισ!

Η ουσία είναι ότι για να μπορέσει η Ελλάδα να περάσει το μήνυμα της κανονικότητας, θα πρέπει να καλύπτει τις ετήσιες δανειακές της ανάγκες με εκδόσεις ομολόγων, χρησιμοποιώντας τα πλεονάσματα και το «μαξιλάρι» για τις πληρωμές τόκων και την εξαγορά ακριβού Χρέους, αντιστοίχως. Αυτό σημαίνει πρακτικά, ότι η Ελλάδα θα πρέπει να χτυπήσει την πόρτα των αγορών, για να καλύψει τα περίπου 8 δισ ευρώ, που είναι οι «καθαρές» ανάγκες του 2019, με τις πληροφορίες να κάνουν λόγο για έναν εμπροσθοβαρή σχεδιασμό, δηλαδή εκδόσεων στους πρώτους μήνες του νέου έτους, αν όλα πάνε καλά.