Την πιο διαδεδομένη μορφή ηλεκτρονικών πληρωμών στην Ευρώπη αποτελεί ιστορικά η τεχνολογία ανέπαφων συναλλαγών, καθώς σχεδόν οι μισές πληρωμές με χρήση κάρτας, γίνονται πλέον ανέπαφα.
Η νέα έρευνα της Mastercard αποδεικνύει την αύξηση της χρήσης ανέπαφων συναλλαγών στην Ευρώπη, καταγράφοντας άνοδο 97%, για το τρέχον έτος, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Συγκεκριμένα, σε περισσότερες από 15 κύριες, ευρωπαϊκές αγορές, συμπεριλαμβανομένων αυτών της Δανίας, Κροατίας, Ελλάδας, Ουγγαρίας, Ολλανδίας, Πολωνίας και Ρωσίας, το 50% των συναλλαγών στα καταστήματα γίνεται ανέπαφα. Οι συνεχείς τεχνολογικές εξελίξεις στις πληρωμές και στην ανάλυση δεδομένων στην Ευρώπη επιτρέπουν στις χώρες να βελτιώνουν διαρκώς τις τεχνολογικές τους υποδομές. Ως αποτέλεσμα, κάθε χώρα είναι σε θέση να λειτουργεί με πιο ολοκληρωμένο και αποτελεσματικό τρόπο.
Τα πρόσφατα στοιχεία δείχνουν αλλαγές στην συμπεριφορά των καταναλωτών υπέρ των ανέπαφων συναλλαγών. Για παράδειγμα στην Πολωνία οι ανέπαφες συναλλαγές ξεπερνούν το 80% σε ετήσια βάση. Παράλληλα, σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες παρατηρούνται αυξητικές τάσεις προς τη χρήση ανέπαφης τεχνολογίας από τους καταναλωτές.
Τα αποτελέσματα αυτά αποδεικνύουν ότι η Ευρώπη πρωτοστατεί στην καινοτομία των ανέπαφων συναλλαγών, καθώς οι καταναλωτές αναζητούν ταχύτερες, πιο εύχρηστες και φερέγγυες μεθόδους πληρωμής.
Και στην Ελλάδα, η χρήση των ανέπαφων καρτών, από τους καταναλωτές συνεχίζει να εμφανίζει ανοδική πορεία. Συγκεκριμένα για το χρονικό διάστημα από τον Ιανουάριο του 2017 έως και τον Αύγουστο του 2018, η χώρα παρουσιάζει ποσοστιαία αύξηση της τάξεως του 206% στη χρήση ανέπαφων συναλλαγών.
Η Άσπα Παλημέρη, Country Manager της Mastercard για Ελλάδα, Κύπρο & Μάλτα δήλωσε σχετικά: «Η Ελλάδα πρωτοστατεί στην εξέλιξη και την ανοδική πορεία των ανέπαφων πληρωμών στην Ευρώπη και μας εμπνέει για να επενδύουμε συνεχώς στην καινοτομία. Στόχος μας είναι η διαρκής βελτίωση των τεχνολογικών υποδομών που θα συνεισφέρουν στην γενικότερη ανάπτυξη της αγοράς αλλά και διευκόλυνση της καθημερινότητας για τους Έλληνες καταναλωτές».