Διαφορές ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ

του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου

Σε πρώτη ανάγνωση, ο καθηγητής κ. Νίκος Μαραντζίδης έχει δίκιο. Συγκεκριμένα, στην Καθημερινή της Κυριακής 6 Μαΐου, μεταξύ άλλων, γράφει:

«Δ​​ύο φορές, και όχι μία, κατά την Μεταπολίτευση η χώρα είχε την εμπειρία διακυβέρνησης από κόμματα που ξεκίνησαν ιδεολογικά από την ριζοσπαστική αριστερά. Το ΠΑΣΟΚ, όπως και ο ΣΥΡΙΖΑ, είχε δεσμούς με ακροαριστερές οργανώσεις και καθεστώτα της Λατινικής Αμερικής, της κομμουνιστικής Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής, που σόκαραν την φιλελεύθερη Δύση. Στην αρχική του φάση, μάλιστα, το ΠΑΣΟΚ ανέπτυξε αδυσώπητη αντιδυτική ρητορική και κατηγορούσε τους Ευρωπαίους σοσιαλιστές ως καπιταλιστικό παρακλάδι. Οι προεκλογικές εξαγγελίες τού ΠΑΣΟΚ το 1977-1981 περιελάμβαναν έξοδο από την ΕΟΚ και απομάκρυνση των νατοϊκών βάσεων. Επρόκειτο για ένα ριζοσπαστισμό, που εντονότερό του η χώρα είχε να δει από την δεκαετία τού ’40 ...

»Από οργανωτικής πλευράς, το ΠΑΣΟΚ ήταν βουνό μπροστά στον ΣΥΡΙΖΑ. Το 1981 οι σοσιαλιστές είχαν περίπου 100.000 μέλη και το 1985 ξεπερνούσαν τις 220.000. Το ΠΑΣΟΚ μπορούσε να κάνει κινητοποίηση σε κάθε χωριό της Ελλάδας. Ο ΣΥΡΙΖΑ, αντιθέτως, το 2014 είχε μετά βίας 30-35.000 μέλη και μετά την διάσπαση τού 2015 πολύ λιγότερα. Το ΠΑΣΟΚ μπορούσε να στελεχώσει και τον τελευταίο φάρο και τελωνείο, ο ΣΥΡΙΖΑ αμφιβάλλω αν καλύπτει τον στενό πυρήνα του κράτους. Από το 1981 έως το 1986, το ΠΑΣΟΚ εποίκισε το κράτος. Ο δημόσιος τομέας αυξήθηκε κατά περίπου 200.000 άτομα (κατ’ άλλους παραπάνω). Ο “πρασινοφρουρός” με την κάρτα μέλους του ΠΑΣΟΚ ήταν η απτή εικόνα της στρατηγικής μετατροπής του Δημοσίου σε ιμάντα του κόμματος. Χάρη στην οργανωτική του δύναμη, το ΠΑΣΟΚ των ετών 1980-1985 επηρέαζε πολλές ομάδες συμφερόντων –αντιθέτως, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι αδύναμος και εδώ. Είχε την πλειοψηφία στις δύο μαζικότερες συνδικαλιστικές οργανώσεις (ΓΣΕΕ- ΑΔΕΔΥ), έλεγχε εργατικά κέντρα, επιστημονικούς και φοιτητικούς συλλόγους, επηρεάζοντας και κινητοποιώντας άμεσα ή έμμεσα εκατομμύρια ανθρώπους. Έχτισε κορπορατιστικές ρυθμίσεις δημιουργώντας ένα πανίσχυρο πλέγμα, κόμμα-κράτος-ομάδες συμφερόντων, σε μία χώρα όπου μεγάλα τμήματα της οικονομίας εξαρτιόνταν από το κράτος.

»Ως προς την φύση της ηγεσίας του, το ΠΑΣΟΚ αυτών των ετών ήταν αρχηγικό κόμμα, δεν είχε καμμία σχέση με την κουλτούρα εσωτερικής δημοκρατίας της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας ή του ευρωκομμουνισμού. Ήταν “βοναπαρτικό” κόμμα. Η θέληση του Παπανδρέου επιβαλλόταν στους κομματικούς θεσμούς μέχρι γελοιοποίησής τους πολλές φορές. Η θέσπιση της εκλογής των βουλευτών με λίστα το 1985 ήταν η αποθέωση της στρατηγικής του ηγέτη για έλεγχο των θεσμών. Κόμμα, κυβέρνηση, Κοινοβούλιο μπορούσαν να ελέγχονται ταυτόχρονα από ένα άτομο και το στενό του περιβάλλον …

»Την δεκαετία τού ’80, η Ελλάδα ήταν η μόνη χώρα στην δυτική Ευρώπη με κρατικό μονοπώλιο ραδιοτηλεοπτικής ενημέρωσης. Για το 1,5 εκατομμύριο αναλφάβητων ανθρώπων το 1983, η μόνη πηγή ενημέρωσης ήταν η κρατική/κομματική προπαγάνδα της ΕΡΤ. Επιπλέον, το ΠΑΣΟΚ είχε σημαντική επιρροή στον Τύπο. Το 1985 η Αυριανή πουλούσε ημερησίως 200-250.000 φύλλα. Η σύγκριση εδώ είναι περιττή.

»Συμπερασματικά, το ριζοσπαστικό αντι-ιμπεριαλιστικό ΠΑΣΟΚ εξελίχθηκε σταδιακά σε κυβερνητικό εθνικολαϊκιστικό κόμμα και στην συνέχεια σε σοσιαλδημοκρατικό, όχι από επιθυμία αλλά από ανάγκη επιβίωσης και προσαρμογής στους ευρωπαϊκούς θεσμούς και στο σύγχρονο περιβάλλον. Το ΠΑΣΟΚ από αντιευρωπαϊκό κόμμα έγινε πρωταθλητής του ευρωπαϊσμού και υποστηρικτής της φιλελεύθερης δημοκρατίας (α λα ελληνικά). Το ίδιο θα συμβεί και με τον ΣΥΡΙΖΑ στο μέλλον, αργά ή γρήγορα. Οι Ευρωπαίοι σοσιαλιστές που καλούν συνεχώς τον Τσίπρα στις συναντήσεις τους έχουν αντιληφθεί την δυναμική. Θα την αντιληφθούν και οι Έλληνες σύντροφοί τους, γιατί η ζωή αλλάζει δίχως να κοιτάζει τη δική σου μελαγχολία.

»Ας αφήσουμε όμως την Ιστορία. Η πραγματική και όχι υποκριτική υπεράσπιση της φιλελεύθερης δημοκρατίας γίνεται στα πεδία του κράτους δικαίου, της ανοιχτής κοινωνίας, της καταπολέμησης των ανισοτήτων και των ατομικών δικαιωμάτων, όχι του νατιβισμού, της ξενοφοβίας, της ομοφοβίας και του εθνικισμού».

Στα παραπάνω γραπτά του καθηγητή κ. Ν. Μαραντζίδη θα προσθέταμε ότι το ΠΑΣΟΚ της περιόδου 1975-1981 ήταν επίσης φιλοσοβιετικό, αντισημιτικό, ψευτοειρηνιστικό και το περισσότερο φιλικό προς την τρομοκρατία κόμμα σε χώρα της Ατλαντικής Συμμαχίας.

Ωστόσο, στο εσωτερικό του υπήρχαν ισχυροί σοσιαλδημοκρατικοί θύλακες, κυρίως περί τον Κώστα Σημίτη, οι οποίοι, πολύ πριν το ΠΑΣΟΚ αναρριχηθεί στην εξουσία, είχαν καλές επαφές με Ευρωπαίους σοσιαλιστές και σοσιαλδημοκράτες. Υπενθυμίζω ότι ο Κ. Βάρφης, Γ. Παπαντωνίου, Τ. Πανταζή, Π. Νικολάου, Παρ. Αυγερινός, Γ. Ρωμαίος, Δημ. Τσάτσος κ.α., έπαιξαν ως ευρωβουλευτές σημαντικό ρόλο στην δημιουργία καλών σχέσεων του ΠΑΣΟΚ με την Σοσιαλιστική Διεθνή, αλλά και με παντοδύναμα τις δεκαετίες 1980 και 1990 ευρωπαϊκά σοσιαλιστικά κόμματα.

Όμως, την τελική απόφαση του ΠΑΣΟΚ να προσχωρήσει στην σοσιαλδημοκρατία υπαγόρευσε η κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων στην Ανατολική και Κεντρική Ευρώπη και, βεβαίως, η διάλυση της σοβιετικής αυτοκρατορίας. Παράλληλα, η αμερικανική επίδειξη δυνάμεως στον πόλεμο του Κόλπου ανέδειξε μία νέα γεωπολιτική πραγματικότητα, που ακύρωνε τις γνωστές τριτοκοσμικές μπαρουφολογίες περί «πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής». Ας μην ξεχνάμε, επίσης, ότι η άνοδος του Γέλτσιν στην εξουσία στην Ρωσία έφερνε νέα δεδομένα στις ρωσο-δυτικές σχέσεις, με αποτέλεσμα να φαντάζει γελοία η πασοκική ρητορική των δεκαετιών 1970 και 1980.

Συνεπώς, το 1993, όταν το ΠΑΣΟΚ επανέκαμπτε στην εξουσία, ο σοσιαλδημοκρατικός του προσανατολισμός ήταν μονόδρομος. Το γεγονός δε αυτό επιβεβαιώθηκε με την επικράτηση του Κώστα Σημίτη στο «Κίνημα», το οποίο άρχισε να αλιεύει κοινό και από τον φιλελεύθερο χώρο. Ακόμα, το ΠΑΣΟΚ του Κ. Σημίτη διέθετε και πολύ καλού επιπέδου στελεχιακό δυναμικό, με διεθνή εμπειρία και μόρφωση, το οποίο έχαιρε μεγάλης εκτίμησης στους ευρωπαϊκούς σοσιαλδημοκρατικούς κύκλους. Ήταν έτσι σχετικά εύκολη η επικοινωνία μεταξύ ευρωσοσιαλιστών και σοσιαλδημοκρατών του «Κινήματος».

Η σημερινή κατάσταση είναι φυσικά διαφορετική, στο επίπεδο του Σύριζα. Κατά πρώτον, είναι ζήτημα αν το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα έχει στους κόλπους του παραπάνω από δύο ή τρεις σοσιαλδημοκράτες. Δεύτερον, σε ευρωπαϊκό επίπεδο οι σχέσεις του με τους ευρωσοσιαλιστές είναι αχνές και διέπονται από καχυποψία. Η κυβερνητική σύμπραξη του Σύριζα με τον Πάνο Καμμένο δεν αφήνει αδιάφορους αρκετούς Ευρωπαίους σοσιαλδημοκράτες. Το ίδιο ισχύει και για την αντίληψη του Σύριζα περί των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Λατινική Αμερική. Η «μαδουρολαγνεία» κάποιους ενοχλεί.

Πέρα, όμως, από τα όσα προηγούνται ο Σύριζα έχει και ένα άλλο σοβαρό πρόβλημα έναντι της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας. Δεν διαθέτει καμμιάν απολύτως μεταρρυθμιστική παράδοση. Είναι ένα απλό συνονθύλευμα ανθρώπων διψασμένων για εξουσία, που οι συνθήκες τούς ευνόησαν να αναρριχηθούν σε αυτήν. Αυτός είναι και ο λόγος που, στο επίπεδο των διαρθρωτικών και θεσμικών μεταρρυθμίσεων, η σημερινή κυβέρνηση δεν κάνει απολύτως καμμία προσπάθεια. Αν εξαιρέσει κανείς τις πρωτοβουλίες της για υπερφορολόγηση και συντριβή της μεσαίας τάξεως, στους υπόλοιπους τομείς οι μεταρρυθμίσεις είναι ανύπαρκτες. Έτσι, στην Ελλάδα της κρίσης, αντί το παραδοσιακό πελατειακό κράτος να βελτιώνεται και να εκσυγχρονίζεται, αντιθέτως, γίνεται πιο αρπακτικό και περισσότερο εχθρικό προς την παραγωγή πλούτου.

Υπό αυτή την έννοια, η απόσταση του Σύριζα από την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία είναι τεράστια και κάποιοι Ευρωπαίοι που νομίζουν το αντίθετο απλώς βαυκαλίζονται.

Με βάση αυτά που προηγούνται, αντί να προτείνεται το πλησίασμα του Σύριζα με την ευρωπαϊκή κεντροαριστερά, πολύ φρονιμότερη θα ήταν η δημιουργία μίας φερέγγυας ευρωπαϊκής κεντροαριστεράς στην χώρα μας, με όσους από τον Σύριζα θα ήθελαν να διαχωρίσουν τον εαυτό τους από τον τσιπραϊκό καιροσκοπισμό-λαϊκισμό και το ψευδεπίγραφο περιεχόμενό του.

 

Διαβάστε επίσης