Ελάφρυνση του ελληνικού χρέους ζητούν τα γερμανικά συνδικάτα

«Από το 2010 ο Σόιμπλε "φαντασιωνόταν" συνεχώς έξοδο της Ελλάδας»

«Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Ολαφ Σολτς θα πρέπει τώρα να πάρει θέσει και να παράσχει στην Ελλάδα και ελαφρύνσεις του χρέους και τερματισμό της λιτότητας» τονίζει ο Σύνδεσμος των Γερμανικών Συνδικάτων, υπογραμμίζοντας ότι «σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να εισαχθούν νέοι μηχανισμοί, οι οποίοι να υποχρεώνουν την Ελλάδα, ακόμη και μετά την εκπνοή του δανειακού προγράμματος, σε μία γραμμή λιτότητας και περικοπών».

Σε ανακοίνωση που δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα του Συνδέσμου Γερμανικών Συνδικάτων (Deutscher Gewerkschaftsbund) με τίτλο «Ελλάδα: να εκμεταλλευτούμε την ευκαιρία για αλλαγή γραμμής πλεύσης!», τονίζεται ότι «σε τελική ανάλυση ήταν ουσιαστικά η γραμμή των περικοπών που υπαγορεύθηκε από τη Γερμανία αυτή που οδήγησε σε μείωση του ελληνικού ΑΕΠ κι αύξηση του ποσοστού του χρέους. Το ποσοστό του χρέους αυξήθηκε από περίπου 146% του ΑΕΠ στα τέλη του 2010 σε περίπου 180% το τρέχον έτος».

Στην ανακοίνωση τονίζεται σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων:

«Το ότι ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε δεν είναι πια ομοσπονδιακός υπουργός Οικονομικών, είναι κάτι που ενδεχομένως προκάλεσε σε πολλές χώρες της Ευρώπης μία κρυφή χαρά. Ειδικά οι Έλληνες πολίτες έπρεπε τα τελευταία χρόνια να περάσουν πολλά, λόγω της γραμμής των περικοπών που προωθήθηκε από το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών.

Από το 2010 ο Σόιμπλε "φαντασιωνόταν" συνεχώς έξοδο της Ελλάδας. Η Καγκελάριος Mέρκελ ζητούσε να αφαιρεθεί από τις χώρες με μεγάλα ελλείμματα το δικαίωμα ψήφου στο συμβούλιο. Τα προγράμματα προσαρμογής της λεγόμενης τρόικα επέβαλαν αντικοινωνικές και αντιπαραγωγικές μεταρρυθμίσεις στο κοινωνικό κράτος, στις συντάξεις και στο εργασιακό δίκαιο και στήριξαν τη διάλυση των συλλογικών συμβάσεων.

Ο διάδοχος του Σόιμπλε, νέος ομοσπονδιακός υπουργός Οικονομικών Ολαφ Σολτς, άφησε να διαφανεί ότι στα θέματα της ευρωπαϊκής πολιτικής σκοπεύει να κάνει κάποια πράγματα διαφορετικά. Αυτό θα πρέπει να ισχύσει και στο θέμα της αντιμετώπισης της Ελλάδας.

Τώρα δίνεται η δυνατότητα να γίνουν πράξη οι αξιώσεις για μία αλληλέγγυα Ευρώπη, καθώς, έως το τέλος του μήνα, οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης θέλουν να συμφωνήσουν επί ενός οδικού χάρτη για την ολοκλήρωση του τρέχοντος προγράμματος δανειακής βοήθειας για την Ελλάδα, το οποίο εκπνέει το ερχόμενο καλοκαίρι.

Η γαλλική κυβέρνηση κι ο ευρωπαϊκός μηχανισμός σταθερότητας ESM έχουν παρουσιάσει διαφορετικά πρότυπα σχετικά με το ποια μορφή θα μπορούσε να έχει μία ελάφρυνση χρέους. Υπό συζήτηση βρίσκονται το ενδεχόμενο επιμήκυνσης των χρόνων αποπληρωμής των δανείων που έχουν ήδη παρασχεθεί, επέκταση της αποπληρωμής των επιτοκίων καθώς και σύνδεση της εξόφλησης του χρέους με την οικονομική επίδοση.

Τυχόν ελαφρύνσεις του χρέους θα βελτίωναν την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας και να βοηθούσαν την πρόσβασή της στις αγορές. Έτσι η χώρα θα μπορούσε επιτέλους από το ερχόμενο καλοκαίρι να απεξαρτηθεί από τη δανειακή βοήθεια. Επιπλέον, η ελάφρυνση του χρέους είναι αναγκαία και προκειμένου να παρεμποδιστεί το ενδεχόμενο το βάρος του χρέους να καταπνίξει την οικονομική ανάπτυξη στη χώρα. Κυρίως όμως η νέα ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα μπορούσε να στείλει ένα ξεκάθαρο, φιλοευρωπαϊκό, πολιτικό μήνυμα.

Κεντρική σημασία έχει επίσης και το εξής: Σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να εισαχθούν νέοι μηχανισμοί, οι οποίοι να υποχρεώνουν την Ελλάδα, ακόμη και μετά την εκπνοή του δανειακού προγράμματος, σε μία γραμμή λιτότητας και περικοπών. Η αξίωση ορισμένων κρατών- μελών της ευρωζώνης να συνδεθούν οι ελαφρύνσεις του χρέους με συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις, θα πρέπει να απορριφθεί. Στην πολιτική περικοπών των τελευταίων ετών θα πρέπει επιτέλους να μπει ένα τέλος. Χρειάζονται περισσότερες επενδύσεις προκειμένου να τονωθεί η ζήτηση. Οι περικοπές των μισθών και συντάξεων καθώς και η διάλυση των συλλογικών συμβάσεων θα πρέπει να ανακληθούν. Ισπανία και Πορτογαλία έδειξαν ότι είναι δυνατή μία βιώσιμη, οικονομική ανάπτυξη μέσω της απομάκρυνσης από την πολιτική λιτότητας. Αυτή την ευκαιρία πρέπει να λάβει τώρα και η Ελλάδα" καταλήγει η ανακοίνωση των Γερμανικών συνδικάτων.

Διαβάστε επίσης