Όταν επέστρεψε στα πάτρια εδάφη το 2012, η Χρυσάνθη Καπέλη «κινήθηκε» με δικά της κεφάλαια, ενημερώθηκε μόνη της από το διαδίκτυο και παρακολούθησε άλλες φάρμες, ακολουθώντας τα παραδείγματα και τη δράση τους.
Στη συνέχεια, αγόρασε από κοινού με την οικογένειά της την απαιτούμενη έκταση και τα ζώα, ενημερώθηκε για όλα όσα αφορούν την εκτροφή τους και σε λιγότερο από έναν χρόνο κατάφερε να βγάλει στην αγορά το βιολογικό κρέας που παράγει.
Οι σταβλικές εγκαταστάσεις της φάρμας βρίσκονται σε χώρο 40 στρεμμάτων, με συνολική έκταση 1.200 στρέμματα για βοσκή των ζώων. Όπως αναφέρει, η θέση της φάρμας επιτρέπει την εκτροφή βοοειδών σε ένα άριστο περιβάλλον. Τα ζώα μεγαλώνουν σε ελεύθερο ελεγχόμενο χώρο κάτω από ιδανικές συνθήκες, ενώ τρέφονται με ζωοτροφές δικής της παραγωγής, από καλλιέργειες που βρίσκονται εντός φάρμας.
«Όταν τελείωσα τις σπουδές μου, επέστρεψα στο Αγρίνιο χωρίς να είμαι απόλυτα σίγουρη για το ποιο θα είναι το επαγγελματικό μου μέλλον. Αρχικά εργάστηκα σε λογιστικό γραφείο για περίπου έναν χρόνο και ύστερα βρέθηκα στην Κρήτη κατά την διάρκεια 5μηνης απασχόλησης στην πρώην ΠΑΣΕΓΕΣ. Εκεί, η επαφή με τους παραγωγούς και οι διάφορες επισκέψεις σε φάρμες της περιοχής ήταν οι κυριότεροι παράγοντες που με έκαναν να σκεφτώ την κτηνοτροφία», μας λέει η κα. Καπέλη.
Όπως επισημαίνει, πλέον η κτηνοτροφία δεν είναι όπως ήταν παλιά, έχει εξελιχθεί και μπορεί, αν ο κτηνοτρόφος θελήσει, να αποτελέσει επιχειρηματική δραστηριότητα. Σήμερα τα ζώα είναι σταβλισμένα και οι εγκαταστάσεις είναι σύγχρονες. Μηχανήματα και καινοτόμες ιδέες έχουν κάνει τον κλάδο πιο εύκολο σε σχέση με παλιά.
Παρ’ όλα αυτά, τονίζει η 25χρονη κτηνοτρόφος, υπάρχουν ακόμη πολλές δυσκολίες. Όπως εξηγεί, βασικότερη δυσκολία είναι το γεγονός ότι ο κτηνοτροφικός τομέας είναι υπό κατάρρευση και χιλιάδες κτηνοτρόφοι είναι σε αδιέξοδο, βρίσκονται κάτω από τα όρια επιβίωσης εξαιτίας της τρομακτικής αύξησης του ΦΠΑ στο 23% και τώρα με τον νέο νόμο στο 24% για τις ζωοτροφές, που αυξάνει απότομα το κόστος παραγωγής. Μία ακόμη σοβαρή δυσκολία είναι ότι ο ΦΠΑ πώλησης των ζώντων αυξάνεται από 23% στο 24%, όταν το εισαγόμενο κρέας πωλείται με ΦΠΑ 13%. Το αποτέλεσμα είναι, αν και η ελληνική παραγωγή είναι ποιοτικά ανώτερη, η τελική της τιμή να είναι υψηλότερη από τα αντίστοιχα εισαγόμενα και συνεπώς να βρίσκεται σε δυσχερέστερη θέση. Ταυτόχρονα οι καταναλωτές, επειδή γνωρίζουν την ποιοτική διαφορά, πολλές φορές εξαπατούνται, λόγω των «ελληνοποιήσεων».
Σκεπτόμενη ότι το 90% του μοσχαρίσιου κρέατος είναι εισαγωγής, γεγονός που δείχνει ότι δεν γνωρίζουμε την ποιότητά του, και ότι μόλις το 10% είναι ντόπιο προϊόν, θέλησε να ασχοληθεί με την εκτροφή αλλά και την αναπαραγωγή μοσχαριών. Πόσω μάλλον όταν είναι βιολογικό.
«Στόχος μας είναι η συνεχής εξέλιξή μας, τόσο στη βελτίωση και επέκταση των σταβλικών μας εγκαταστάσεων όσο και στη συνεχή αύξηση του ζωικού κεφαλαίου. Ετοιμαζόμαστε για τη δημιουργία του στάβλου πάχυνσης και ελπίζουμε τα επόμενα χρόνια να αποκτήσουμε το δικό μας βιολογικό κρεοπωλείο», τονίζει χαρακτηριστικά.
Χρυσές συμβουλές για τους νέους
Από τη δική της πλέον εμπειρία, η Χρυσάνθη Καπέλη συμβουλεύει τους νέους που έχουν αποφασίσει να ασχοληθούν με την κτηνοτροφία, να συνειδητοποιήσουν ότι έχουν να κάνουν με ζωντανούς οργανισμούς που απαιτούν συνεχή φροντίδα.
«Τα ζώα δεν ξέρουν από γιορτές, αργίες, ωράρια και κοινωνικές υποχρεώσεις. Απαιτούν συνεχή παρακολούθηση και φροντίδα. Επίσης, πρέπει να γνωρίζει ότι στη κτηνοτροφία έχουμε δυο περιόδους, τη χειμερινή και την καλοκαιρινή. Τον χειμώνα τα πράγματα είναι πιο εύκολα και πιο ξεκούραστα, σε αντίθεση με το καλοκαίρι, όπου το θερμόμετρο άλλα και η κούραση χτυπάνε κόκκινο. Στη καλοκαιρινή περίοδο, εκτός από όλα τα άλλα, θα πρέπει να φροντίσουμε και για την τροφή του χειμώνα. Επίσης, θα πρέπει να αποφασίσει κάποιος στην αρχή, πώς θέλει να ασχοληθεί με την κτηνοτροφία. Σαν ιδιώτης αγρότης, ή σαν εταιρεία. Κάθε λύση έχει τα συν και τα πλην».
Παράλληλα, μας εξηγεί τους λόγους που δεν έχει ενταχθεί σε κάποιο πρόγραμμα πρώτης εγκατάστασης νέων αγροτών. «Θεωρώ πως είναι καλύτερα όταν κάποιος ξεκινάει μία τέτοια επιχείρηση να μην στηρίζεται σε αυτά τα νέα προγράμματα, καθώς δεν μπορούν να στηρίξουν οικονομικά έναν νέο κτηνοτρόφο. Οι πιο πολλοί που στηρίχθηκαν στα προγράμματα αυτά έκαναν μία τρύπα στο νερό, όσον αφορά την κτηνοτροφία, και ζημιά στην τσέπη τους, αφού απέκτησαν χρέη, διότι είδαν ότι τελικά κοστίζει πολύ παραπάνω απ’ ό,τι περίμεναν. Το κόστος είναι μεγάλο τόσο για τις εγκαταστάσεις όσο και για την εκτροφή των ζώων».