Παράταση του προγράμματος αγοράς ομολόγων έως τον Σεπτέμβριο του 2018 - Τι σημαίνει για την Ελλάδα

ΔΕΙΤΕ ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ

Την ερχόμενη Πέμπτη, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) θα αποφασίσει αν και με ποιους όρους θα παρατείνει το πρόγραμμα αγορών ομολόγων, γνωστό και ως QE, που εφαρμόζει από τον Μάρτιο του 2015 και το οποίο λήγει στο τέλος του 2017.

Οι αγορές - κυρίως κρατικών, αλλά και εταιρικών ομολόγων - από την ΕΚΤ έχουν ξεπεράσει τα 2 τρισ. ευρώ, ενισχύοντας αντίστοιχα τη ρευστότητα των κρατών και των επιχειρήσεων της Ευρωζώνης και μειώνοντας τα επιτόκια δανεισμού τους σε χαμηλά επίπεδα – ρεκόρ. Ωστόσο, η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα της Ευρωζώνης που δεν έχει ωφεληθεί από το πρόγραμμα αυτό στα τρία σχεδόν χρόνια της εφαρμογής του, καθώς η ΕΚΤ έχει θέσει τη βιωσιμότητα του χρέους της.

Με δεδομένο ότι το θέμα της ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους θα συζητηθεί πριν από τη λήξη του τρίτου προγράμματος σε δέκα μήνες από σήμερα, η Ελλάδα μπορεί να ελπίζει στη συμμετοχή της στο QE, έστω και με μεγάλη καθυστέρηση, εφόσον η ΕΚΤ συνεχίσει τις αγορές ομολόγων και το 2018.

Όπως προκύπτει από τις δηλώσεις του Μάριο Ντράγκι και άλλων αξιωματούχων της ΕΚΤ, η παράταση του QE στο 2018 πρέπει να θεωρείται δεδομένη. Αυτό που δεν είναι δεδομένο είναι οι όροι, με τους οποίους θα γίνει αυτή - πόσους μήνες θα ισχύσει και ποιο θα είναι το ύψος των μηνιαίων αγορών, καθώς και αν θα υπάρχει δέσμευση για λήξη του QE στο τέλος της παράτασης ή θα αφήνεται ανοικτό το ενδεχόμενο να συνεχισθεί και άλλο, ανάλογα με τις συνθήκες που θα υπάρχουν στην οικονομία της Ευρωζώνης.

Οι τελευταίες πληροφορίες συγκλίνουν ότι το επικρατέστερο σενάριο είναι να συνεχίσει η ΕΚΤ τις αγορές ομολόγων έως τον Σεπτέμβριο του 2018, με παράλληλη μείωση των μηνιαίων αγορών από τα 60 δισ. ευρώ σήμερα στα 20-40 δισ. ευρώ.

Αν υπάρξει απόφαση για τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους έως τον Αύγουστο, που λήγει το πρόγραμμα, τα ελληνικά ομόλογα θα μπορούν να ενταχθούν στο QE, έστω και τον τελευταίο μήνα. Σε μία τέτοια περίπτωση, η ΕΚΤ θα μπορούσε να αγοράσει από τις ελληνικές τράπεζες ομόλογα του ελληνικού δημοσίου αξίας έως περίπου 5 δισ. ευρώ, αυξάνοντας ισόποσα τη ρευστότητά τους που θα μπορούν να διαθέσουν για τη χρηματοδότηση της οικονομίας.

Ακόμη, όμως, και αν δεν υπάρξει εν τω μεταξύ απόφαση για το θέμα του χρέους, πληροφορίες αναφέρουν ότι η ΕΚΤ θα μπορούσε να αγοράσει ομόλογα που εκδίδουν ελληνικές τράπεζες, με ενέχυρο εξυπηρετούμενα στεγαστικά και άλλα δάνειά τους. Η Εθνική Τράπεζα εξέδωσε την περασμένη εβδομάδα τέτοια καλυμμένα 3ετή ομόλογα, ύψους 750 εκατ. ευρώ με απόδοση 2,9%, ενώ αντίστοιχη έκδοση έχει βάλει στα σκαριά η Eurobank και αναμένεται να ακολουθήσουν και οι άλλες ελληνικές τράπεζες.

Η συζήτηση για το χρέος

Στο Eurogroup της 15ης Ιουνίου, όπου έκλεισε η δεύτερη αξιολόγηση, συμφωνήθηκε η εφαρμογή πρόσθετων μέτρων ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους, που θα διασφαλίζουν τη βιωσιμότητά του μετά το τέλος του ελληνικού προγράμματος. Ο Πρόεδρος της ΕΚΤ δήλωσε στη συνέχεια ότι περιμένει μία μεγαλύτερη εξειδίκευση των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος, ώστε να μπορεί να αποφανθεί η κεντρική τράπεζα για τη βιωσιμότητά του και να ανάψει το «πράσινο φως» για την αγορά ομολόγων του ελληνικού δημοσίου.

Στη συνάντηση που είχε το Σάββατο ο υπουργός Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος, με την Κριστίν Λαγκάρντ στην Ουάσιγκτον, η επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου ανέφερε ότι θα πιέσει για την εξειδίκευση των μέτρων για το χρέος τον Φεβρουάριο. Αυτό βέβαια, εφόσον θα έχει συγκροτηθεί, όπως αναμένεται, έως τότε η νέα γερμανική κυβέρνηση και θα έχει ολοκληρωθεί η τρίτη αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος.

Διαβάστε επίσης